Είχε υποσχεθεί ότι θα διασώσει την ευρωζώνη «με κάθε κόστος». Και σήμερα εφαρμόζει την ίδια συνταγή στην Ιταλία: Ο Μάριο Ντράγκι αφήνει τα χαλινάρια του δημοσιονομικού ελλείμματος για να δώσει ώθηση σε μία αποστραγγισμένη οικονομία και επενδύει δισεκατομμύρια ευρώ στις υποδομές.
Επενδύοντας στην επιτάχυνση των εμβολιασμών, ο επικεφαλής της ιταλικής κυβέρνησης έχει προγραμματίσει το σταδιακό άνοιγμα από τις 26 Απριλίου τομέων της οικονομίας που έχουν πληγεί από την πανδημία, αναλαμβάνοντας «υπολογισμένο ρίσκο», όπως λέει ο ίδιος.
«Οπως οι κυβερνήσεις αμέσως μετά τον πόλεμο, έχουμε την υποχρέωση να εκκινήσουμε μία νέα ανοικοδόμηση», είχε εξηγήσει τον Φεβρουάριο ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Περί τους τριάντα επίτροποι με ειδικές εξουσίες έχουν ορισθεί για να αναβιώσουν 57 σχέδια για την ανοικοδόμηση των υποδομών που βαλτώνουν στον λαβύρινθο της περιώνυμης ιταλικής γραφειοκρατίας, κόστους 83 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Τα έργα, μέρος των οποίων θα χρηματοδοτηθεί από το ευρωπαϊκό σχέδιο ανάκαμψης των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, αφορούν την ανακαίνιση ή κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών, αυτοκινητοδρόμων ή λιμανιών. Οι επενδύσεις στις υποδομές θα συνοδευθούν από την δημιουργία 118.000 θέσεων εργασίας μέχρι το 2025, την ώρα που περί το ένα εκατομμύριο θέσεις απασχόλησης χάθηκαν εξαιτίας της πανδημίας.
Ισχυρό μήνυμα
«Είναι ένα πολύ ισχυρό μήνυμα. Δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ για επενδύσεις ήταν μπλοκαρισμένα εδώ και χρόνια, έως και δεκαετίες», σχολιάζει ο Τζουλιάνο Νάτσι, καθηγητής Στρατηγικής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου. «Πρόκειται για κρίσιμης σημασίας δημόσια έργα για την χώρα».
Με μία επέκταση του προϋπολογισμού ύψους 32 δισεκατομμυρίων ευρώ, έπειτα από μία ακόμη επέκταση για την χρηματοδότηση των μέτρων της ανάκαμψης, το δημόσιο έλλειμμα θα εκτοξευθεί στο 11,8% του ΑΕΠ, ύψος ρεκόρ για την ευρωζώνη.
«Κρίνοντας με τα χθεσινά μέτρα, μία τέτοια κατάσταση θα ήταν πολύ ανησυχητική», παραδέχεται ο Μάριο Ντράγκι. Αλλά τα δεδομένα έχουν αλλάξει: η πανδημία «νομιμοποίησε την δημιουργία υψηλού χρέους», το οποίο θα αποπληρωθεί όταν θα επιστρέψουμε σε «βιώσιμη ανάπτυξη».
Η υγειονομική κρίση συνέτριψε τους ευρωπαϊκούς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας που προβλέπουν πλαφόν 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα και 60% για το χρέος.
«Το ευρωπαϊκό σύμφωνο σταθερότητας δεν έχει πλέον νόημα. Κατασκευάστηκε πριν από 25 χρόνια, αλλά έκτοτε είχαμε μία χρηματοπιστωτική κρίση το 2010 και την πανδημία. Η πολιτική της λιτότητας αποδείχθηκε αποτυχία», λέει ο Τζουλιάνο Νότσι.
Η θεραπεία σοκ που εφαρμόσθηκε στην ιταλική οικονομία, που έπασχε εδώ και μια εικοσαετία από χαμηλή ανάπτυξη, δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τους πόρους του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης.
Από το πακέτο των 750 δισεκατομμυρίων, η Ρώμη θα λάβει 191,5 σε επιδοτήσεις και δάνεια.
Η τρίτη οικονομία της ευρωζώνης υπολογίζει πολύ στους πόρους αυτούς, η εκταμίευση των οποίων συνδέεται με την παρουσία στις Βρυξέλλες λεπτομερούς σχεδίου δαπανών μέχρι το τέλος του Απριλίου.
Εκτόξευση του χρέους
Εν αναμονή των ευρωπαϊκών πόρων, το ιταλικό δημόσιο χρέος εκτοξεύεται: θα φθάσει το 159,8% του ΑΕΠ, πριν αρχίσει να μειώνεται σταδιακά.
Το δημόσιο χρέος της Ιταλίας βρίσκεται στο επίπεδο του ελληνικού χρέους το 2011. Πρέπει άρα να περιμένουμε μία νέα κρίση στην ευρωζώνη πυροδοτημένη από την Ιταλία;
«Οχι, η κατάσταση δεν είναι συγκρίσιμη, διότι η Ρώμη δεν εξαρτάται από ξένους επενδυτές για να αποπληρώσει το χρέος της, το οποίο κρατείται στο μεγαλύτερο μέρος του από ιταλικές τράπεζες και νοικοκυριά», σχολιάζει ο Χεσούς Καστίγιο, οικονομολόγος της Natixis.
Εξ άλλου, «η Ιταλία έχει εμπορικό πλεόνασμα σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο και διαθέτει έναν στέρεο βιομηχανικό τομέα», προσθέτει.
Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα αφήσει την Ιταλία να σκοντάψει, διότι «έχει τα μέσα να σταθεροποιήσει τις αγορές και αρκετή δύναμη πυρός για να αμβλύνει πιθανές εντάσεις στα ιταλικά επιτόκια».
Και όλα αυτά, χωρίς να υπολογίζεται η «επίδραση Ντράγκι»: λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στις αρχές του Φεβρουαρίου, το δεκαετές επιτόκιο δανεισμού της Ιταλίας έπεσε λίγο κάτω από το 0,50%, σε ιστορικό χαμηλό, και έκτοτε κινείται γύρω στο 0,73%.