Γήρανση και μείωση του πληθυσμού στην Ελλάδα

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ
Δευτέρα, 02 Απριλίου 2007 15:31
UPD:15:34

Τον κώδωνα του κινδύνου για τη γήρανση του πληθυσμού στην Ελλάδα κρούει η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία.

Την ώρα που ο αριθμός των γεννήσεων μειώνεται σταθερά, ο δείκτης γήρανσης κατά την περίοδο 1994 – 2003, ακολουθεί έντονα ανοδική πορεία, φθάνοντας το 2005 στην αντιστοιχία των 127 ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω, για κάθε 100 άτομα ηλικίας 0 – 14 ετών, έναντι 83 ατόμων το 1994.

Όπως επισημαίνεται, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1994 – 2003 και μέχρι το 2005, η σύνθεση του πληθυσμού κατά ομάδες ηλικιών με βάση το σύνολο του υπολογιζόμενου πληθυσμού έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές, που εντοπίζονται σε τρεις ομάδες ηλικιών:

Η αναλογία των παιδιών ηλικίας 0 – 14 ετών μειώθηκε από 17,8%, που ήταν το 1994, σε 14,4% το 2005, ενώ η ομάδα των ατόμων σε ηλικία συνταξιοδότησης 65 ετών και άνω αυξήθηκε από 14,8%, που ήταν το 1994, σε 18,3% το 2005. Η αναλογία του οικονομικώς ενεργού πληθυσμού ηλικίας 15 – 64 ετών μειώθηκε από 67,4% το 1994 σε 67,3% το 2005. Σε σχετικούς αριθμούς η ηλικιακή ομάδα των παιδιών 0 – 14 ετών εμφανίζει το 2005 μείωση κατά 14,9% σε σχέση με το 1994, ενώ ο οικονομικώς ενεργός πληθυσμός 15 – 64 ετών εμφανίζει, αντίστοιχα, αύξηση κατά 5,1% και ο γεροντικός πληθυσμός ηλικίας 65 ετών και άνω αυξάνεται κατά 29,9%, την αντίστοιχη χρονική περίοδο.

Μείωση γεννήσεων

Μικρή μείωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη, παρουσίασε η γονιμότητα στην Ελλάδα κατά το έτος 2005. Γενικά ο ακαθάριστος συντελεστής γεννητικότητας παρουσίασε πτωτική τάση κατά την περίοδο 1994 – 2003, δηλαδή από 9,8 γεννήσεις ανά πληθυσμό 1.000 ατόμων το 1994, μειώθηκε στις 9,6 γεννήσεις το 2004 και στις 9,7 γεννήσεις το 2005.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1994 – 2003 και μέχρι το τέλος του 2004 ο συντελεστής ολικής γονιμότητας εμφανίζει σταθερή μείωση. Από 2,09 γεννήσεις ανά μητέρα το 1981, ποσοστό που αγγίζει το όριο αντικατάστασης των γενεών (2,1), μειώθηκε στο 1,36 το 1994 και, ακολουθώντας πτωτική πορεία, έφθασε το 1,31 το 2004, ενώ το 2005 παρουσιάζει ελαφρά αύξηση και φθάνει το 1,34, παραμένοντας έτσι κάτω από το όριο αντικατάστασης.

Την ίδια ώρα, ο ακαθάριστος δείκτης θνησιμότητας παρουσιάζει, ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1980, μια μικρή, αλλά σταθερά ανοδική, πορεία που κυμαίνεται μεταξύ 8,9 θανάτων επί πληθυσμού 1.000 ατόμων το έτος 1981, 9,3 το έτος 1994 και 9,5 το 2005. Η μικρή αυτή άνοδος οφείλεται, κυρίως, στην αύξηση των θανάτων που προέρχονται από τις ηλικίες 75 ετών και άνω, εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού. Η μέση ηλικία κατά το θάνατο, που το 1994 ήταν 71,6 για τους άρρενες και 77,4 για τις θήλεις, άρχισε να αυξάνεται σταδιακά, κατά περίπου δύο έτη, φθάνοντας το 2005 τα 73,2 έτη για τους άνδρες και τα 79,2 έτη για τις γυναίκες, ενώ το 2004 ήταν 73,1 και 79,1 έτη, αντίστοιχα.

Μείωση του πληθυσμού στην Ελλάδα

Τέλος, μείωση θα παρουσιάσει τα επόμενα χρόνια ο πληθυσμός της Ελλάδας, σύμφωνα με τελευταίες διαθέσιμες πληθυσμιακές προβολές, οι οποίες βασίζονται στα αποτελέσματα της τελευταίας Απογραφής του 2001. Συγκεκριμένα βάσει της μέσης εκδοχής ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδος το 2050 θα ανέρχεται σε 10.778.997 άτομα, η δομή όμως του πληθυσμού θα είναι διαφορετική από αυτή του 2000: Η αναλογία των παιδιών ηλικίας 0 – 14 ετών θα μειωθεί από 15,3% το 2000 σε 12,1% το 2050, ενώ η αναλογία της ομάδας ηλικιών 65 ετών και άνω θα αυξηθεί από 16,6% το 2000 σε 31,5% το 2050. Το ποσοστό του οικονομικώς ενεργού πληθυσμού ηλικίας 15 – 64 ετών θα μειωθεί κατά 11,7 ποσοστιαίες μονάδες και από 68,1% το 2000 θα γίνει 56,4% το 2050.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα