Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Η Eurostat αλλάζει τη μεθοδολογία μέτρησης του δημοσιονομικού αποτελέσματος και ανατρέπει την εικόνα εκτέλεσης του προϋπολογισμού τόσο για το 2020 όσο και για το 2021. Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρωτογενές έλλειμμα για την περσινή χρονιά αναμένεται να ξεπεράσει το 7,2% του ΑΕΠ - δηλαδή την πρόβλεψη που είχε γίνει στο πλαίσιο κατάρτισης του προϋπολογισμού της φετινής χρονιάς τον περασμένο Νοέμβριο.
Και αυτό παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ έκλεισε τελικώς σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι είχε προβλεφθεί. Ενώ λοιπόν στο οικονομικό επιτελείο περίμεναν ότι το 2020 θα κλείσει τελικώς με πρωτογενές έλλειμμα μικρότερο του 7,2%, έρχονται οι αλλαγές στη μεθοδολογία μέτρησης για να επιβαρύνουν την τελική εικόνα. Δύο είναι οι βασικές αλλαγές που επιδρούν σε μεγάλο βαθμό.
Οι νέοι κανόνες
Η πρώτη έχει να κάνει με την αποτύπωση του clawback -δηλαδή του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής δαπανών που κατά κύριο λόγο σχετίζονται με τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη αλλά και τη δαπάνη των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ- σε δημοσιονομικό επίπεδο. Η δεύτερη έχει να κάνει με τη δημοσιονομική αποτύπωση των εγγυήσεων που έχει χορηγήσει το Δημόσιο σε παλαιά δάνεια. Λόγω του όγκου των εγγυήσεων, η επίπτωση στο πρωτογενές αποτέλεσμα και εξαιτίας αυτού του παράγοντα αναμένεται ότι θα είναι σημαντική. Οι αλλαγές που έγιναν από τη Eurostat θα αποτυπωθούν στην ανακοίνωση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για τη μέτρηση των δημοσιονομικών επιδόσεων της περιόδου 2017-2020. Η σχετική ανακοίνωση έχει προγραμματιστεί για τις 22 Απριλίου. Αρνητική επίπτωση από τις αλλαγές στη μεθοδολογία αναμένεται να υπάρξει και στον προϋπολογισμό του 2021.
Και θα είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο το οικονομικό επιτελείο θα χρειαστεί να συγκρατήσει τις δημόσιες δαπάνες από εδώ και στο εξής, προκειμένου να μην ξεφύγει η κατάσταση.
Τον περασμένο Νοέμβριο, όταν καταρτιζόταν ο προϋπολογισμός του 2021, είχαν γίνει δύο προβλέψεις για την εξέλιξη πρωτογενούς πλεονάσματος μέσα στο 2020 αλλά και για τη φετινή χρονιά:
1. Το πρωτογενές έλλειμμα γενικής κυβέρνησης σύμφωνα με τη μεθοδολογία ESA είχε εκτιμηθεί στα 11,141 δισ. ή στο 6,8% του ΑΕΠ, με το τελευταίο όμως να υπολογίζεται στα 162,776 δισ. ευρώ. Για το 2021, είχε εκτιμηθεί ότι θα καταστεί εφικτό το έλλειμμα να υποχωρήσει στα 6,6 δισ. ή στο 3,8% του ΑΕΠ.
2. Το πρωτογενές έλλειμμα γενικής κυβέρνησης με βάση τη μεθοδολογία της ενισχυμένης εποπτείας (σ.σ.: είναι αυτό που παρακολουθούν οι θεσμοί προκειμένου να αποφαίνονται αν η Ελλάδα εκπληρώνει τους στόχους) είχε εκτιμηθεί στα 11,76 δισ., δηλαδή στο 7,2% του ΑΕΠ. Για το 2021 υπάρχει πρόβλεψη για έλλειμμα 3,9% ή περίπου 6,67 δισ.
Όσον αφορά το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης -στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι τόκοι-, αυτό είχε εκτιμηθεί στα 16,111 δισ. με βάση τη μεθοδολογία ESA (ή στο 9,9% του ΑΕΠ), με προοπτική να υποχωρήσει στα 11,516 δισ. το 2021 ή στο 6,7% του ΑΕΠ (σ.σ.: από μόνοι τους οι ενοποιημένοι τόκοι της γενικής κυβέρνησης ανέρχονται στα 5 δισ. ή περίπου στο 3% του ΑΕΠ).
Μέχρι και πριν από λίγες εβδομάδες υπήρχε η αισιοδοξία ότι το πρωτογενές έλλειμμα -τόσο σε όρους ESA όσο και σε όσους ενισχυμένης εποπτείας- θα έκλεινε χαμηλότερα από τις προβλέψεις ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ο βασικότερος λόγος ήταν η μικρότερη του αναμενόμενου ύφεση στο δ’ τρίμηνο του 2020. Το ετήσιο ΑΕΠ για την περσινή χρονιά έχει εκτιμηθεί πλέον στα 165,83 δισ. -και όχι στα 162,776 δισ. όπως προβλεπόταν μέχρι τώρα-, γεγονός που από μόνο του μπορούσε να ρίξει την αναλογία του πρωτογενούς ελλείμματος ως προς το ΑΕΠ στην περιοχή του 7%. Ωστόσο, αυτή η βελτίωση δεν αναμένεται να αποτυπωθεί στα τελικά στοιχεία που θα δημοσιεύσει η Ελληνική Στατιστική Αρχή στις 22 Απριλίου.
Πιο καθαρή «εικόνα»
Οι συνέπειες που θα προκαλέσουν οι αλλαγές στον τρόπο μέτρησης -αλλαγές οι οποίες πάντως καθιστούν πολύ πιο «καθαρό» τον τρόπο υπολογισμού του ελλείμματος, όπως σημειώνει ανώτατο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου- όχι μόνο θα υπερκαλύψουν το όφελος από την αύξηση του ΑΕΠ (δηλαδή τον παρονομαστή του κλάσματος), αλλά θα οδηγήσουν τελικώς και σε επιβάρυνση της αναλογίας. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι, σε απόλυτο αριθμό, το πρωτογενές έλλειμμα με βάση τη μεθοδολογία της ενισχυμένης εποπτείας θα κλείσει ενδεχομένως και πάνω από τα 12 δισ. ευρώ.
Οι αρνητικές συνέπειες δεν σταματούν στο 2020, αλλά επηρεάζουν και το 2021. Ούτως ή άλλως, οι προβλέψεις για τη δημοσιονομική εξέλιξη της φετινής χρονιάς έχουν πέσει από τώρα έξω. Η εκτίμηση ότι το πρωτογενές έλλειμμα, σε όρους αυξημένης εποπτείας, θα συγκρατηθεί φέτος στο 3,9% ή στα 6,7 δισ. είχε στηριχτεί στην παραδοχή ότι τα φετινά μέτρα στήριξης δεν θα ξεπεράσουν τα 7,5 δισ. ευρώ. Ο λογαριασμός έχει ήδη ανέβει στα 14 δισ., με προοπτική περαιτέρω αύξησης ακόμη και στα 15 δισ. Αυτό σημαίνει ότι για φέτος το πρωτογενές έλλειμμα μπορεί να εκτιναχθεί ακόμη και πάνω από τα 12 δισ., καθώς, πέρα από την αύξηση του «λογαριασμού» για τα μέτρα στήριξης, δεν είχε προβλεφθεί ούτε το lockdown επί ένα ολόκληρο τρίμηνο.
Στοχευμένη στήριξη
Με το συσσωρευμένο πρωτογενές έλλειμμα της διετίας να αγγίζει ήδη τα 24-25 δισ. (ήτοι κοντά στο 14%-15% του ΑΕΠ), θεωρείται δεδομένο ότι η στρατηγική στήριξης της αγοράς από εδώ και στο εξής θα είναι απολύτως στοχευμένη και θα επιδιωχθεί να χρηματοδοτηθεί με κοινοτικούς πόρους.