Από την έντυπη έκδοση
Να αφήσει πίσω του το κακό πρώτο τρίμηνο -τόσο σε δημοσιονομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο μεταβολής του ΑΕΠ- θέλει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και ταυτόχρονα να επιδιώξει την επίτευξη του κεντρικού στόχου για φέτος που είναι η κάλυψη του 50% της ζημιάς που προκάλεσε η πανδημία στον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας.
Μέσα στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα δοθεί στη δημοσιότητα το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δημοσιονομικής προσαρμογής, μέσω του οποίου το υπουργείο Οικονομικών θα παρουσιάσει τους στόχους του όχι μόνο για το 2021, αλλά και για όλη την περίοδο μέχρι το 2024.
Για το 2021 θα προβλέπεται ανάπτυξη στην περιοχή του 4% -λίγο χαμηλότερη συγκριτικά με την εκτίμηση που είχε γίνει τον περασμένο Νοέμβριο στο πλαίσιο κατάρτισης του φετινού προϋπολογισμού, αλλά λίγο υψηλότερη σε σχέση με το απαισιόδοξο σενάριο για +3,5%.
Για το 2022, όμως, θα προβλεφθεί πολύ υψηλότερος ρυθμός, ενδεχομένως και άνω του 7%. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση θέλει να καλύψει φέτος το 50% των απωλειών της πανδημίας -δηλαδή της ύφεσης του 8,2% που προκλήθηκε μέσα στο 2020- και να ανακτήσει όλο το χαμένο έδαφος μέχρι το τέλος του 2022.
Στο οικονομικό επιτελείο έχουν συντάξει ήδη τον κατάλογο με τις παραμέτρους που αναμένεται ότι θα επηρεάσουν το φετινό ΑΕΠ. Κάποιες παράμετροι λειτουργούν επιβαρυντικά, ενώ πολλοί παραμένουν οι αστάθμητοι:
1. Το κακό πρώτο τρίμηνο με το κλειστό λιανεμπόριο για τις περισσότερες ημέρες του πρώτου τριμήνου δεν είχε προϋπολογιστεί κατά το ξεκίνημα της φετινής χρονιάς. Ούτε το γεγονός ότι ουσιαστικά για όλο το τρίμηνο επικράτησε το lockdown. Μπορεί η επιχειρηματική δραστηριότητα να ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με το lockdown του περασμένου Μαρτίου, ωστόσο η ύφεση του πρώτου τριμήνου θα είναι σημαντική (άνω του 7%-8%) καθώς θα συγκριθεί μια περίοδος κανονικής λειτουργίας της αγοράς (σ.σ.: πρώτο δίμηνο του 2020) με μια περίοδο γεμάτη από περιοριστικά μέτρα (πρώτο δίμηνο 2021). Προφανώς το γεγονός ότι στο πρώτο τρίμηνο του 2021 είχαμε πακτωλό μέτρων στήριξης, ανακόπτει τις πιέσεις στο ΑΕΠ. Και πάλι όμως η πίεση θα είναι σημαντική.
2. Από τον Απρίλιο και μετά το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι μπορεί να καταγράψει θετικό πρόσημο στην πορεία του ΑΕΠ. Το 2ο τρίμηνο ξεκινά με θετικά στοιχεία, παρά το γεγονός ότι οι περιορισμοί στην οικονομία συνεχίζονται, ενώ τα κρούσματα που καταγράφονται ημερησίως είναι χιλιάδες. Καταρχήν, το λιανεμπόριο ήδη λειτουργεί (έστω και με το click inside), ενώ τον περσινό Απρίλιο ήταν ερμητικά κλειστό. Η εστίαση έχει βρει έναν βηματισμό με το take away και το delivery, ο οποίος είναι σαφώς καλύτερος σε σχέση με τον περσινό Απρίλιο, ενώ η παροχή υπηρεσιών και η μεταποίηση λειτουργούν πλέον σχεδόν κανονικά σε αντίθεση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα που ουσιαστικά είχαν «παγώσει» όλα. Έτσι, o Απρίλιος ξεκινάει με την προοπτική να έχει μεγαλύτερη οικονομική δραστηριότητα σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό. Ακόμη και η λειτουργία της αγοράς το Πάσχα προμηνύεται καλύτερη σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή.
3. Για το β’ εξάμηνο της φετινής χρονιάς υπάρχει η αισιοδοξία ότι η τουριστική κίνηση θα είναι μεγαλύτερη συγκριτικά με πέρυσι, κυρίως λόγω των εμβολιασμών. Το βασικό σενάριο που έχουν καταστρώσει στο υπουργείο Οικονομικών προβλέπει ότι ο τουριστικός κλάδος θα μπορέσει να ανακτήσει τον μισό τζίρο του 2019, κάτι που αυτομάτως σημαίνει και περίπου 2-3 μονάδες επιπλέον στο ΑΕΠ. Επίσης, για το β’ εξάμηνο της φετινής χρονιάς υπάρχει ο παράγοντας Ταμείο Ανάκαμψης, που σημαίνει προσθήκη πόρων συνολικού ύψους 4 δισ. ευρώ τουλάχιστον μέσω της διαδικασίας των προκαταβολών.
Οι αστάθμητοι
Ποιοι είναι όμως οι αστάθμητοι παράγοντες; Υπάρχει ο κίνδυνος καθυστερήσεων στις εκταμιεύσεις των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Τα βλέμματα είναι στραμμένα στη Γερμανία καθώς χωρίς τις εγκρίσεις από το γερμανικό Κοινοβούλιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν θα προχωρήσει στον δανεισμό-μαμούθ των 750 δισ. ευρώ.
Ο Χρήστος Σταϊκούρας ρωτήθηκε χθες σχετικά και απάντησε ότι και από την Ελλάδα αλλά και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες γίνονται κινήσεις σε διπλωματικό επίπεδο ώστε να αποφευχθούν οι καθυστερήσεις. Ο μεγαλύτερος βέβαια αστάθμητος παράγοντας της φετινής χρονιάς έχει να κάνει με το πώς θα κυλήσει ο τουρισμός, ειδικά κατά το δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου.
Οι δημοσιονομικές επιπτώσεις
Αντίστοιχη με την κατάσταση σε μακροοικονομικό επίπεδο είναι η εικόνα και στο δημοσιονομικό. Αύριο ανακοινώνονται τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο. Ο Μάρτιος εκτιμάται ότι θα είναι πολύ δύσκολος μήνας για τα δημόσια έσοδα. Το δίμηνο κύλησε πολύ καλά, αλλά για συγκυριακούς λόγους και κυρίως την παράταση στην προθεσμία πληρωμής των τελών κυκλοφορίας. Τον Μάρτιο όμως θα καταγραφεί όλη η ζημιά, ειδικά στους έμμεσους φόρους από τη μειωμένη συναλλακτική δραστηριότητα του Φεβρουαρίου. Ο προϋπολογισμός έχει ήδη ανατραπεί και από χθες έχει ήδη γίνει και η πρώτη πιστοποίηση. Με την κατάθεση της νομοθετικής διάταξης στη Βουλή προστίθενται 3 δισ. ευρώ στο σκέλος των δημοσίων δαπανών προκειμένου να δικαιολογηθούν δημοσιονομικά τα μέτρα στήριξης που έχουν ήδη ανακοινωθεί. Το επόμενο διάστημα αναμένεται να υπάρξει κι άλλη τροποποίηση του προϋπολογισμού καθώς ο λογαριασμός των μέτρων στήριξης έχει ανέβει στα 14 δισ. ευρώ και ο προϋπολογισμός προέβλεπε μόλις 7,5 δισ. ευρώ.
Εμπιστοσύνη της αγοράς
«Η Ελλάδα εισήλθε στην πανδημία με μια αρκετά ισχυρή δημοσιονομική θέση και περιμένω ότι η Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει σε αυτήν τη θέση. Αυτό λοιπόν υποστηρίζει την εμπιστοσύνη της αγοράς και τη βιωσιμότητα του χρέους. Αυτή η θέση συνοδεύεται από την ισχυρή δέσμευση της κυβέρνησης για ένα αναπτυξιακό σχέδιο. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει μια ευνοϊκή διάρθρωση χρέους και μεγάλα αποθέματα ρευστότητας, κι αυτά υποστηρίζουν επίσης την εμπιστοσύνη της αγοράς. Από αυτήν την άποψη, δεν θα προέβλεπα ότι η Ελλάδα θα χρειαζόταν πιστωτική γραμμή όταν λήξει το πρόγραμμα αγορών της ΕΚΤ» αναφέρει ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM, Ρολφ Στράουχ (φωτογραφία) σε συνέντευξή του στο «Money Review». «Η ΕΚΤ κατέστησε σαφές ότι θα αξιολογήσει πολύ προσεκτικά τους όρους χρηματοδότησης εν όψει της συνολικής οικονομικής κατάστασης κατά τη σταδιακή κατάργηση του προγράμματος. Ανεξάρτητα από τη νομισματική πολιτική, φυσικά, υπάρχει μία πιστωτική γραμμή υποστήριξης για την πανδημία από τον ESM μέχρι το τέλος του 2022. Επομένως, εάν η ελληνική κυβέρνηση το έβρισκε χρήσιμο, θα μπορούσαμε να χρηματοδοτήσουμε το 2% του ΑΕΠ της μέσω αυτής της πιστωτικής γραμμής. Αλλά αυτό δεν σχετίζεται ευθέως με μια αλλαγή της νομισματικής πολιτικής» προσθέτει. Αναφερόμενος μεταξύ άλλων στο ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), τονίζει ότι «η επιτυχία του σχεδίου “Ηρακλής” ώθησε την κυβέρνηση να ζητήσει την παράτασή του, την οποία μόλις ενέκρινε η Κομισιόν