Του Μιχάλη Ψύλου
«Η σύνταξη είναι μακράν στην πρώτη θέση στον κατάλογο προτεραιοτήτων για όλες τις γενιές στη Γερμανία και πρέπει να το αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου», γράφει η εφημερίδα Die Welt, επικαλούμενη έρευνα του ινστιτούτου Forsa.
«Η πλειοψηφία των Γερμανών θέλει μια βιώσιμη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που θα διασφαλίσει επίσης τις συντάξεις στο μέλλον χωρίς να επιβαρύνει οικονομικά τη νεότερη γενιά», είναι το σημαντικότερο συμπέρασμα που απορρέει από την έρευνα του γερμανικού ινστιτούτου, την οποία ανέθεσε η Συνομοσπονδία Γερμανικών Ενώσεων Εργοδοτών (BDA).
Στη Γαλλία, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ετοιμάζεται επίσης να ανοίξει ξανά τον φάκελο της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης , που όλοι πίστευαν ότι είχε «θαφτεί», επτά μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές , την ερχόμενη άνοιξη. «Θα πρέπει να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις», προειδοποιούν σύμβουλοι του Μακρόν, όπως αποκαλύπτει η εφημερίδα Les Echos. «Πριν από τα Χριστούγεννα, θα κάνουμε σκληρές επιλογές σχετικά με την οικονομική ανεξαρτησία της χώρας για να μην αφήσουμε να ξεφύγει το χρέος», λέει ένας σύμβουλος του Γάλλου προέδρου . Σύμφωνα με την γαλλική οικονομική εφημερίδα, ο Μακρόν «θα ήθελε να καταργήσει τα ειδικά συνταξιοδοτικά συστήματα και να καθορίσει την ελάχιστη σύνταξη στα 1.000 ευρώ».
Στην Ιταλία, εκπνέει επισήμως στις 31 Δεκεμβρίου το ασφαλιστικό σύστημα:”Quota 100”: Με αυτόν τον τύπο συνταξιοδότησης, οι Ιταλοί εργαζόμενοι μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους μπορούν να συνταξιοδοτηθούν σε ηλικία 62 ετών , εφόσον έχουν συμπληρώσει τα απαραίτητα έτη εισφοράς.
Το ερώτημα είναι τι ασφαλιστικό σύστημα θα εφαρμοστεί στο εξής, καθώς δημιουργείται ένα πολύ μεγάλο κενό, εάν η κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι δεν σπεύσει να προωθήσει και να εγκρίνει την επόμενη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση.
Οι φήμες που κυκλοφορούν για τα διάφορα σενάρια ασφαλιστικής μεταρρύθμισης είναι πολλές, ωστόσο, προς το παρόν οι υποψήφιοι συνταξιούχοι αγωνιούν καθώς δεν υπάρχει μια ενιαία απάντηση μεταξύ των διαφόρων κομμάτων που συγκροτούν την κυβέρνηση. Το πιθανότερο είναι ότι δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα συνταξιοδότησης στα 62 αλλά πέντε χρόνια αργότερα, στα 67.
Στο Βέλγιο, η υπουργός αρμόδια για το Ασφαλιστικό σύστημα , Καρίν Λαλιέ, παρουσίασε τα σχέδιά της για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Συνταξιοδότηση πριν τα 67 χρόνια, αλλά χαλάρωση των κανονισμών που ισχύουν σήμερα σχετικά με την πρόωρη συνταξιοδότηση. Η σοσιαλίστρια Λαλιέ σχεδιάζει να προτείνει την επιλογή πρόωρης συνταξιοδότησης από την ηλικία των 60 ετών, για όσους εργαζόμενους έχουν αρχίσει πολύ νωρίς την επαγγελματική τους σταδιοδρομία και έχουν συμπληρώσει 42 χρόνια δουλειάς . Η υπουργός θέλει επίσης να διασφαλίσει ότι οι εργαζόμενοι δικαιούνται ελάχιστη σύνταξη εάν έχουν εργαστεί για 10 χρόνια και έχουν πληρώσει ασφαλιστικές εισφορές. Προτείνει επίσης την αύξηση της κατώτατης σύνταξης για τους εργαζόμενους που έχουν εργαστεί για 45 χρόνια σε 1.500 ευρώ καθαρά έως το 2024. Το πρόβλημα είναι βέβαια ότι ο Χριστιανοδημοκράτης υπουργός Οικονομικών του Βελγίου Βίνσεντ φαν Πέτεγκεμ , διατηρεί τις αμφιβολίες του: «Πρέπει να εξετάσουμε την οικονομική βιωσιμότητα αυτού του συστήματος. Στόχος είναι να διαμορφωθεί το συνταξιοδοτικό σύστημα για να επιβιώσει στο μέλλον. Κάποιος που ξεκινά να εργάζεται σήμερα πρέπει να είναι σίγουρος ότι θα λάβει σύνταξη όταν συμπληρώσει την ηλικία συνταξιοδότησης. Και μάλιστα ,σύνταξη με την οποία να μπορεί να διατηρήσει το βιοτικό του επίπεδο».
«Μαύρες» σκέψεις από την ΕΕ
Την αγωνία και την ανησυχία των Ευρωπαίων για τα όρια συνταξιοδότησης ήρθε να ενισχύσει άλλωστε , έκθεση της ΕΕ που είδε το φως της δημοσιότητας τον περασμένο Μάιο . Στην έκθεση των 350 σελίδων που εκπόνησε η Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής (CPE) για τις «οικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις για τα κράτη μέλη της ΕΕ ως το 2070», διατυπώνονται προτάσεις για αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης σε διάφορες χώρες -μέλη. «Δυστυχώς, αυτό προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δουλειά μέχρι τα 70 ή και ακόμη περισσότερο», λέει ο Βέλγος ευρωβουλευτής Μαρκ Μποτενγκά , μέλος της ομάδας της «Αριστεράς», στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Η ΕΕ χρησιμοποιεί πάντα τις ίδιες συνταγές και καταστρέφει το κοινωνικό επίπεδο». Μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο France 24, ο Μποτενγκά τονίζει χαρακτηριστικά: «Μας λένε ότι πρέπει να εργαστούμε περισσότερο… Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή προτείνει να αυξηθεί η ηλικία συνταξιοδότησης στα 70 χρόνια και ειδικά στη Λιθουανία στα 72, τη στιγμή μάλιστα που στη χώρα αυτή της Βαλτικής το προσδόκιμο ζωής είναι… 71,5 χρόνια», λέει ο Βέλγος ευρωβουλευτής και προσθέτει: «Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια διαδικασία καταστροφής όσων έχουμε κατακτήσει, με το σύστημα να προσπαθεί να δέσει μόνιμα τη λιτότητα στη συνείδησή μας» . Εκπρόσωπος της Κομισιόν έσπευσε πάντως να διαβεβαιώσει ότι «η έκθεση που είδε το φως της δημοσιότητας , έχει μόνο ενημερωτική και καμία δεσμευτική αξία». «Η έκθεση του 2021 για τη γήρανση παρουσιάζει πράγματι μακροπρόθεσμες μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις (στους τομείς των συντάξεων, της υγείας και της εκπαίδευσης) για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, αλλά συντάσσεται από κοινού με τα κράτη μέλη. Όλες οι υποθέσεις στις οποίες βασίστηκε αυτή η έκθεση συζητήθηκαν προηγουμένως (εκτενώς) και υποβλήθηκαν στα κράτη μέλη για συμφωνία. Αυτή η έκθεση καταρτίζεται κάθε 3 χρόνια - από το 2006 », δήλωσε εκπρόσωπος της Κομισιόν στη γαλλική ιστοσελίδα «20 minutes.fr».
Η έρευνα του ινστιτούτου Forsa στη Γερμανία ,έδειξε πάντως ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών ζητάει επειγόντως λύσεις για τις συντάξεις. Το 65% των ερωτηθέντων θεωρεί ως «πολύ σημαντική μια βιώσιμη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που θα διασφαλίσει επίσης ικανοποιητικές συντάξεις στο μέλλον χωρίς να επιβαρύνει τη νέα γενιά». Ένα άλλο 32% πιστεύει επίσης ότι είναι τουλάχιστον «σημαντικό» η νέα κυβέρνηση να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο ασφαλιστικό ζήτημα.
Το εντυπωσιακό είναι η μεγάλη συνάφεια που έχει το συνταξιοδοτικό ζήτημα με τους νεότερους. Στην ηλικιακή ομάδα 18 έως 29 ετών, το 69 % θεωρεί τη βιώσιμη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση ως "πολύ σημαντική". Μεταξύ των ατόμων ηλικίας 30 έως 44 ετών, το 68% έχει την ίδια άποψη.
« Οι πολίτες έχουν προφανώς την εντύπωση ότι η συνταξιοδοτική πολιτική του απερχόμενου Μεγάλου Συνασπισμού δεν έλαβε υπόψη τα συμφέροντά τους και ανησυχούν για το αν θα έχουν μια αξιοπρεπή σύνταξη αργότερα», γράφει η Die Welt,αξιολογώντας τα αποτελέσματα της έρευνας. Το γεγονός αυτό αναμένεται να επιδράσει και στο αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών , καθώς οι Χριστιανοδημοκράτες και φυσικά η Ένωση Εργοδοτών δεν αποκλείουν τη μείωση των συντάξεων, σε αντίθεση με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους που κατ` αρχήν τονίζουν ότι θα πρέπει να διατηρηθούν τουλάχιστον στα σημερινά επίπεδα του 48% των αποδοχών . Η Αριστερά προτείνει μάλιστα αύξηση της σύνταξης στο 53% των αποδοχών και μείωση του ορίου συνταξιοδότησης. Η Γερμανική Συνδικαλιστική Ομοσπονδία (DGB) θεωρεί θετικά τα συνταξιοδοτικά σχέδια των τριών κομμάτων - και ιδίως της Αριστεράς, γράφει η Die Welt.
Το προσδόκιμο ζωής για πλούσιους και φτωχούς
Ο διάσημος Γερμανός οικονομολόγος ,Μάρτσελ Φράτσερ, Πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) , στο Βερολίνο τονίζει με άρθρο του στην Die Zeit την ανάγκη μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος , όχι μόνοι για δημογραφικούς λόγους. Ο Φράτσερ εκτιμά ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα είναι κοινωνικά άδικο. «Το συνταξιοδοτικό μας σύστημα αναπτύσσεται όλο και περισσότερο προς μια μαζική ανακατανομή από κάτω προς τα πάνω, από τους φτωχούς προς τους πλούσιους», λέει ο Γερμανός οικονομολόγος . Γιατί ο Φράτσερ θεωρεί το συνταξιοδοτικό σύστημα άδικο; Όπως λέει ,η αδικία έγκειται στο διαφορετικό προσδόκιμο ζωής ανάλογα με τη θέση στη δουλειά και το επίπεδο εκπαίδευσης των εργαζομένων. Μελέτη του DIW έδειξε ότι υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα, ειδικά για τους άνδρες: οι δημόσιοι υπάλληλοι ζουν κατά μέσο όρο πέντε χρόνια περισσότερα από τους χειρώνακτες εργαζόμενους. Για τις γυναίκες, η διαφορά είναι ακόμα τρία χρόνια.
Οι άνδρες δημόσιοι υπάλληλοι στην ηλικία των 65 ετών μπορούν ακόμη να βασίζονται σε επιπλέον 21,5 χρόνια ζωής , ενώ οι ιδιωτικοί υπαλλήλοι της ίδιας ηλικίας και οι αυτοαπασχολούμενοι ζουν κατά μέσο όρο άλλα 19 χρόνια. Το χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, λέει ο Φράτσερ, συνδέεται με μεγαλύτερο σωματικό και ψυχολογικό στρες στη δουλειά, όπως θα έδειχναν τα δεδομένα. «Για να το θέσω αλλιώς: αν ασκείς χειρωνακτική εργασία ,είναι πιο πιθανό να πεθάνεις γρηγορότερα ,από κάποιον που εργάζεται στο γραφείο», λέει ο Γερμανός οικονομολόγος.
Εφιάλτης για τους νέους
«Αυτό το διαφορετικό προσδόκιμο ζωής θέτει υπό αμφισβήτηση την αρχή της ισοδυναμίας στη νόμιμη σύνταξη», προσθέτει και προειδοποιεί ότι «απλά ,η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης θα επιδεινώσει το ήδη υπάρχον χάσμα: πολλοί δεν θα αντέξουν καν μέχρι την ηλικία συνταξιοδότησης». Σύμφωνα με τις τελευταίες δημογραφικές προβλέψεις της Eurostat, ο δείκτης οικονομικής εξάρτησης ηλικιωμένων για να παραμείνει το 2040 στην ΕΕ ο ίδιος με αυτό που είναι σήμερα , θα πρέπει το εργατικό δυναμικό να συνεχίζει να δουλεύει ως την ηλικία των 70 ετών», αναφέρει το RTL. Ο δείκτης εξάρτησης δείχνει πόσοι συνταξιούχοι αντιστοιχούν ανά 100 παραγωγικά μέλη του πληθυσμού. Για παράδειγμα, το Λουξεμβούργο έχει σήμερα τον χαμηλότερο δείκτη οικονομικής εξάρτησης στην Ευρώπη (22%), έναντι 35% στην Ελλάδα και 39% στην Ιταλία. «Οι τελευταίες προβλέψεις της Eurostat υποδηλώνουν ότι μόνο οι εργαζόμενοι στη Μάλτα, την Ουγγαρία και τη Σουηδία θα μπορούσαν να συνταξιοδοτηθούν πριν από την ηλικία των 70 ετών», μεταδίδει το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA.
«Ειδικά για τους νέους , η συνταξιοδότηση θα είναι ένας …εφιάλτης» προειδοποιεί η ιταλική εφημερίδα La Repubblica. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, έκθεση του ινστιτούτου Euris και του Εθνικού Συμβουλίου Νεολαίας παρουσιάζει μια δραματική εικόνα της κατάστασης για τους νέους ανθρώπους κάτω των 35 ετών που μπήκαν πρόσφατα στη δουλειά: « Με θέσεις εργασίας χωρίς συνέχεια, αλλά και με μεγάλη επισφάλεια, πρέπει να αναμένουν μια αβέβαιη γήρανση και άγνωστα όρια επιβίωσης. Αυτή θα είναι η εποχή της φτώχειας».
Για τους σημερινούς 35αρηδες, «το μακρινό μέλλον είναι ένας εφιάλτης. Απ` όσους μετείχαν στην έρευνα ,μόνο το 32% ζήτησε πληροφορίες σχετικά με τις καταβληθείσες εισφορές. Το ίδιο ποσοστό ελπίζει να έχει τουλάχιστον 1000 ευρώ σύνταξης. Οι δύο στους τρεις περιμένουν πολύ χαμηλότερη», γράφει η La Repubblica και προσθέτει: « Μια ιδέα είναι όμως αυτή που ενώνει σχεδόν όλους τους νέους: Το κράτος (αλλά και η ΕΕ) πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα (94%). Πώς; Με την πάταξη της φοροδιαφυγής ή μέσω της αύξησης της φορολογίας στα υψηλότερα εισοδήματα.