Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ήταν σαφής: Εάν εκδηλωθεί ρωσική στρατιωτική επέμβαση στην Ουκρανία, ο αγωγός Nord Stream 2 θα ακυρωθεί. Ο καθ’ ύλην αρμόδιος, Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, απέφυγε να απαντήσει ευθέως, δεχόμενος έντονη κριτική τόσο στο εξωτερικό όσο και στη χώρα του. Το Βερολίνο βέβαια έχει καταστήσει σαφές τις τελευταίες ημέρες ότι σε περίπτωση ρωσικής εισβολής όλες οι επιλογές κυρώσεων κατά της Μόσχας θα μπουν στο τραπέζι, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών για τον Nord Stream 2.
Οι πιθανές κυρώσεις έχουν φυσικά στόχο να ζημιώσουν τη Ρωσία. Ο αγωγός είναι πάντως λιγότερο σημαντικός από οικονομική άποψη, επειδή η εξαγωγή πετρελαίου είναι πολύ μεγαλύτερος παράγοντας στην εξαγωγική οικονομία της Ρωσίας.
Χωρίς τον Nord Stream 2, ωστόσο, θα χαθεί ένας σημαντικός μοχλός για την ανάπτυξη των νέων κοιτασμάτων στη Ρωσία. «Ο αγωγός δεν λειτουργεί ακόμη, πράγμα που σημαίνει ότι είναι διαπραγματευτικό χαρτί για τη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους μας, όχι για τη Ρωσία», λέει ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν. Πέρα από τις προφανείς γεωπολιτικές αντιπαλότητες, το ερώτημα που απασχολεί τους Ευρωπαίους είναι ποια είναι η οικονομική σημασία του πολιτικά αμφιλεγόμενου αγωγού για την Ευρώπη;
Υπάρξει δεν υπάρξει ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία, ο ρωσικός αγωγός πρέπει να λειτουργήσει; Ιδιαίτερα σε μια περίοδο που οι τιμές του φυσικού αερίου είναι στα ύψη; Ο αγωγός Nord Stream 2 εκτείνεται παράλληλα με τον Nord Stream 1, που λειτουργεί από το 2011, στον πυθμένα της Βαλτικής. Αν και η κατασκευή του νέου αγωγού, μήκους 1.230 χιλιομέτρων, ολοκληρώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, με ενάμιση χρόνο καθυστέρηση. Ο αγωγός ανήκει στη ρωσική εταιρεία Gazprom, που ανέλαβε το ήμισυ του συνολικού κόστους κατασκευής, που ξεπέρασε τα 11 δισ. ευρώ. Το υπόλοιπο κόστος χρηματοδοτήθηκε από μια ευρωπαϊκή κοινοπραξία πέντε εταιρειών: OMV (Αυστρία), Wintershall Dea (Γερμανία), Engie (Γαλλία), Uniper (Γερμανία) και Shell (Ηνωμένο Βασίλειο). Αλλά από τότε που οι Αμερικανοί αντιτάχθηκαν στο έργο υπό τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ορισμένες εταιρείες υπαναχώρησαν. Φοβούνται ότι η συμμετοχή τους θα καταλήξει σε μια λίστα αμερικανικών κυρώσεων.
Τουλάχιστον 18 ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν σταματήσει τις δραστηριότητές τους στο έργο. Ο αγωγός δεν βρίσκεται όμως ακόμη σε λειτουργία, επειδή δεν έχει πιστοποιηθεί από τις αρμόδιες αρχές της Ε.Ε. και της Γερμανίας. Κάτι που -αν γίνειθα χρειαστεί αρκετούς μήνες.
Αιτίες και πρωταγωνιστές
Ποιοι είναι οι λόγοι; Και ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές σε αυτή την πολιτική διαμάχη; Οι αντίπαλοι του αγωγού -κυρίως οι Ηνωμένες Πολιτείεςπροβάλλουν ως βασικό επιχείρημα ότι θα αυξηθεί η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης. Η Ουάσιγκτον δεν ήθελε εξ αρχής να τεθεί σε λειτουργία ο αγωγός. Ως μέρος των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία το 2020, η κατασκευή σταμάτησε για σχεδόν έναν χρόνο. Τον Μάιο του 2021 η κυβέρνηση Μπάιντεν παραιτήθηκε από την επιβολή κυρώσεων, προκειμένου να μην πληγούν οι σχέσεις με τη Γερμανία. Στα μάτια της Ουάσιγκτον, όμως, οι προμήθειες φυσικού αερίου από τη Ρωσία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως πολιτικό όπλο.
Η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι «η εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο είναι γεωπολιτικά εσφαλμένη». Δεν θα θέλατε «να σβήσει το γκάζι στα μέσα του χειμώνα αν ξεσπάσει πολιτική κρίση», λένε Αμερικανοί αξιωματούχοι στους Ευρωπαίους συναδέλφους τους. Φυσικά, υπάρχει και θέμα ανταγωνισμού: Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προτιμούσαν να συναλλάσσονται με την Ευρώπη και να πωλούν LNG για παράδειγμα. Κατά του Nord Stream 2 είναι η Πολωνία, καθώς το έργο θα μπορούσε να μειώσει την αξία των αγωγών που υπάρχουν ήδη στην ξηρά. Ως χώρα διέλευσης χερσαίων αγωγών, η Πολωνία βλέπει ότι ο Nord Stream 2 θα μειώσει τα σημαντικά έσοδα που προέρχονται από τα αντίστοιχα τέλη μεταφοράς αερίου.
Η ανησυχία είναι ιδιαίτερα μεγάλη και στην Ουκρανία. Η χώρα βασίζεται επίσης σε έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα τέλη μεταφοράς.
«Λείψανο του παρελθόντος»;
Η Γερμανία αντιμετώπιζε εδώ και καιρό τον Nord Stream 2 ως ένα καθαρά οικονομικό έργο. Η παραγωγή φυσικού αερίου εντός της Ε.Ε. μειώνεται απότομα. Τα ορυκτά καύσιμα που βλάπτουν το κλίμα, όπως το φυσικό αέριο, θεωρούνται πηγές ενέργειας με ημερομηνία λήξης λόγω των κλιματικών στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την άποψη της κλιματικής πολιτικής, ο αγωγός δεν θα έπρεπε να είχε κατασκευαστεί.
«Με 100 εκατομμύρια τόνους CO2 ετησίως, ο Nord Stream 2 έρχεται σε αντίθεση με τους κλιματικούς στόχους», λέει η γερμανική «Περιβαλλοντική Βοήθεια» και περιγράφει τον αγωγό ως «λείψανο από ένα απολιθωμένο παρελθόν». Γερμανία και Αυστρία σχεδιάζουν όμως να καλύψουν μέσω του Nord Stream 2 και σχετικά φθηνά τις ενεργειακές τους ανάγκες. Περίπου 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου θα παραδίδονται με τον νέο αγωγό από τη Ρωσία στη Γερμανία κάθε χρόνο.
Σύμφωνα με την εταιρεία λειτουργίας, αυτό μπορεί να τροφοδοτήσει 26 εκατομμύρια νοικοκυριά. Κατά τη διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης, η Γερμανία θα συνεχίσει βέβαια να εξαρτάται από το ρωσικό φυσικό αέριο για κάποιο χρονικό διάστημα ως τεχνολογία «γέφυρας» για την επέκταση της προσφοράς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Τους τελευταίους μήνες όμως υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και στο πλαίσιο της νέας τρικομματικής κυβέρνησης Σολτς, σχετικά με το εάν και πότε πρέπει να ξεκινήσει ο Nord Stream 2.
Οι Πράσινοι, για παράδειγμα, απορρίπτουν το έργο για γεωστρατηγικούς και κλιματικούς λόγους. Το FDP είναι επίσης δύσπιστο. Η Κλόντια Κέμφερτ, εμπειρογνώμονας ενέργειας στο Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW), θεωρεί ότι το έργο Nord Stream 2 είναι ασύμφορο. «Υπάρχει ήδη επαρκής χωρητικότητα αγωγών, επιπλέον τερματικοί σταθμοί LNG και διαδρομές μεταφοράς που είναι επαρκείς, λόγω και της μελλοντικής μειωμένης ζήτησης για φυσικό αέριο» τονίζει η δρ Κέμφερτ στο Γερμανικό Ραδιόφωνο (Deutschlandfunk). Αλλά και οι Βρυξέλλες απορρίπτουν τον αγωγό. Σύμφωνα με την Κομισιόν, ο Nord Stream 2 δεν συμβάλλει στους στόχους της Ενεργειακής Ένωσης για ανάπτυξη νέων και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας