Βελτίωση των προσδοκιών των ελληνικών ΜμΕ, αλλά κάμψη στο ποσοστό των επιχειρήσεων που προσβλέπουν σε ανάπτυξη, εν μέσω των πιέσεων που ασκούν από τη μία οι διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και από την άλλη η ενεργειακή κρίση, καταγράφει η έρευνα συγκυρίας μικρομεσαίων επιχειρήσεων της Εθνικής Τράπεζας για το β΄ εξάμηνο του 2021. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας πεδίου της ΕΤΕ, ο Δείκτης Εμπιστοσύνης ΜμΕ φθάνει τις 24 μονάδες (από 4 το προηγούμενο εξάμηνο), προσεγγίζοντας τα επίπεδα του 2019. Λιγότερο δυναμική εμφανίζεται ωστόσο η εικόνα των ΜμΕ όσον αφορά τη στρατηγική στόχευση. Ειδικότερα, το ποσοστό των επιχειρήσεων που προσβλέπει σε ανάπτυξη διαμορφώθηκε στο 62% το τρέχον εξάμηνο, αυξημένο κατά 5% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2021 (έναντι κάθετης βελτίωσης κατά 23% το προηγούμενο εξάμηνο), παραμένοντας ωστόσο 9 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από το ιστορικό υψηλό του 2ου εξαμήνου του 2019.
Οι επιπτώσεις από τις «δίδυμες» διεθνείς αναταράξεις
Σύμφωνα με την ΕΤΕ, τα αίτια της κάμψης αυτής εντοπίζονται στις πιέσεις που η διεθνής συγκυρία των διαταραχών στη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας και του αυξημένου κόστους ενέργειας ασκεί στις βιομηχανικές ΜμΕ. Οι δύο αυτές διαταραχές έχουν επηρεάσει αρνητικά το 89% του τομέα.
Αναλυτικότερα, το 53% των επιχειρήσεων του κλάδου δηλώνουν πως έχει επηρεαστεί και από τις δύο διαταραχές, ενώ το 36% έχει επηρεαστεί μόνο από τη μία (29% από το αυξημένο ενεργειακό κόστος και 7% από την επικρατούσα κατάσταση στην εφοδιαστική αλυσίδα). Το 11% του τομέα δηλώνει ότι δεν έχει επηρεαστεί αρνητικά από την τρέχουσα συγκυρία.
Οι πιέσεις αυτές οδήγησαν:
- Το 60% του κλάδου στο να αντιμετωπίσει ελλείψεις στην παράγωγή ή αυξημένα κόστη.
- Το 82% του κλάδου να επιβαρύνεται λόγω του αυξημένου ενεργειακού κόστους, με τα 2/3 των οποίων να επιλέγουν να μετακυλήσουν το επιπλέον αυτό κόστος στους πελάτες τους.
Αναλυτικότερα, οι πιέσεις που δημιούργησαν οι αναταράξεις στην εφοδιαστική αλυσίδα και το αυξημένο κόστος ενέργειας περιόρισαν τη βιομηχανική παραγωγή ματαιώνοντας έτσι μελλοντικές προσδοκίες που ο κλάδος είχε για το τρέχον εξάμηνο καθώς καταγράφηκε απόκλιση στους δείκτες μελλοντικής και τρέχουσας ζήτησης της τάξεως του 76% (έναντι 24% για το εμπόριο και 28% για τις υπηρεσίες). Η μεγάλη αυτή απόκλιση οδηγεί τις βιομηχανικές ΜμΕ στο να αναθεωρήσουν επί τα χείρω τις μελλοντικές προοπτικές τους για το πρώτο εξάμηνο του 2022, οι οποίες πλέον διαμορφώνονται στις 21 μονάδες (έναντι 32 για το σύνολο τις οικονομίας), όπως αντίστοιχα είχε γίνει το δεύτερο εξάμηνο του 2016 και το πρώτο του 2020.
Η διαταραχή της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας δημιούργησε πρόβλημα στο 60% των βιομηχανικών ΜμΕ (40% λόγω προβλημάτων στην παραγωγή όπως έλλειψη πρώτων υλών και 20% λόγω αυξημένου κόστους πρώτων υλών ή εξαγωγών). Αξιοσημείωτο είναι ότι το 26% των ΜμΕ κατάφερε να επωφεληθεί από την συγκυρία, καθώς είδε τη ζήτησή του να αυξάνεται ως αντιστάθμισμα τόσο των αυξημένων τιμών των εισαγωγών όσο και των καθυστερήσεων στην παράδοση προϊόντων. Ιδιαίτερα κερδισμένες ήταν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (αύξηση ζήτησης στο 34%), πιθανόν λόγω αναξιοποίητου δυναμικού ή/και παραγωγής στενών υποκατάστατων των εισαγωγών.
Αντίστοιχα το αυξημένο ενεργειακό κόστος αποτέλεσε πρόβλημα για το 82% των επιχειρήσεων. Η πλειοψηφία αυτών (55%) μετακύλισε εν πολλοίς το επιπλέον κόστος στους πελάτες τους, αυξάνοντας έτσι τις τιμές των προϊόντων. To υπόλοιπο 27% επέλεξε να απορροφήσει το αυξημένο κόστος ενέργειας, ωστόσο στις περισσότερες περιπτώσεις η επιλογή αυτή δεν οδήγησε σε ζημιές. Σημειώνεται ότι η επιλογή της μετακύλισης του ενεργειακού κόστους αποδείχθηκε δυσκολότερη για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις (με μόλις το 38% να το καταφέρνει, σε σχέση με 55%-60% για τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις) - γεγονός που ενδεχομένως αντανακλά τη χαμηλή διαπραγματευτική τους δύναμη έναντι των πελατών τους, το οποίο με τη σειρά του μπορεί να θεωρηθεί ενδεικτικό της χαμηλής ανταγωνιστικότητας των προϊόντων τους.
Ευέλικτες και ανθεκτικές οι περισσότερες ελληνικές βιομηχανίες
Παρ΄όλα αυτά, όπως επισημαίνεται στην ανάλυση της ΕΤΕ, εν μέσω μιας «τέλειας καταιγίδας», οι ελληνικές βιομηχανίες αποδεικνύονται αρκετά πολυμήχανες, ευέλικτες και ανθεκτικές ώστε να καταφέρνουν σε μεγάλο βαθμό να αντεπεξέρχονται στις προκλήσεις. Αυτό, σύμφωνα με την ΕΤΕ, προκύπτει από το γεγονός ότι οι περισσότερες βιομηχανικές ΜμΕ υποκατέστησαν τους προμηθευτές πρώτων υλών (για να αντιμετωπίσουν τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα) και αντιμετώπισαν την αβεβαιότητα στις τιμές ενέργειας είτε αναζητώντας νέο πάροχο είτε με τη σύναψη προθεσμιακών συμβολαίων. Επιπλέον, το ¼ του τομέα εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία και είδε τη ζήτηση του να αυξάνεται, λόγω υποκατάστασης εισαγωγών.
Με επαρκή ρευστότητα εννέα στις δέκα βιομηχανικές ΜμΕ
Ελπιδοφόρο, σύμφωνα με την ΕΤΕ, είναι το γεγονός πως, παρά την πίεση που ασκεί η διεθνής συγκυρία, η ασπίδα της χρηματοοικονομικής κατάστασης του τομέα παραμένει ισχυρή, με το 89% των βιομηχανικών ΜμΕ να δηλώνει πως έχει επαρκή ρευστότητα. Συνεπώς, στο βαθμό που οι διαταραχές στη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας και στον τομέα της ενέργειας αποδειχτούν παροδικές, η ΕΤΕ εκτιμά ότι η ελληνική βιομηχανία δεν θα αποκλίνει από τη μακροχρόνια αναπτυξιακή της πορεία, καθώς η χρηματοοικονομική υγεία του κλάδου προστατεύεται από την επιτυχή αντίδραση της πλειοψηφίας των επιχειρήσεων και τα προγραμματιζόμενα μέτρα κρατικής στήριξης.
naftemporiki.gr