Την έναρξη ουσιαστικού διαλόγου με στόχο την άμεση επαναλειτουργία του εμπορικού λιμένα του Πειραιά ζητούν τοπικοί φορείς, καθώς «η αγορά ασφυκτιά, με τα εμπορεύματα προς εισαγωγή και εξαγωγή να βρίσκονται παγιδευμένα εξαιτίας της απεργιακής κατάστασης».
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά, με πρωτοβουλία του προέδρου του, Βασίλη Κορκίδη, πραγματοποιήθηκε στα γραφεία του σύσκεψη στην οποία έλαβαν μέρος ο πρόεδρος της Διεθνούς Ναυτικής Ένωσης (ΔΝΕ), Αντώνης Βενιέρης, ο πρόεδρος του Συλλόγου Ιδιοκτητών Αυτοκινητιστών Φορτηγών Ελευθέρας Ζώνης Πειραιά και Τελωνείων (ΣΙΑΦΕΖΠΤ), Παναγιώτης Τεγρέλης, ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εταιρειών Εθνικών Οδικών Μεταφορών (ΠΣΕΕΟΜ), Νίκος Κοττάκης, και τα προεδρεία της ΕΝΕΠΕΜ και του ΣΥΝΕΔΕΠ.
Στη σύσκεψη αποφασίστηκε να ζητηθεί:
1. Η παρέμβαση του υπουργού για επείγουσα συνάντηση των Σωματείων Εργαζομένων με την Cosco- PCT S.A., στο πλαίσιο της έναρξης ενός ουσιαστικού διαλόγου, με στόχο την άμεση επαναλειτουργία του εμπορικού λιμένα του Πειραιά.
2. Η δημιουργία μιας μικτής Επιτροπής, που θα συνεδριάζει από κοινού, για θέματα Υγιεινής και Ασφάλειας, με τη συμμετοχή εκπροσώπων εργαζομένων και εργοδοτών και του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛ.ΙΝ.Υ.Α.Ε.), ως επίσημου φορέα των κοινωνικών εταίρων.
3. Η ανακοίνωση από την πλευρά της Cosco- PCT S.A. για αποζημίωση και αποκατάσταση της οικογένειας του άτυχου λιμενεργάτη.
Στην κοινή επιστολή που συνυπέγραψαν οι συμμετέχοντες φορείς των παραγωγικών τάξεων, τονίζεται, μεταξύ άλλων «η καθοριστική σημασία της παρέμβασης του υπουργού Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής, δεδομένου ότι, στην παρούσα συγκυρία, η αγορά ασφυκτιά, με τα εμπορεύματα προς εισαγωγή και εξαγωγή να βρίσκονται παγιδευμένα εξ αιτίας της απεργιακής κατάστασης και έναν μεγάλο αριθμό πλοίων να βρίσκεται είτε σε κατάσταση αναμονής, είτε παράκαμψης του λιμανιού του Πειραιά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ομαλή τροφοδοσία της αγοράς, αλλά και την αποστολή εξαγώγιμων προϊόντων».
Τέλος, όπως υπογραμμίζεται, εξαιτίας της κατάστασης που επικρατεί στη διεθνή κοινότητα, «υφίσταται κίνδυνος να παρουσιαστούν σοβαρές ελλείψεις στην αγορά αλλά και επιβάρυνσης του τελικού κόστους των αγαθών».