Από την έντυπη έκδοση
Των Θάνου Τσίρου και Βασίλη Αγγελόπουλου
H επαναφορά του εργατικού δυναμικού της χώρας από την κατάσταση του «οικονομικά μη ενεργού» στην κατάσταση του «απασχολούμενου» είναι το μεγάλο στοίχημα του οικονομικού επιτελείου για την «επόμενη μέρα» της πανδημίας, καθώς τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής λόγω των ειδικών συνθηκών της πανδημίας παρουσιάζουν μια θολή εικόνα της απασχόλησης.
Παρατηρείται το παράδοξο της αισθητής μείωσης των απασχολούμενων, της αύξησης του μη ενεργού πληθυσμού και ταυτόχρονα της μείωσης της ανεργίας. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Φεβρουάριο αποτυπώνουν ανάγλυφα το… οξύμωρο που επικρατεί στην αγορά εργασίας, ως αποτύπωμα προφανώς των ανατροπών που επέφεραν οι περιορισμοί στη λειτουργία των επιχειρήσεων λόγω του COVID-19 και τη διατήρηση της απασχόλησης μέσω των αναστολών συμβάσεων εργασίας.
Το ποσοστό της ανεργίας υποχώρησε στο 15,9% τον Φεβρουάριο, μειωμένο σε σχέση με το 16,1% του Ιανουαρίου, αλλά και ελάχιστα αυξημένο συγκριτικά με το 15,7% του Φεβρουαρίου του 2020. Οι άνεργοι ανήλθαν σε 700.842 άτομα, μειωμένοι κατά 22.171 (-3,1%) συγκριτικά με τον Φεβρουάριο της περσινής χρονιάς και κατά 11.385 άτομα (-1,6%) σε σχέση με έναν μήνα νωρίτερα. Θα περίμενε κανείς ότι η μείωση της ανεργίας θα συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση της απασχόλησης.
Αντίθετα, καταγράφηκε σημαντική υποχώρηση του αριθμού των απασχολούμενων, οι οποίοι περιορίστηκαν σε 3.707.704 άτομα, μειωμένοι κατά 188.706 ή 4,8% συγκριτικά με τον Φεβρουάριο του 2020, ενώ παρέμειναν αμετάβλητοι σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2021. Μια ματιά μόνο στη γραφική παράσταση που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ και φαίνεται ότι ο αριθμός των απασχολούμενων που καταγράφηκε τον φετινό Φεβρουάριο κινείται στα επίπεδα του Αυγούστου του 2010, δηλαδή στην περίοδο της αφετηρίας της βαθιάς οικονομικής κρίσης που βίωσε η χώρα…
Την ίδια στιγμή, διαπιστώνεται σημαντική αύξηση στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα άτομα που βρίσκονται εκτός εργατικού δυναμικού, δηλαδή όσοι δεν εργάζονται αλλά ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 3.465.570, αυξημένοι κατά 181.586 ή 5,5%, εάν η σύγκριση γίνεται με τον περασμένο Φεβρουάριο και κατά 8.637 ή 0,2% σε σχέση με τον Ιανουάριο της φετινής χρονιάς. Το στοιχείο αυτό περιγράφει ανάγλυφα την εντελώς αντίστροφη πορεία που καταγράφει η αγορά εργασίας, καθώς είναι τουλάχιστον αξιοπερίεργο η ανεργία να μειώνεται και να μην αυξάνεται η απασχόληση, αλλά να αυξάνεται ο οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός… Με δεδομένο ότι τον περασμένο Φεβρουάριο η χώρα βρισκόταν σε καθολικό lockdown, ελέω κορονοϊού και είχαν προσεγγίσει τις 650.000 οι αναστολές συμβάσεων, περιγράφει λίγο καλύτερα το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί. Το στοιχείο αυτό εξηγεί ως ένα βαθμό γιατί μειώνονται οι απασχολούμενοι, αφού σε περίοδο καραντίνας η οικονομική δραστηριότητα ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Εξηγεί επίσης γιατί αυξάνεται και ο οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός, αφού μπροστά στον κίνδυνο να νοσήσουν, αρκετοί εργαζόμενοι προτίμησαν την «ασφάλεια» της οικείας τους, παρά να ξεκινήσουν εργασία εν μέσω καραντίνας.
Από τα υπόλοιπα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ διαπιστώνεται ότι σε επίπεδο φύλου, η ανεργία είναι για άλλο έναν μήνα αισθητά υψηλότερη στις γυναίκες (19%) σε σχέση με τους άνδρες (13,5%). Επίσης διαπιστώνεται ότι αυξήθηκε η ανεργία τον φετινό Φεβρουάριο στις ηλικίες 15-24 ετών. Πιο συγκεκριμένα η «ανεργία των νέων» κυμάνθηκε στο 37,4%, όταν πριν από ένα έτος είχε περιοριστεί στο 36,7%. Οριακά αυξημένη είναι η ανεργία και στις υπόλοιπες ηλικιακές κατηγορίες. Τα στοιχεία δείχνουν ότι στη μεγάλη κατηγορία 25-74 ετών η ανεργία τον Φεβρουάριο του 2021 «έτρεχε» με 14,9%, αυξημένη κατά 0,2 μονάδα σε σχέση με το 14,7% που είχε καταγραφεί έναν χρόνο νωρίτερα.
Μέτρα για την «αποσωλήνωση» Μέσα στην επόμενη εβδομάδα τα υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας θα ανακοινώσουν την παράταση του μέτρου των αναστολών, περιορίζοντας όμως τον αριθμό των εργοδοτών που θα έχουν δικαίωμα χρήσης του συγκεκριμένου μέτρου στήριξης, το οποίο και περιορίζει δραστικά το μισθολογικό κόστος (καταβολή μισθοδοσίας και ασφαλιστικές εισφορές). Έτσι, το μεγάλο στοίχημα θα είναι να «αναβιώσουν» όλες οι θέσεις εργασίας κατά τη διαδικασία της σταδιακής απόσυρσης του μέτρου των αναστολών συμβάσεων εργασίας, αλλά και του προγράμματος «Συν-Εργασία».
Ο κίνδυνος να επιβεβαιωθεί το «παράδοξο» -δηλαδή να αποτυπώνεται μείωση της ανεργίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας και αύξηση του ποσοστού αμέσως μετά τη λήξη της- είναι υπαρκτός. Για όσους μάλιστα γνωρίζουν τα της αγοράς εργασίας δεν πρόκειται καν για παράδοξο. Με το μέτρο της αναστολής κρατήθηκαν ενεργές συμβάσεις εργασίας, οι οποίες σε διαφορετική περίπτωση θα είχαν καταγγελθεί. Και αυτό συνέβη για τον απλούστατο λόγο ότι το κράτος ανέλαβε όλο το κόστος.
Κατά τη διαδικασία της «αποσωλήνωσης» της αγοράς εργασίας, η κυβέρνηση θα εφαρμόσει μέτρα αποφυγής των απολύσεων:
1. Το πρώτο σκέλος των παρεμβάσεων προβλέπει την αυστηρή παρακολούθηση εφαρμογής των κανόνων που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο παροχής των μέτρων στήριξης. Για παράδειγμα, με τις επιστρεπτέες προκαταβολές, πάνω από 300.000 εργοδότες έχουν δεσμευτεί ότι δεν θα μειώσουν προσωπικό μέχρι και τον Αύγουστο. Αυτοί οι εργοδότες απασχολούν πάνω από 700.000 εργαζόμενους όπως προκύπτει από τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών. Το ζητούμενο είναι λοιπόν να ελεγχθεί η τήρηση των δεσμεύσεων. Μη τήρηση, άλλωστε, συνεπάγεται και επιβολή κυρώσεων, μεταξύ των οποίων και η άμεση επιστροφή του επιστρεπτέου τμήματος των ενισχύσεων στο πλαίσιο των επιστρεπτέων προκαταβολών. Αντίστοιχη ρήτρα μη μείωσης του προσωπικού περιλαμβάνει και το μέτρο της παροχής χρηματοδότησης μέσω ΕΣΠΑ. Είναι το μέτρο που θα χρησιμοποιήσουν οι επιχειρήσεις στον κλάδο της εστίασης, των ξενοδοχείων, των τουριστικών γραφείων, των επιχειρήσεων τουριστικών λεωφορείων, των γυμναστηρίων, των παιδότοπων και πιθανώς επιχειρήσεων λιανεμπορίου που δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένους κλάδους.
2. Το δεύτερο σκέλος αφορά την ενίσχυση των επιδοτήσεων για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ήδη τρέχει το πρόγραμμα των 100.000 θέσεων εργασίας, ενώ αναμένεται να τρέξουν και άλλα προγράμματα επιδότησης θέσεων εργασίας προκειμένου να απορροφηθούν όσοι θα μείνουν εκτός αγοράς εργασίας κατά τη διαδικασία επιστροφής στην κανονικότητα.