Διαπραγμάτευση για χαλάρωση δημοσιονομικών στόχων το 2023

Στο επίκεντρο η διαφύλαξη της ανάπτυξης και η υλοποίηση δεσμεύσεων για ελαφρύνσεις
Παρασκευή, 18 Φεβρουαρίου 2022 21:04
UPD:21:04
INTIME NEWS/ΧΑΛΚΙΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Σενάριο ηπιότερης δημοσιονομικής προσαρμογής για το 2023, ώστε η Ελλάδα να μην υποχρεωθεί να εμφανίσει πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα από το επόμενο κιόλας έτος, θα διαπραγματευτεί η κυβέρνηση με τους Ευρωπαίους εταίρους. Αντίστοιχη λογική επικρατεί ήδη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, καθώς μετά το ξέσπασμα της πληθωριστικής κρίσης -πριν καν κοπάσει η ενεργειακή και υπό τον ορατό κίνδυνο το 2023 να υπάρξει αύξηση επιτοκίων στην Ευρωζώνη- το διακύβευμα είναι να διασφαλιστεί η διατήρηση της ανάπτυξης. 

Έτσι, ενώ οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών μπαίνουν στην τελική ευθεία για την κατάρτιση του νέου Μεσοπρόθεσμου σχεδίου δημοσιονομικής προσαρμογής το οποίο θα αφορά την περίοδο 2023-2026, το οικονομικό επιτελείο θα επεξεργαστεί δύο σενάρια: ένα που θα προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 1,5% του ΑΕΠ (περίπου μισή μονάδα χαμηλότερα σε σχέση με την πρόβλεψη που είχε εγγραφεί στο περσινό Μεσοπρόθεσμο για το έτος 2023) και ένα δεύτερο, πιο αισιόδοξο, το οποίο θα κατεβάζει τον πήχη του πρωτογενούς πλεονάσματος ακόμη και στη μισή ποσοστιαία μονάδα.

Και στη μία και στην άλλη περίπτωση βέβαια η Ελλάδα θα κληθεί να πραγματοποιήσει μια σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή και μάλιστα σε εκλογική χρονιά. Απλώς, στην περίπτωση που ο πήχης ανέβει στο 1,5%, η έκταση της δημοσιονομικής προσαρμογής θα ξεπεράσει τα 6 δισ. ευρώ, ενώ στην περίπτωση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο επίπεδο του 0,5%, η δημοσιονομική προσαρμογή θα περιοριστεί στα 4 δισ. ευρώ. 

Η εξασφάλιση του χαμηλότερου στόχου θα διευκολύνει την κυβέρνηση να υλοποιήσει τις βασικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει για την επόμενη χρονιά και οι οποίες έχουν δημοσιονομικό κόστος της τάξεως των 2,5 δισ. ευρώ. Οι δεσμεύσεις αφορούν την πλήρη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης από την 1η/1/2023 για όλους (δηλαδή και για τους μισθωτούς του Δημοσίου αλλά και για τους συνταξιούχους), αλλά και τη μονιμοποίηση του μέτρου των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών (σ.σ.: ενδεχομένως και την περαιτέρω μείωση, ώστε να επιτευχθεί η δέσμευση για συνολική μείωση κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες). 

Η ελληνική πλευρά, από τον Μάρτιο που θα έχουν δημοσιευτεί τα τελικά στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ μέσα στο 2021, θα διαθέτει ισχυρό επιχείρημα υπέρ των ήπιων πρωτογενών πλεονασμάτων για το 2022. 

Η πολύ μεγαλύτερη αύξηση έναντι των προβλέψεων θα παρασύρει και το ονομαστικό ΑΕΠ τόσο του 2022 όσο και του 2023 σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με αυτά που είχαν αποτυπωθεί ως στόχοι στο περσινό Μεσοπρόθεσμο. 
Έτσι, για το 2022, το ΑΕΠ είναι πιθανό να υπερβεί κατά πολύ τα 190 δισ. ευρώ, καθώς στην πραγματική ανάπτυξη του περίπου 5% μπορεί να προστεθεί και ένας μέσος ετήσιος πληθωρισμός στα επίπεδα του 3%. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργούνται οι βάσεις για να αποκλιμακωθεί η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ, παρά το γεγονός ότι το ονομαστικό ύψος του χρέους μπορεί να είναι μεγαλύτερο συγκριτικά με αυτό που θα ήταν αν δεν υπήρχε το χαμήλωμα του πήχη του πρωτογενούς πλεονάσματος για την επόμενη χρονιά. 

Αυτή ακριβώς είναι και η επιχειρηματολογία που υιοθετούν πολλοί υπουργοί Οικονομικών στην Ευρώπη: να διαφυλαχθεί κατά προτεραιότητα ο σημαντικός ρυθμός ανάπτυξης ακόμη και αν το 2023 χρειαστεί να κλείσει με μικρότερα πλεονάσματα από αυτά που απαιτούνται για να μην παράγονται ελλείμματα σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης (δηλαδή για να καλύπτονται από το πρωτογενές αποτέλεσμα οι τόκοι εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους).

Κρίσιμες εβδομάδες

Η συζήτηση για τα πρωτογενή αποτελέσματα του επόμενου έτους ατύπως έχει ήδη ξεκινήσει στην Ευρώπη, ενώ μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα πρέπει να έχει σχηματιστεί μια αρχική εικόνα εν όψει και της κατάθεσης του Μεσοπρόθεσμου. Αυτό δικαιολογεί και τη ρητορική που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες περί ανάγκης συγκράτησης των φετινών δημοσιονομικών επιδόσεων στα προϋπολογισθέντα επίπεδα. 

Υπενθυμίζεται ότι ο προϋπολογισμός του 2022 έχει συνταχθεί με πρόβλεψη για πρωτογενές έλλειμμα 2,6-2,7 δισ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο 1,4% του ΑΕΠ. Βεβαίως, ο υπολογισμός έχει γίνει με εκτίμηση για ΑΕΠ 187 δισ. ευρώ. Αν επιβεβαιωθεί τον Μάρτιο ότι το ΑΕΠ του 2021 θα κλείσει με ρυθμό ανάπτυξης άνω του 8% (ήτοι στην περιοχή των 180 δισ. ευρώ, έναντι εκτίμησης για 177,6 δισ. ευρώ) αντίστοιχα θα αυξηθεί και η πρόβλεψη για το ΑΕΠ του 2022 πάνω από τα 190 δισ. ευρώ. 

Με αυτά τα δεδομένα, αν ο πήχης του πρωτογενούς πλεονάσματος μπει για το 2022 στο 0,5%, τότε θα απαιτηθεί δημοσιονομική προσαρμογή της τάξεως των 3,5-4 δισ. ευρώ ή κοντά στα 6 δισ. ευρώ αν συνυπολογιστούν και τα μόνιμα αναπτυξιακά μέτρα που θέλει να λάβει η κυβέρνηση για ασφαλιστικές εισφορές και εισφορά αλληλεγγύης. Αν πάλι ο πήχης μπει πιο ψηλά, στο 1,5%, τότε η δημοσιονομική προσαρμογή θα φτάσει στα 6 δισ. ευρώ, ποσό αρκετά υψηλό για ένα εκλογικό έτος και μάλιστα σε συνθήκες αβεβαιότητας λόγω των εξωγενών παραγόντων.

Να σημειωθεί πάντως ότι τα όποια νούμερα αποτυπωθούν ως στόχοι στο Μεσοπρόθεσμο του Απριλίου είναι πολύ πιθανό ότι θα τροποποιηθούν εκ νέου μέχρι το καλοκαίρι που θα μπούμε στην τελική ευθεία για την κατάρτιση του προϋπολογισμού. Και αυτό λόγω των πολλών αβεβαιοτήτων στην παγκόσμια οικονομία, αλλά και λόγω των επικείμενων διαπραγματεύσεων για το νέο σύμφωνο σταθερότητας. 

Κατάρτιση Μεσοπρόθεσμου 

Με εγκύκλιο που υπογράφει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών καλούνται να κάνουν όλες τις σχετικές προετοιμασίες εν όψει της υποβολής του επικαιροποιημένου μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού προγραμματισμού, στο πλαίσιο των διαδικασιών του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. 

Το Μεσοπρόθεσμο θα καλύπτει την περίοδο 2023-2026 όπως αναφέρεται στην εγκύκλιο. Το ΜΠΔΣ 2023-2026 θα περιλαμβάνει την περιγραφή και αξιολόγηση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων των δύο προηγούμενων ετών (2020-2021), καθώς και τις προβλέψεις των δημοσιονομικών προοπτικών για α) το τρέχον έτος (2022), β) το έτος προϋπολογισμού (2023) και γ) τα τρία επόμενα έτη (2024-2026). 

Η εγκύκλιος αναφέρεται ρητά και στην υποχρέωση της χώρας για επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα: «Επισημαίνεται ότι από το έτος 2023 αναμένεται η απενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που επέτρεψε την προσωρινή απόκλιση από τους δημοσιονομικούς κανόνες τα έτη 2020-2022. Ως εκ τούτου η χώρα μας, όπως και οι υπόλοιπες χώρες-μέλη της Ε.Ε., θα δεσμευθεί εκ νέου στην εφαρμογή δημοσιονομικών κανόνων και την επίτευξη συγκεκριμένων δημοσιονομικών στόχων για την περίοδο 2023-2026».    
 



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα