Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Η εποχή αύξησης των επιτοκίων στην Ευρώπη έχει ήδη αρχίσει, όπως δείχνουν οι αποδόσεις των νέων εντόκων γραμματίων της Ε.Ε., αλλά και γενικότερα το κόστος δανεισμού στη δευτερογενή αγορά, ως αποτέλεσμα του πληθωρισμού που καλπάζει από το ένα ρεκόρ στο άλλο, πυροδοτώντας ανησυχίες για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης και βάζοντας σε ασφυκτικό κλοιό πιέσεων την ΕΚΤ στη σημερινή συνεδρίασή της.
Τα έντοκα γραμμάτια τριμήνου και εξαμήνου που εξέδωσε χθες η Ε.Ε. στο πλαίσιο των τακτικών δημοπρασιών κάθε μηνός «είδαν» τις αποδόσεις τους να διαμορφώνονται σε -0,727% και -0,715% αντίστοιχα, κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με τα επίπεδα όπου βρίσκονταν στις αρχές Δεκεμβρίου του 2021. Αντιπροσωπευτικά, η απόδοση του εντόκου τριμήνου της Ε.Ε. κυμαινόταν την 1η Δεκεμβρίου του 2021 στο -0,95%, που σημαίνει αύξηση άνω του 20% με βάση το επιτόκιο της αντίστοιχης χθεσινής έκδοσης.
Σε όλες τις εκδόσεις
Οι αποδόσεις έχουν αυξηθεί και σε όλες τις τελευταίες ομολογιακές εκδόσεις στην αγορά κρατικών ομολόγων του ευρώ τον τελευταίο μήνα, ενώ αντιπροσωπευτικό δείγμα του νέου κλίματος είναι και η αισθητά μειωμένη ζήτηση για νέες εκδόσεις κρατικού χρέους τον Ιανουάριο σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Πράγματι, η πρώτη μείωση από το 2015 που καταγράφηκε τον Ιανουάριο σηματοδοτεί σημείο καμπής για τις δυναμικές προσφοράς και ζήτησης των ομολόγων, καθώς η ΕΚΤ ετοιμάζεται να τερματίσει το πανδημικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (ΡΕΡΡ).
Για πρώτη φορά από το 2019 η προσφορά χρέους θα ξεπεράσει τις αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ, παρουσιάζοντας, σύμφωνα με τη UBS, τη μεγαλύτερη αύξηση από το 2015, όταν η ΕΚΤ έθεσε σε ισχύ το κανονικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (ΑΡΡ) σε μία προσπάθεια να αντιμετωπίσει τον αποπληθωρισμό.
Αιτία όλης αυτής της κατάστασης η ενεργειακή κρίση, που τροφοδοτεί ασταμάτητα τον πληθωρισμό σε όλα πλέον τα επίπεδα, αλλάζοντας τους «όρους του παιχνιδιού» στις αγορές, οι οποίες στοιχηματίζουν αλλαγή πλεύσης για την ΕΚΤ, κάνοντας λόγο για δύο επιτοκιακές αυξήσεις στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Τα ραντάρ των επενδυτών είναι «κολλημένα» στη σημερινή συνεδρίαση της ΕΚΤ, για τη στάση που θα κρατήσει η Κριστίν Λαγκάρντ, καθώς μαίνεται η μάχη ανάμεσα στα «γεράκια» και στα «περιστέρια». Ήδη, τον τελευταίο καιρό είχαν ενταθεί οι φωνές που έβλεπαν την πιο επιθετική στάση της Φέντεραλ Ριζέρβ στις ΗΠΑ να ασκεί «εισαγόμενες πιέσεις» και στην ΕΚΤ, ώστε να επιταχύνει τη διαδικασία ομαλοποίησης της πολιτικής της.
Υπό αυτές τις συνθήκες, αναλυτές σημειώνουν ότι δεν θα προκαλούσε έκπληξη ένας πιο επιθετικός τόνος από τα χείλη της Λαγκάρντ στη σημερινή συνεδρίαση, αφήνοντας όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά.
Πάνω από τις προβλέψεις
O πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ξέφυγε στο 5,1% τον Ιανουάριο, ξεπερνώντας τις προβλέψεις περισσότερο από κάθε άλλη φορά στη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, έναντι 5% του Δεκεμβρίου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Η μέση πρόβλεψη αναλυτών στο Bloomberg έκανε λόγο για ένα ποσοστό 4,4% και κανένας δεν είχε προβλέψει περαιτέρω άνοδο από τα επίπεδα του Δεκεμβρίου. Τώρα, με τα στοιχεία για τις τιμές καταναλωτή σε Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία να δείχνουν μεγαλύτερη του αναμενομένου αύξηση, οι αναλυτές θεωρούν πολύ πιθανή μία περαιτέρω άνοδο στο 5,5% τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο. Ωστόσο, εξαιρουμένων των ευμετάβλητων τιμών ενέργειας και ειδών διατροφής, ο δομικός πληθωρισμός κυμάνθηκε στο 2,3%, χαμηλότερα από το 2,6% του Δεκεμβρίου.
«Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αναμένεται να ξεπεράσει τις προβλέψεις της ΕΚΤ κατά περισσότερο από 100 μονάδες βάσης στο πρώτο τρίμηνο. Για τον λόγο αυτό, αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα φέρει το επιτόκιο καταθέσεων στο μηδέν με δύο επιτοκιακές αυξήσεις των 25 μονάδων βάσης τον Μάρτιο και τον Ιούνιο του 2023», αναφέρει ο στρατηγικός αναλυτής της Pictet Wealth Management Φρεντερίκ Ντικροζέ. «Πιστεύω ότι η ΕΚΤ θα προσαρμόσει τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό προς τα πάνω από το σημερινό 3,2% για το 2022 και 1,8% για το 2023, επειδή τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι οι αυξήσεις θα συνεχιστούν. Και όταν συμβεί αυτό, η ΕΚΤ θα πρέπει να συζητήσει για επιτοκιακές αυξήσεις. Ενδεχομένως να μας ξαφνιάσει στη σημερινή συνεδρίαση», υπογραμμίζουν αναλυτές της Berenberg.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι αποδόσεις των γερμανικών 10ετών ξέφυγαν στο 0,058%, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο του 2019, ενώ και η απόδοση του νέου ελληνικού 10ετούς, που εκδόθηκε πρόσφατα, ανέβηκε στο 1,91%. Στην παλαιά 10ετία κινείται στην περιοχή του 1,75%, ενώ στην πενταετία στο 0,81%. Η προοπτική μίας πιο αυστηρής στροφής από την ΕΚΤ ώθησε σε άνοδο και το ευρώ έναντι του δολαρίου, με την ισοτιμία να ξεπερνά ενδοσυνεδριακά το επίπεδο του 1,13.
Ο Ντόναχιου
Η άνοδος του πληθωρισμού ρίχνει τη σκιά της και στην οικονομία της Ευρωζώνης, κάτι που αποτυπώνεται ήδη στην επιβράδυνση που γνώρισε η μεγαλύτερη οικονομία της περιοχής στο τελευταίο τρίμηνο του 2021. Ο επικεφαλής του Eurogroup, Πασκάλ Ντόναχιου, μιλώντας στην Επιτροπή οικονομικών υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου, τόνισε ότι ο υψηλός πληθωρισμός πλήττει την ανάπτυξη της Ευρωζώνης και αυτό ανησυχεί τους υπουργούς Οικονομικών της. Ο Ντόναχιου εξέφρασε μεν την εμπιστοσύνη ότι η ΕΚΤ θα κάνει ό,τι είναι εφικτό για να τιθασεύσει την άνοδο των τιμών, αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι δεν μπορεί να επιλύσει τα προβλήματα στην αλυσίδα προσφοράς, τα οποία ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τις τιμολογιακές αυξήσεις.
Αναφερόμενος στα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης για την οικονομία της Ευρωζώνης, ο Ντόναχιου είπε ότι θα μειωθούν το επόμενο έτος, καθώς η οικονομία θα ανακάμπτει, όμως διαβεβαίωσε ότι το Eurogroup θα είναι ιδιαίτερα προσεκτικό, ώστε να μην υπάρξουν ανεπιθύμητες επιπτώσεις, λέγοντας ότι ο ρυθμός απόσυρσης των μέτρων θα είναι διαφορετικός από χώρα σε χώρα. «Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι το επίπεδο των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης θα είναι χαμηλότερο από το σημερινό.
Αυτή είναι η λογική των δημοσιονομικών κανόνων και έχει νόημα όταν η ανάκαμψη επιταχύνεται», είπε χαρακτηριστικά. Η Ε.Ε. ανέστειλε τους περιορισμούς στον κρατικό δανεισμό για τα έτη 2020, 2021 και 2022 για να βοηθήσει τις κυβερνήσεις να αντεπεξέλθουν στην κρίση της πανδημίας. Όμως τώρα, σχεδιάζει να επαναφέρει τους περιορισμούς από το 2023, αν και με κάποιες τροποποιήσεις που θα αντανακλούν τα κατά πολύ υψηλότερα επίπεδα δημοσίου χρέους που συσσωρεύθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας και ταυτόχρονα και την ανάγκη για τις τεράστιες επενδύσεις που χρειάζονται ετησίως ώστε να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή. «Σίγουρα, θέλουμε να αποφύγουμε τις δυσμενείς επιπτώσεις από μία απότομη ή υπερβολική δημοσιονομική σταθεροποίηση. Έχουμε άλλωστε μάθει από την προηγούμενη κρίση χρέους ότι η βιωσιμότητα του χρέους δεν επιτυγχάνεται με αυστηρά μέτρα λιτότητας», τόνισε ο Ντόναχιου.
Γκεοργκίεβα: «Αγκάθι» ο πληθωρισμός
Στο «αγκάθι» του πληθωρισμού αναφέρθηκε και η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, λέγοντας ότι η πανδημία του κορονοϊού συνιστά τη μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια οικονομία, οδηγώντας και στην αύξηση του πληθωρισμού σε πολλές χώρες. Γι’ αυτό κάλεσε τις χώρες να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους ώστε να ενισχύσουν τις εκστρατείες εμβολιασμών και τις άμυνες κατά του κορονοϊού, κινήσεις που σε συνδυασμό με τις επιτοκιακές αυξήσεις θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αποσυμφόρηση των προβλημάτων στην αλυσίδα τροφοδοσίας και στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού. «Η πολιτική κατά της πανδημίας είναι οικονομική πολιτική», διαμήνυσε η Γκεοργκίεβα.
Αναφερόμενη στον πληθωρισμό, η επικεφαλής του ΔΝΤ είπε ότι έχει αναδειχθεί σε «πιο σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα» απ’ ό,τι αναμενόταν και υπογράμμισε ότι οι οικονομολόγοι έχουν υποτιμήσει τον αντίκτυπο τόσο της μειωμένης κατανάλωσης εν μέσω των περιοριστικών μέτρων κατά του κορονοϊού όσο και των κλιματικών κρίσεων στις τιμές ειδών διατροφής. Η Γκεοργκίεβα αναμένει επίσης ότι οι διαταραχές στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα θα συνεχιστούν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, λόγω των περιορισμών της Covid και άλλων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της πολύ μεγαλύτερης ζήτησης για καταναλωτικά αγαθά, όπως υπολογιστές και αυτοκίνητα. Παραδέχθηκε επίσης ότι το ΔΝΤ δεν εκτίμησε σωστά τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στις τιμές ειδών διατροφής.
Όσον αφορά τη Φέντεραλ Ριζέρβ, η Γκεοργκίεβα είπε ότι εφαρμόζει πολύ καλή επικοινωνιακή πολιτική, καθώς σχεδιάζει να προχωρήσει σε επιτοκιακές αυξήσεις και αναμένει ότι θα διατηρήσει τις ισορροπίες αυτές στην αγορά στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό διατηρώντας σταθερή την ανάκαμψη.