Η οικονομία των ΗΠΑ θα μπορούσε να χάσει την παραγωγή αξίας άνω των 1 τρισ. δολαρίων και μακροπρόθεσμα θα βίωνε πλήγμα η ανταγωνιστικότητά της παγκοσμίως, εάν ο Λευκός Οίκος επιδιώξει έναν απότομο διαζύγιο με την Κίνα, σύμφωνα με έκθεση που κυκλοφόρησε την Τετάρτη από το Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ και το Rhodium Group.
Την ώρα που ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν φαίνεται έτοιμος να διατηρήσει τη σκληρή γραμμή του προκατόχου του απέναντι στην Κίνα, οι συντάκτες της έκθεσης επιχείρησαν να εκτιμήσουν το τεράστιο κόστος των πολιτικών για την προστασία των ΗΠΑ από την αυξανόμενη οικονομική και τεχνολογική επιρροή του Πεκίνου.
Οι προβλεπόμενες απώλειες περιλαμβάνουν:
- Μέχρι το 2025, 190 δισ. δολάρια ετησίως στην οικονομία των ΗΠΑ εφόσον επεκταθούν οι δασμοί 25% σε όλες τις εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα. Την επόμενη δεκαετία, η πλήρης εφαρμογή τέτοιων δασμών θα έκανε την ανάπτυξη της οικονομίας των ΗΠΑ να χάσει το 1 τρισ. δολάρια.
- Έως 500 δισ.δολάρια σε εφάπαξ απώλειες στο ΑΕΠ εάν οι ΗΠΑ πουλήσουν το μισό των άμεσων επενδύσεών τους στην Κίνα. Αμερικανοί επενδυτές θα χάνουν επίσης 25 δισ. δολάρια ετησίως στα κέρδη κεφαλαίου.
- 15 δισ. δολάρια έως 30 δισ. δολάρια ετησίως στο εμπόριο εξαγόμενων υπηρεσιών εάν οι κινεζικές δαπάνες για τον τουρισμό και την εκπαίδευση μειωθούν στο ήμισυ του ποσού που ήταν πριν από την πανδημία.
Η μελέτη για την έκθεση ξεκίνησε το 2019, προτού δηλαδή η πανδημία του κορωνοϊού πλήξει την παγκόσμια οικονομία.
Οι εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας κλιμακώθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια και όσο κρατούσε τα ηνία των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ. Η κυβέρνησή του επιδίωξε να επιβάλλει δασμούς, κυρώσεις και μεγαλύτερο έλεγχο των διασυνοριακών χρηματοοικονομικών ροών.
Το κόστος όμως από ένα τέτοιο διαζύγιο ξεφεύγει και άλλο. Η σκληρή πολιτική των ΗΠΑ προς την Κίνα θα μπορούσε να επηρεάσει επίσης άλλες χώρες, αναγκάζοντάς τες να επανεξετάσουν τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ, αναφέρει η έκθεση.
Η έκθεση υποστηρίζει επίσης ότι αυτές οι κινήσεις θα αυξήσουν το κόστος για τις αμερικανικές επιχειρήσεις και θα μειώσουν την ικανότητά τους να είναι ανταγωνιστικές παγκοσμίως.
Η έκθεση εξετάζει συγκεκριμένα τον αντίκτυπο της πολιτικής του Λευκού Οίκου στη βιομηχανία αερομεταφορών, ημιαγωγών, χημικών και ιατρικών συσκευών. Για παράδειγμα, η απώλεια της μαζικής αγοράς αεροπλάνων της Κίνας θα μπορούσε να κοστίσει 875 δισ. δολάρια ΗΠΑ έως το 2038, σύμφωνα με την ανάλυση των συγγραφέων.
Για την επίτευξη των εθνικών στόχων ασφαλείας, η έκθεση ααφέρει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα πρέπει να ακολουθήσει «στενά προσαρμοσμένες δράσεις» όπως περιορισμούς στην εξαγωγή συγκεκριμένων αδειών τεχνολογίας.
Ένα« απόλυτο διαζύγιο» ΗΠΑ-Κίνας θα έχει πιθανώς μεγαλύτερες συνέπειες για την ηγεσία της Αμερικής παγκοσμίως σε μακροπρόθεσμο πεδίο, υποστηρίζεται.
«Είναι κρίσιμο οι αμερικανικές εταιρείες τσιπ να διατηρήσουν την πρόσβαση στην κινεζική αγορά και να είναι σε θέση να επανεπενδύσουν τα έσοδα από τις πωλήσεις τους στην Κίνα πίσω στην παραγωγή τσιπ με έδρα τις ΗΠΑ και την Έρευνα και Ανάπτυξη ώστε να διατηρήσουν την παγκόσμια ηγετική τους θέση, επιτρέποντας στις ΗΠΑ να θέσουν τα πρότυπα για το μέλλον», αναφέρεται.
Τελικά, η επιτυχημένη πολιτική για τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας θα έχει το κόστος της και θα απαιτήσει οδυνηρές προσαρμογές, ανέφερε η έκθεση.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από CNBC