Από την έντυπη έκδοση
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Επιστημονική ομάδα της ARTION
με την καθοδήγηση του Γιώργου Δαλιάνη www.artion.gr
Επισφαλείς απαιτήσεις μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων
Με την υπ’ αριθ. 2214/2020 απόφαση της ΔΕΔ Αθήνας έγινε δεκτό ότι το γεγονός ότι δύο επιχειρήσεις είναι συνδεδεμένες με βάση τα κριτήρια του ΚΦΕ δεν ασκεί επιρροή στη φερεγγυότητα όσον αφορά μία ανείσπρακτη απαίτηση. Πιο συγκεκριμένα, στα πλαίσια του εν λόγω ελέγχου, τα ελεγκτικά όργανα διαπίστωσαν: «το εν τοις πράγμασι ανεπίδεκτο των εν λόγω απαιτήσεων συνεκτιμήθηκε και κρίθηκε κατά τη λήψη της επιχειρηματικής απόφασης συνεργασίας με την επιχείρηση ................. Επιπλέον, η επιχειρηματική συνεργασία κατέληξε στο να αποτελεί τον βασικό πελάτη της ελεγχόμενης, δηλαδή το βασικό δίκτυο διανομής των προϊόντων της, με τζίρους δυσανάλογα υψηλούς σε σχέση με τους υπόλοιπους πελάτες. Η θέση του ελέγχου είναι ότι η λήψη της επιχειρηματικής απόφασης να καταστήσει ως βασικό κανάλι διανομής των προϊόντων της την επιχείρηση ................, ιδιοκτησίας της συζύγου του επισφαλούς πελάτη της ελεγχόμενης, αντικατοπτρίζει την πραγματική δυνατότητα είσπραξης της εν λόγω απαίτησης. Η λήψη όλων των διαθέσιμων ένδικων μέσων διεκδίκησης αναγνωρίστηκε από τον έλεγχο, πλην όμως κρίθηκε ανεπαρκής δεδομένων των πραγματικών περιστατικών που καταδεικνύουν διαφορετικό επίπεδο φερεγγυότητας και δυνατότητας είσπραξης των εν λόγω επισφαλών απαιτήσεων». Ωστόσο, η ΔΕΔ αποφάνθηκε ότι υπό το πρίσμα του χαρακτηρισμού μιας επισφαλούς απαίτησης ως ανεπιδέκτου είσπραξης, τόσο το άρθρο 26 του ν. 4172/2013 όσο και η ΠΟΛ.1056/2015 δεν προβλέπουν σε καμία διάταξή τους ότι η σύνδεση μεταξύ επιχειρήσεων επιδρά στη φερεγγυότητά τους. Πολλώ δε μάλλον όταν η σύνδεση αφορά δύο συζύγους, ο καθένας εκ των οποίων διαχειρίζεται ένα διαφορετικό αυτοτελές νομικό πρόσωπο. Η ΔΕΔ κατέληξε στο ότι η κρίση της φορολογικής αρχής περί φερεγγυότητας των εν λόγω εταιρειών, ερειδόμενη αποκλειστικά στο γεγονός ότι η προσφεύγουσα συνεργάστηκε με μία τρίτη εταιρεία, η διαχειρίστρια της οποίας τυγχάνει σύζυγος του διαχειριστή των προαναφερομένων δύο εταιρειών, είναι έωλη και νομικά αβάσιμη. Και με αυτό το σκεπτικό έκρινε ότι πληρούνται οι τιθέμενες στην παράγραφο 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013 προϋποθέσεις και οι λογιστικές διαφορές από τις προβλέψεις επισφαλών πρέπει να διαγραφούν. Τονίζουμε ότι η κρίση αυτή της ΔΕΔ έγινε στα πλαίσια μίας συγκεκριμένης υπόθεσης και με βάση τα πραγματικά περιστατικά αυτής. Δεν πρέπει η κρίση αυτή να εκληφθεί σε καμία περίπτωση ως κανόνας.
Αίτηση πτώχευσης και πρόβλεψη επισφαλούς απαίτησης
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1080/2017 διευκρινίστηκε ότι σε περίπτωση υποβολής αίτησης για κήρυξη ενός οφειλέτη σε πτώχευση ή για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης σύμφωνα με τον ΠτΚ, σε περίπτωση που ο πιστωτής δεν είχε ήδη σχηματίσει πρόβλεψη για το ποσό της επισφαλούς απαίτησης με βάση τις ενέργειες που είχε αναλάβει κατά το παρελθόν για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης, αυτός μπορεί να σχηματίσει φορολογικά αναγνωρίσιμη πρόβλεψη επισφαλούς απαίτησης, κατά τον χρόνο κατάθεσης της σχετικής αίτησης στο δικαστήριο, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 26 του Κ.Φ.Ε, πλην της προϋπόθεσης ανάληψης κατάλληλων ενεργειών για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης.
Δημοφιλή Ερωτήματα
Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί πράξη προσδιορισμού φόρου, έχει δικαίωμα, εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης, να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της ΑΑΔΕ. Κατά της απόφασης της ΔΕΔ ή της σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής, ο υπόχρεος δύναται να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου. Προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια απευθείας κατά οποιασδήποτε πράξης που εξέδωσε η Φορολογική Διοίκηση είναι απαράδεκτη.