Από την έντυπη έκδοση
Του Ανέστη Ντόκα
[email protected]
Το 2021 μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια καλή χρονιά, αφού τα αμοιβαία κεφάλαια έχουν καθαρές εισροές που υπερβαίνουν τα 2 δισ. ευρώ, ενώ το συνολικό ενεργητικό έχει παρουσιάσει σημαντική αύξηση κατά 32,8% μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου. Αυτό υποστηρίζει σε συνέντευξή του στη «Ν» ο Κρις Αίσωπος, πρόεδρος της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών και διευθύνων σύμβουλος της Alpha Trust ΑΕΔΑΚ.
Παράλληλα, ο κ. Αίσωπος υπογραμμίζει ότι η πιο ενδεδειγμένη μορφή επένδυσης για την πλειονότητα των επενδυτών, που δεν έχουν τον χρόνο ή τις εξειδικευμένες γνώσεις για να ασχολούνται καθημερινά με το χαρτοφυλάκιό τους, είναι η επένδυση σε A/K.
Πώς εξελίσσεται το 2021 για τα μέλη της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών με βάση τα στοιχεία που διαθέτετε αναφορικά με τις εισροές κεφαλαίων και την εικόνα του συνολικού ενεργητικού;
«Η πανδημία Covid-19, κυρίως εξαιτίας των περιορισμών που επεβλήθησαν στις μετακινήσεις, συνετέλεσε στη δημιουργία πλεονάζουσας αποταμίευσης τα δύο τελευταία χρόνια. Καθώς τα επιτόκια των τραπεζών παρέμειναν σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα, τα κεφάλαια αυτά αναζητούν διέξοδο.
Βάσει των στοιχείων της ΕΘΕ, θα έλεγα λοιπόν ότι το 2021 μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια καλή χρονιά, αφού τα αμοιβαία κεφάλαια έχουν καθαρές εισροές που υπερβαίνουν τα 2 δισ. ευρώ, ενώ το συνολικό ενεργητικό έχει παρουσιάσει σημαντική αύξηση κατά 32,8%, βάσει στοιχείων έως τις 31/10/2021. Όπως ήταν αναμενόμενο, το μεγαλύτερο μέρος των εισροών κατευθύνθηκε στην κατηγορία των μικτών αμοιβαίων κεφαλαίων (συμπεριλαμβανομένων των Fund of Funds Μικτών) και δευτερευόντως σε ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε τίτλους σταθερού εισοδήματος, λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών απόδοσης/κινδύνου που διαθέτουν.
Είμαι αισιόδοξος ότι η ανοδική τάση στις καθαρές εισροές θα συνεχισθεί, καθώς ο μέσος Έλληνας και ειδικότερα η νεότερη γενιά σταδιακά εκπαιδεύεται και αποκτά επενδυτική κουλτούρα».
Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για την εικόνα που θα παρουσιάσει ο κλάδος στο σύνολο της χρονιάς;
«Εκτίμησή μου είναι ότι οι παραπάνω τάσεις θα συνεχιστούν, αν δεν ενταθούν περαιτέρω».
Ένα νοικοκυριό που θέλει να δημιουργήσει ένα κεφάλαιο για να καλύψει μελλοντικές ανάγκες, που μπορεί να είναι οι σπουδές των παιδιών ή η ενίσχυση των συντάξιμων αποδοχών, πώς θα μπορούσε να επιλέξει το κατάλληλο προϊόν; Τι πρέπει να προσέξει, καθώς η επένδυσή του θα είναι πιο σύνθετη από έναν απλό λογαριασμό προθεσμίας;
«Τα δεδομένα σήμερα είναι ότι οι καταθετικοί λογαριασμοί αλλά και οι επενδύσεις σταθερού εισοδήματος προσφέρουν πενιχρές αποδόσεις. Παράλληλα έχουμε τα πρώτα σημάδια ανόδου του πληθωρισμού.
Ο συνδυασμός αυτών έχει στρέψει τους επενδυτές στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων που θα μπορούν να προσφέρουν στα κεφάλαιά τους έστω και μια μικρή απόδοση. Όλα τα επενδυτικά προϊόντα, όμως, συμπεριλαμβανομένων και των μορφών συλλογικής επένδυσης, όπως είναι τα αμοιβαία κεφάλαια, δεν είναι κατάλληλα για όλους. Χρειάζεται, λοιπόν, οι μη επαγγελματίες επενδυτές να επιλέξουν με μεγάλη προσοχή και αφού κατανοήσουν σε τι ακριβώς επενδύουν. Γι’ αυτό θεωρώ απαραίτητη την επαγγελματική βοήθεια ενός πιστοποιημένου συμβούλου επενδύσεων. Είναι αρκετοί οι παράγοντες που πρέπει να συνεκτιμηθούν, με προεξέχοντες τον σκοπό για τον οποίο γίνεται η επένδυση, τα διαθέσιμα, το επίπεδο ανοχής κινδύνου και τον επενδυτικό ορίζοντα. Είναι σημαντικό, λοιπόν, πριν επενδύσει κάποιος να προσδιορίσει το επενδυτικό του προφίλ και να θέσει έναν συγκεκριμένο στόχο».
Τώρα που τελειώνει η εποχή των μηδενικών επιτοκίων με την άνοδο του πληθωρισμού, αλλάζει η στρατηγική των μελών της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών;
«Την πορεία των επιτοκίων θα επηρεάσει ο ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού, αλλά και το πόσο η αύξηση αυτή θα αποδειχθεί μεταβατική ή όχι. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πάντως, φαίνεται πως διαφοροποιείται από τις υπόλοιπες μεγάλες κεντρικές τράπεζες και σύμφωνα με τη ρητορική της δεν αναμένεται να προχωρήσει σύντομα σε αύξηση των επιτοκίων. Δεν πρέπει να λησμονούμε, ωστόσο, ότι οι αποδόσεις των ομολόγων είναι χαμηλές και οι αποτιμήσεις των μετοχών δεν είναι φθηνές. Το ευμετάβλητο αυτό περιβάλλον οδηγεί στην ανάγκη για επαγγελματική διαχείριση και έμφαση στη διαχείριση του ρίσκου».
Πόσα χρήματα, όμως, πρέπει να διαθέσει κάποιος για να δημιουργήσει το προσωπικό του προϊόν;
«Ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα των αμοιβαίων κεφαλαίων, το οποίο καταρρίπτει τον μύθο ότι για να επενδύσει κανείς απαιτούνται σημαντικά κεφάλαια, είναι ότι μπορεί κανείς να ξεκινήσει την επένδυσή του με ένα πολύ μικρό αρχικό ποσό. Αυτό το ποσό μπορεί να γίνει υπολογίσιμο μακροπρόθεσμα, φτάνει να ακολουθεί κανείς την παλιά καλή συνταγή των τακτικών καταβολών, καθώς επανεπενδύοντας σε διαφορετικά επίπεδα τιμών εξομαλύνονται οι διακυμάνσεις των αγορών. Στην αγορά υπάρχουν προϊόντα που είναι σχεδιασμένα για να βοηθήσουν τους επενδυτές να τηρήσουν την απαραίτητη επενδυτική συνέπεια και πειθαρχία. Οι επενδυτές πρέπει να αντιληφθούν επίσης ότι για να αποδώσουν οι επενδύσεις τους και να δουν το κεφάλαιό τους να αναπτύσσεται, απαιτείται χρόνος. Σύμμαχο σε αυτή την προσπάθειά τους αποτελεί και η δύναμη του ανατοκισμού, την οποία άλλωστε ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είχε αποκαλέσει ως το όγδοο θαύμα του κόσμου».
Ποια είναι σήμερα η καλύτερη επιλογή για τον υποψήφιο επενδυτή: τραπεζοασφαλιστικά, αμοιβαία, μετοχές ή κάποια άλλη επένδυση;
«Ίσως η πιο ενδεδειγμένη μορφή επένδυσης για την πλειονότητα των επενδυτών, που δεν έχουν τον χρόνο ή τις εξειδικευμένες γνώσεις για να ασχολούνται καθημερινά με το χαρτοφυλάκιό τους, είναι η επένδυση σε αμοιβαία κεφάλαια. Οι εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων της ελληνικής αγοράς προσφέρουν πληθώρα από διαφορετικά αμοιβαία κεφάλαια, που με τη σειρά τους έχουν πλεονεκτήματα όπως είναι η επαγγελματική διαχείριση, η διασπορά του κινδύνου, αλλά και η ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση. Παράλληλα, το γεγονός ότι προσφέρουν πρόσβαση σε μία ευρύτατη γκάμα επενδυτικών επιλογών, σε όλες τις αγορές του κόσμου, έχουν καταστήσει διεθνώς τα αμοιβαία κεφάλαια ως την ευνόητη επιλογή για το μεγαλύτερο ποσοστό των αποταμιευτών/επενδυτών. Τέλος, μην ξεχνάμε και το σημαντικό προτέρημα της άμεσης ρευστότητας που προσφέρουν τα αμοιβαία κεφάλαια».
Ως πρόεδρος της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, ποιες είναι οι προτεραιότητες για τη φετινή χρονιά;
«Το τρίπτυχο Περιβάλλον, Κοινωνία και Εταιρική Διακυβέρνηση (ESG) καθώς και ο στόχος του net zero βρίσκονται διεθνώς στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος, με την Ευρώπη να πρωτοστατεί. Δική μας βασική προτεραιότητα, ως Ένωση Θεσμικών Επενδυτών, αποτελεί η ενίσχυση των δράσεών μας σε θέματα που αφορούν τις σημερινές επείγουσες προκλήσεις, όπως η βιώσιμη ανάπτυξη. Ειδικότερα, αποσκοπούμε να προσφέρουμε στα μέλη μας τη δυνατότητα της μεταξύ τους διασύνδεσης, αλλά και της διασύνδεσής τους με τρίτους αρμόδιους φορείς τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Υποσχόμαστε επίσης να ασκήσουμε τη θεσμική επιρροή μας για την περαιτέρω εξέλιξη του υφιστάμενου πλαισίου, την επιμόρφωση των εμπλεκόμενων μερών και τη δημοσιοποίηση των στόχων και των δράσεών μας, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στη δημιουργία θετικού αντίκτυπου».
Ποια είναι η θέση σας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας; Πιστεύετε ότι απειλείται από το υψηλό δημόσιο χρέος ή την εξάπλωση της πανδημίας που μπορεί θεωρητικά να οδηγήσει σε νέο lockdown;
«Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ανοδική τροχιά, γεγονός που πιστοποιείται από τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, την πτώση στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, αλλά και το outlook από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Ευελπιστούμε δε ότι έως το 2023 θα λάβουμε έπειτα από πολλά χρόνια ξανά την αξιολόγηση investment grade. Το κόστος εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους είναι χαμηλό και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να διατηρήσει επί μακρόν χαμηλά τα επιτόκια, καθιστώντας το χρέος διαχειρίσιμο. Χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει το μέλλον, η πιθανότητα ενός καθολικού lockdown φαίνεται ότι δεν αποτελεί το βασικό σενάριο αυτή τη στιγμή».
Η κουλτούρα του μέσου Έλληνα πολίτη περιλαμβάνει την τοποθέτηση κεφαλαίων σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις ή οι χαμηλοί μισθοί δεν επιτρέπουν μία τέτοια κίνηση;
«Παραδοσιακά οι Έλληνες είτε αποταμίευαν σε καταθετικούς λογαριασμούς, είτε επένδυαν σε ακίνητα. Η Ελλάδα, δυστυχώς, μπήκε σε μια διαρκή κρίση από το 2008, όταν ξεκίνησε η παγκόσμια τραπεζική κρίση με την κατάρρευση της Lehman Brothers, συνεχίστηκε με την αγωνία του Grexit και της ενδεχόμενης επιστροφής στη δραχμή και συνεχίζεται με την πανδημία Covid-19. Σε όλο αυτό το διάστημα οι Έλληνες απολάμβαναν μικρότερα καθαρά εισοδήματα από μισθούς, αποδόσεις επενδύσεων, αξίες και εισοδήματα ακινήτων, με αποτέλεσμα οι συνολικές αποταμιεύσεις σε επενδύσεις εκτός μετρητών και ακινήτων να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 1% του ΑΕΠ της χώρας, συγκρινόμενο με έναν ευρωπαϊκό μέσο όρο που ανέρχεται σε περίπου 25%. Είμαστε αισιόδοξοι, όμως, ότι τα πράγματα βελτιώνονται και ο μέσος πολίτης έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται την ανάγκη τοποθέτησης των κεφαλαίων του σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις, όπως άλλωστε κάνουν οι πολίτες όλων των ανεπτυγμένων χωρών».