Μια εξίσωση αρκετά δύσκολη θα πρέπει να λύσει το επόμενο χρονικό διάστημα το οικονομικό επιτελείο καθώς από τη μία πλευρά υπάρχει η πρόταση της Κομισιόν για διατήρηση της δημοσιονομικής ευελιξίας και το 2022 και από την άλλη η κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίζει στηρίζει την οικονομία χωρίς όμως να «ξεφεύγει» δημοσιονομικά.
Εφόσον εγκριθεί η πρόταση της Κομισιόν, στην Αθήνα δημιουργούνται βάσιμες ελπίδες για διατήρηση των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες και της αναστολής της εισφοράς αλληλεγγύης το 2022. Όμως ακόμα είναι νωρίς για να ληφθούν αποφάσεις καθώς θολό παραμένει το τοπίο για την πορεία της πανδημίας και των εμβολιασμών όπως και για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Παράλληλα, οι λεπτομέρειες που θα δοθούν αργότερα από τις Βρυξέλλες εκτιμάται ότι θα δράσουν καταλυτικά για την πορεία υλοποίησης του προγράμματος μείωσης των φορολογικών βαρών που είχε σχεδιαστεί προ της πανδημίας όπως η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και της εισφοράς αλληλεγγύης.
Έως τώρα η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης είναι προσωρινό μέτρο και ισχύει μόνο για τον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, μιλώντας χθες στο Θέμα Radio, δήλωσε ότι και το 2022 θα ισχύσει το συγκεκριμένο μέτρο με ανοιχτό το ενδεχόμενο να επεκταθεί και σε άλλες κατηγορίες φορολογουμένων. Όσον αφορά το μέτρο της μείωσης της προκαταβολής του φόρου, με τα έως τώρα δεδομένα, δεν φαίνεται να κερδίζει έδαφος το ενδεχόμενο να εφαρμοστεί και φέτος (όπως συνέβη το 2020). Βασική αιτία η πίεση που ασκείται στα δημόσια οικονομικά λόγω της υγειονομικής κρίσης.
Αυτό που γνωρίζει το υπουργείο Οικονομικών είναι ότι
· τα μέτρα στήριξης θα μπορέσουν να συνεχιστούν όσο διαρκεί η πανδημία και στη συνέχεια θα αίρονται σταδιακά
· οι παρεμβάσεις σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να λαμβάνονται έγκαιρα, να είναι προσωρινού χαρακτήρα και στοχευμένες.
· δεδομένου ότι η χώρα μας έχει το υψηλότερο χρέος, οι όποιες κινήσεις θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές προκειμένου να μην επιβαρύνουν περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά.
«Μόνιμα μέτρα το 2022 δεν θα έχουμε. Εκτός αν μπορέσουμε και κάνουμε ένα μεσοπρόθεσμο που θα τα περιλαμβάνει όλα αυτά. Είναι πολύ νωρίς. Να δούμε την εξέλιξη της οικονομίας το 2021 και κυρίως πως θα πάει το ΑΕΠ, ποια θα είναι η δυναμική της ανάκαμψης και τι πληγές θα αφήσει η πανδημία» δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Θόδωρος Σκυλακάκης μιλώντας χθες στο ΘΕΜΑ Radio.
Το γεγονός ότι η ρήτρα διαφυγής θα παραμείνει ενεργή και το 2022 βοηθά την Ελλάδα, έως ένα βαθμό, από την επιστροφή στην υποχρέωση στους δημοσιονομικούς στόχους που είχαν τεθεί προ πανδημίας, δηλαδή για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Όμως από το 2023 θα πάψει να ισχύει αυτό, με τα έως τώρα δεδομένα. Αυτό μπορεί να συνεπάγεται, όπως εξηγούν αρμόδιες πηγές, την επιστροφή στους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ το 2023 και σταδιακή υποχώρηση στο 2,5% το 2024 και 2,2% το 2025 με βάση τις αποφάσεις που ελήφθησαν το 2018 ή να τεθούν νέο στόχοι. Το μόνο που γνωρίζουμε έως τώρα είναι ότι, όπως δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν κ. Βάλτνις Ντομπρόβσκις, το 2023 που δεν θα υπάρχει η ρήτρα διαφυγής, όσα κράτη-μέλη δεν έχουν «πετύχει» επιστροφή του ΑΕΠ στα επίπεδα του 2019, θα μπορούν να κάνουν χρήση της ευελιξίας που παρέχει το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Άλλωστε εντός του β΄ εξαμήνου του έτους αναμένεται να ξεκινήσει ο διάλογος για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Μια συζήτηση μακρά και επίπονη, εν μέσω εκλογών στη Γερμανία τον ερχόμενο Σεπτέμβριο αλλά και με τις ισορροπίες που θα πρέπει να τηρηθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ραλλού Αλεξοπούλου