Τεράστιας οικονομικής σημασίας, τόσο για τη σταθερότητα και ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος σε περιόδους κρίσεων, όσο και για την προστασία των καταθετών και την καλύτερη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, χαρακτήρισε ο αρμόδιος υφυπουργός Οικονομικών, Γιώργος Ζαββός, το νομοσχέδιο που εναρμονίζει την ελληνική με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, σχετικά με το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τις χρηματοδοτικές και χρηματοοικονομικές εταιρείες.
Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου, η επεξεργασία του οποίου άρχισε στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, τάχθηκαν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ. ΜεΡΑ25 και Ελληνική Λύση επιφυλάχθηκαν, ενώ το ΚΚΕ, δήλωσε ότι καταψηφίζει.
Έμφαση έδωσε ο υυπουργός Οικονομικών, στη δυνατότητα που δίνεται στις τράπεζες «να αναπτυχθούν και να διαχειριστούν πλέον καλύτερα τα αναπτυξιακά τους προγράμματα», ενώ εμφανίστηκε αισιόδοξος για τα «κόκκινα δάνεια», κάνοντας λόγο για «πλήρως διαχειρίσιμη κατάσταση» και εκτιμώντας ότι τον επόμενο ενάμιση χρόνο, δεν θα ξεπεράσουν τα 4 με 5 δισ. ευρώ. «Η αλήθεια για τα κόκκινα δάνεια, με βάση τα στοιχεία που έχουμε από τις τράπεζες, είναι ότι ενδεχόμενη φουρνιά νέων «κόκκινων δανείων, δεν θα ξεπερνά τα 4 με 5 δισ. ευρώ» δήλωσε ο υφυπουργός. «Βρισκόμαστε μπροστά σε μια πλήρως διαχειρίσιμη κατάσταση και αυτό σημαίνει ότι τους επόμενους 18 μήνες, στις συστημικές τράπεζες θα έχουν φτάσει σε μονοψήφιο αριθμό τα δάνεια τους. Αυτό ανοίγει στις τράπεζες, το δρόμο να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, δηλαδή τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις», τόνισε.
Ο υφυπουργός Οικονομικών μίλησε για «σημαντικές προσαρμογές της ελληνικής νομοθεσίας στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, σε μια ιδιαίτερα σημαντική στιγμή για την Ελλάδα, κατά την οποία αναμένονται να φθάσουν τεράστιοι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης».
«Θωρακίζουμε τις ελληνικές και ευρωπαϊκές τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, για να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο ανθεκτικό σε νέους 'σεισμούς' οικονομικών κρίσεων. Οι νέες διατάξεις δίνουν τη δυνατότητα στις τράπεζες να κινούνται χωρίς εμπόδια», τόνισε ο υφυπουργός Οικονομικών και συμπλήρωσε: «Μεταφέρουμε στην ελληνική νομοθεσία και στην ελληνική έννομη τάξη, δύο σημαντικούς αρμούς του ενιαίου ευρωπαϊκού εγχειρίδιου. Ενισχύουμε την ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος ώστε να χειρίζεται καλύτερα τους κλυδωνισμούς και να χρηματοδοτούν καλύτερα την πραγματική οικονομία και εξασφαλίζουμε την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών ώστε να ανταποκρίνονται σε περιόδους που υπάρχουν συστημικές κρίσεις».
«Με τις νέες διατάξεις ενισχύονται περαιτέρω τα κεφάλαια των τραπεζών, ώστε σε περίπτωση κρίσης να μην υπάρξει προσφυγή σε κεφάλαια του Δημοσίου. Δίνεται δηλαδή μια μεγαλύτερη ενίσχυση, η οποία αφορά το κεφαλαιακό μαξιλάρι που πρέπει οι ευρωπαϊκές τράπεζες να χτίσουν», διευκρίνισε ο κ. Ζαββός και συνέχισε: «Ο βασικός λόγος που η κυβέρνηση προχωρά με γρήγορες ταχύτητες τις μεταρρυθμίσεις, είναι γιατί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα χρειάζεται επειγόντως να μεταφέρει έγκαιρα και αποτελεσματικά τους τεράστιους πόρους που θα έρθουν στην ελληνική οικονομία. Και οι τράπεζες είναι οι μόνες που έχουν την τεχνογνωσία και θα πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να χρηματοδοτηθούν, όχι μόνο οι βιώσιμοι πελάτες, αλλά και πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις που τα έχουν ανάγκη».
«Μόνο μέσω αυτής της μεθόδου λοιπόν που ακολουθεί η κυβέρνηση, η οποία έχει υποβάλει το καλύτερο σχέδιο για την απορρόφηση κοινοτικών πόρων, μπορεί να υπάρξει ουσιαστικός μετασχηματισμός της παραγωγικής βάσης της οικονομίας», κατέληξε ο κ. Ζαββός.
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Σουλτάνα Ελευθεριάδου, ανέφερε από την πλευρά της ότι οι τροποποιήσεις «είναι ένας μοχλός ανάπτυξης σε τοπικό, περιφερειακό και ενωσιακό επίπεδο και έμμεσα αφορούν και όλους τους ευρωπαίους πολίτες».
«Σκοπός των διατάξεων είναι να διασφαλιστεί ότι τα πιστωτικά ιδρύματα, διαθέτουν, τόσο την ικανότητα διαχείρισης ζημιών, όσο και την ανακεφαλαίωση τους, για να μη τίθεται σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική τους ικανότητα», υπογράμμισε. Παράλληλα επεσήμανε ότι «με την κρίση της πανδημίας, οι τράπεζες άφησαν ακάλυπτη των αγορά», τονίζοντας ταυτόχρονα ότι «καλές είναι οι οδηγίες αλλά πρέπει γίνει και μια πραγματική σοβαρή συζήτηση για το τι φταίει για την κατάσταση που βρίσκονται σήμερα οι ελληνικές τράπεζες και πώς θα ρίξουν χρήμα στην αγορά». Στο σημείο αυτό, επέκρινε την κυβέρνηση για τον τρόπο που χειρίζεται τα χρήματα από τους κοινοτικούς πόρους, τονίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
«Το 'θαυματουργό' σας Ταμείο Ανάπτυξης, φαίνεται ότι καταπίπτει με πάταγο. Εσείς πιστεύετε ότι τα πολλά χρήματα πρέπει να πάνε σε λίγους και όχι στους πολλούς. Το 95% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ζει ένα νέο μνημόνιο. Από αυτές, το 38% κινδυνεύουν με λουκέτο και μόλις το 15% έχουν πρόσβαση στις τράπεζες. Πρέπει με ουσιαστικά μέτρα στήριξης. η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει αυτή την τραγική κατάσταση που βιώνουν», τόνισε η κ. Ελευθεριάδου.
Ο γενικός εισηγητής του ΚΙΝΑΛ, Βασίλης Κεγκέρογλου, άφησε αιχμές για τη κυβέρνηση ότι καθυστέρησε να ενσωματώσει τις νέες κοινοτικές οδηγίες. «Το υπουργείο Οικονομικών μας 'τρολάρει'. Κατέθεσε το νομοσχέδιο που ρυθμίζει θέματα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ενώ την ίδια ώρα εξελίχθηκε η ανακεφαλαίωση της Τράπεζας Πειραιώς. Υπάρχουν «γκρίζες ζώνες» και πολλά ερωτηματικά που πρέπει να απαντηθούν», τόνισε ο κ. Κεγκέρογλου και συμπλήρωσε: «Το πνεύμα της αυστηρής εποπτείας που προβλέπουν οι διατάξεις, έρχεται σε τεράστια αντίθεση με αυτό που συμβαίνει στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και το Χρηματιστήριο. Οι κανόνες δυστυχώς έρχονται μετά. Έπρεπε η ενσωμάτωσή τους να γίνει νωρίτερα».
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Μανώλης Συντυχάκης, τάχθηκε κατά του νομοσχεδίου, χαρακτηρίζοντας το «εχθρικό» και τονίζοντας ότι «έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα συμφέροντα και τις ανάγκες του λαού».
«Το νομοσχέδιο, ρυθμίζει τη δράση, τον έλεγχο και τα ζητήματα ανακεφαλαίωσης των τραπεζών, μέσα από ένα περίπλοκο πλέγμα. Οι ληστρικές διατάξεις του εντάσσονται στη στρατηγική κατεύθυνση της ΕΕ, που είναι να θωρακιστεί το τραπεζικό σύστημα απέναντι σε κλυδωνισμούς, για να έχει την ικανότητα να διαχειριστεί τους κινδύνους και να διασφαλίσει τους υψηλούς δανειολήπτες. Στόχος είναι δηλαδή, να ανακάμψει το μεγάλο κεφάλαιο και να διασφαλιστεί η κερδοφορία του, αλλά καμία σχέση δεν έχει με την προστασία των λαϊκών νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων», επεσήμανε χαρακτηριστικά ο κ. Συντυχάκης.
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλης Βιλιάρδος, κατηγόρησε τη κυβέρνηση ότι «προωθεί ένα τόσο σημαντικό νομοσχέδιο για τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς διαβούλευση».
«Μια ενδεχόμενη αναχρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος, θα επηρεάσει ευρέως την κοινωνία. Η πώληση των δανείων είναι βασική φροντίδα της Τρόϊκας, που πιέζει να δρομολογηθεί άμεσα. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι ύψους 57 δισ. ενώ αναμένονται άλλα 8,8 δισ. από τη κρίση της πανδημίας. Αυτό μπορεί να είναι αιτία να οδηγήσει σε ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Εμείς, εφιστούμε να υπάρχει μεγάλη προσοχή και να μην βρεθούμε ανέτοιμοι. Πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά όλες οι παράμετροι, κυρίως σε ό,τι αφορά την εξυγίανση ή το κούρεμα καταθέσεων για την ανακαιφαλαίωση τραπεζών», τόνισε ο κ. Βιλιάρδος.
Ο ειδικός αγορητής του ΜεΡΑ25, Γιώργος Λογιάδης, υποστήριξε ότι δεν έγινε διαβούλευση, ενώ εκτίμησε ότι σύντομα θα υπάρξει και «έκτο μνημόνιο»: «Δεν έχουμε πειστεί για την δυνατότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες, ούτε ότι δεν θα μπορούν τα κερδοσκοπικά funds να εμφανίζονται ως εκπρόσωποι των ομολογιούχων», τόνισε ο κ. Λογιάδης.
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Νικόλαος Υψηλάντης, υπογράμμισε ότι με την κύρωση της κοινοτικής οδηγίας αποσαφηνίζεται πλήρως το πλαίσιο λειτουργίας και ελέγχου του τραπεζικού συστήματος, και γίνεται ανθεκτικότερο και αποτελεσματικότερο στη πράξη.
«Η εφαρμογή των νέων διατάξεων αποσκοπεί στη περαιτέρω θωράκιση των τραπεζικών συστημάτων για την απρόσκοπτη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, σε περιφερειακό, εθνικό και ενωσιακό επίπεδο», επεσήμανε ο κ. Υψηλάντης.