Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Με το κύμα των μεγάλων ανατιμήσεων να βρίσκεται προ των πυλών, απειλώντας το εισόδημα των νοικοκυριών -και δη των πιο ευάλωτων-, το οικονομικό επιτελείο καλείται να αναθεωρήσει την πρόβλεψή του για την πορεία της φετινής οικονομίας λαμβάνοντας υπόψη και τα αποτελέσματα για την πορεία του ΑΕΠ στο πρώτο εξάμηνο (σχετικές ανακοινώσεις αναμένονται αύριο Τρίτη) και να συνυπολογίσει τη «ζημιά» που θα προκαλέσει στο εθνικό εισόδημα το κύμα ανατιμήσεων.
Πρακτικά, οφείλει να υπολογίσει με ασφάλεια έναν δημοσιονομικό χώρο που θα χρηματοδοτήσει πρόσθετα μέτρα στήριξης για το 2022 χωρίς να απειληθεί το πρωτογενές αποτέλεσμα της επόμενης χρονιάς. Και όλα αυτά εν μέσω της αβεβαιότητας που εξακολουθεί να δημιουργεί η εξέλιξη της πανδημίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση θα προσανατολιστεί στις «συνετές» αποφάσεις. Ο πρωθυπουργός θα ανακοινώσει τα άμεσα και προσωρινού χαρακτήρα πρόσθετα μέτρα στήριξης με στόχο να προληφθεί η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος από το κύμα ακρίβειας σε μια εξαιρετικά κρίσιμη χρονική συγκυρία κατά την οποία η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας είναι το μεγάλο ζητούμενο. Από εκεί και πέρα, αναμένεται να υπάρξουν ανακοινώσεις για τον «οδικό χάρτη» που θα ακολουθηθεί μέχρι τη λήξη της κυβερνητικής θητείας. Αυτός θα περιλαμβάνει το χρονοδιάγραμμα της μείωσης των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών και ουσιαστικά θα αξιοποιεί τον δημοσιονομικό χώρο που προβλέπεται ότι θα δημιουργηθεί από τη διαφορά των προβλεπόμενων δημοσιονομικών επιδόσεων με τους δημοσιονομικούς στόχους που θα συμφωνηθούν με τους Ευρωπαίους για τα επόμενα χρόνια. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση είναι πολύ πιθανό ότι δεν θα εξαντλήσει από τώρα το «οπλοστάσιό» της -δηλαδή όλο τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο-, αλλά θα αφήσει πόρους στην άκρη ώστε να υπάρχει το περιθώριο ανακοίνωσης και πρόσθετων μέτρων στήριξης τον χειμώνα, στο περιθώριο κατάθεσης και ψήφισης του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού του 2022 στη Βουλή.
Αντίρροπες δυνάμεις
H τελική ποσοτικοποίηση του προϋπολογισμού των μέτρων στήριξης θα εξαρτηθεί και σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα στοιχεία που θα ανακοινωθούν αυτή την εβδομάδα. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται αυτή τη στιγμή εν μέσω αντίρροπων δυνάμεων. Από τη μια η φετινή τουριστική σεζόν φαίνεται να έχει πάει αρκετά καλύτερα από ό,τι αρχικά αναμενόταν, ενώ ταχύτατη εμφανίζεται και η αύξηση της κατανάλωσης. Από την άλλη, όμως, το εισόδημα των νοικοκυριών απειλείται ευθέως πλέον από ένα κύμα ανατιμήσεων που θα αγγίξει σχεδόν όλα τα προϊόντα ευρείας κατανάλωσης (σ.σ.: εκπρόσωποι του κλάδου μιλούν ήδη για ανατιμήσεις της τάξεως το 4%-6% στα είδη supermarket) και κυρίως το ενεργειακό κόστος: ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης (σ.σ.: οι αρμόδιοι το «βλέπουν» από το 1,05 έως το 1,15 με την έναρξη της φετινής σεζόν) και φυσικά βενζίνη και πετρέλαιο κίνησης που ήδη πωλείται 15%-20% ακριβότερα σε σχέση με τις αρχές του χρόνου. Πρώτες σαφείς ενδείξεις για την αλληλεπίδραση αυτών των αντίρροπων δυνάμεων θα υπάρξουν αυτή την εβδομάδα. Ενώ στις 7 Σεπτεμβρίου θα δοθεί μια σαφής εικόνα για την πορεία του ΑΕΠ στο πρώτο εξάμηνο (σ.σ.: θα έχουν επικαιροποίηση των στοιχείων για το α’ τρίμηνο και ανακοίνωση της πορείας της οικονομίας για το διάστημα Απριλίου-Ιουνίου), στις 9 Σεπτεμβρίου θα δοθούν τα στοιχεία για την πορεία του πληθωρισμού τον Αύγουστο.
Ο πληθωρισμός
Η εξέλιξη των τιμών σε διεθνές επίπεδο προϊδεάζει για μεγάλη μεταβολή και στην Ελλάδα. Η Ευρωζώνη «έτρεξε» τον Αύγουστο με πληθωρισμό 3%, οπότε κάτι ανάλογο αναμένεται και για την Ελλάδα, η οποία άλλωστε είναι πιο «ευάλωτη» στις μεγάλες αυξήσεις των πρώτων υλών και του φυσικού αερίου λόγω εισαγωγών. Υπάρχει μια ακόμη κρίσιμη ανακοίνωση αυτή την εβδομάδα: αυτή του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Εν μέσω… θυέλλης στην παγκόσμια αγορά αναμένεται ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες θα δώσουν ένα σαφές στίγμα για το τι πρόκειται να συμβεί στη νομισματική πολιτική, ακόμη και αν δεν ανακοινωθούν συγκεκριμένες παρεμβάσεις στην παρούσα φάση.
Το πιθανότερο αυτή τη στιγμή είναι ότι το ΑΕΠ του β’ τριμήνου θα ανακοινωθεί ότι έκλεισε με μεγάλη αύξηση άνω του 10%, ότι ο πληθωρισμός θα παρουσιάσει επίσης τη μεγαλύτερη αύξηση που θα έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια σε μηνιαία βάση, και ότι η ΕΚΤ δεν θα σπεύσει να λάβει άμεσα μέτρα περιορισμού της ρευστότητας στην αγορά αναμένοντας την εξέλιξη του πληθωριστικού φαινομένου.
Αναθεώρηση προβλέψεων
Στο οικονομικό επιτελείο, όμως, θα πρέπει να καταλήξουν σε μια αναθεωρημένη πρόβλεψη για την πορεία της οικονομίας φέτος καθώς βάσει αυτής θα διαμορφωθεί και το διαθέσιμο ποσό για τη χρηματοδότηση των πρόσθετων μέτρων στήριξης. Η «λογική» είναι η εξής: Ο προϋπολογισμός του 2022 έχει προετοιμαστεί με την πρόβλεψη ότι το 2021 θα κλείσει με ρυθμό ανάπτυξης 3,6% και ότι την επόμενη χρονιά θα αποτυπωθεί ένα πρωτογενές έλλειμμα της τάξεως των 900 εκατ. ευρώ. Σε αυτή τη δημοσιονομική επίδοση έχουν ήδη συμπεριληφθεί, το κόστος για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις μονάδες και το 2022, η πρόσθετη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών επικουρικής ασφάλισης κατά 0,5%, το πάγωμα της εισφοράς αλληλεγγύης και για το 2022, τουλάχιστον για τα εισοδήματα του ιδιωτικού τομέα, αλλά και η μείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων από το 24% στο 22%. Το δημοσιονομικό κόστος αυτών των μέτρων (μαζί με κάποιες «ουρές» μέτρων στήριξης για την πανδημία, που επίσης πρέπει να μπουν στον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς) εκτιμάται στα δύο δισ. ευρώ. Από εκεί και πέρα, ανάλογα με το πού θα διαμορφωθεί το ΑΕΠ φέτος θα εξαρτηθεί και το πόσα χρήματα θα διατεθούν επιπλέον για τη χρηματοδότηση πρόσθετων παροχών. Αν το ποσοστό ανάπτυξης φτάσει φέτος στο 4,5%, τότε θα «γεννηθεί» δημοσιονομικός χώρος περίπου 700-800 εκατ. ευρώ. Μέρος αυτού του ποσού θα διατεθεί άμεσα για τη χρηματοδότηση των μέτρων καταπολέμησης του επικείμενου κύματος ακρίβειας, ενώ αναμένεται ότι θα κρατηθούν «δυνάμεις» και για συμπληρωματικές ανακοινώσεις προς το τέλος του χρόνου.
Επανάληψη του χρόνου
Η ίδια «άσκηση» θα γίνει και για το 2023. Θα επικαιροποιηθεί η πρόβλεψη για την πορεία του ΑΕΠ κατά την επόμενη χρονιά (δεδομένου ότι ταχύτερη ανάπτυξη στο προηγούμενο έτος επηρεάζει και την πορεία του ΑΕΠ της επόμενης) και θα μετρηθούν οι συνέπειες σε δημοσιονομικό επίπεδο. Για το 2023 υπάρχει και μια μεγάλη «εκκρεμότητα»: να οριστικοποιηθεί ο δημοσιονομικός στόχος που θα πρέπει να επιτύχει η χώρα.
Η συζήτηση θα γίνει ούτως ή άλλως πανευρωπαϊκά στο πλαίσιο του διαλόγου για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Οποιοσδήποτε στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος κάτω του 2% εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει πρόσθετο δημοσιονομικό στόχο και για το 2023. Δεδομένου μάλιστα ότι θα έχει λήξει και η μεταμνημονιακή εποπτεία, το πιθανότερο είναι ότι για το συγκεκριμένο έτος θα δρομολογηθούν όλα τα μέτρα μόνιμου χαρακτήρα. Το ενδεχόμενο να υπάρξει αναφορά από τον πρωθυπουργό και στα μέτρα που θα εφαρμοστούν τη συγκεκριμένη χρονιά (έστω και σε γενικές γραμμές) είναι ανοικτό.