Συρρικνώνεται η εγχώρια παραγωγή εσωρούχων - μαγιό

Μελέτη ICAP
Πέμπτη, 28 Ιουνίου 2007 15:35

Ο κλάδος των εσωρούχων – μαγιό εντάσσεται στον ευρύτερο κλάδο της ένδυσης και της κλωστοϋφαντουργίας, ο οποίος θεωρείται από τους σημαντικότερους της ελληνικής οικονομίας και περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων.

Οι εξελίξεις οι οποίες συντελούνται σε διεθνές επίπεδο λόγω της απελευθέρωσης του παγκόσμιου εμπορίου, έχουν οδηγήσει σε ραγδαία αύξηση των εισαγωγών από τρίτες χώρες και ιδιαίτερα από την Κίνα, με επακόλουθο τη μείωση της εγχώριας παραγωγής και την περαιτέρω όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, όπως προκύπτει από την τελευταία έκδοση της κλαδική μελέτης «Εσώρουχα - Μαγιό», η οποία εκπονήθηκε από τη Διεύθυνση Μελετών Οικονομικού Περιβάλλοντος της ICAP Α.Ε.:

Ο κλάδος των εσωρούχων – μαγιό χαρακτηρίζεται ως εντάσεως εργασίας, με αποτέλεσμα το εργατικό κόστος να έχει σημαντική συμβολή στη διαμόρφωση του συνολικού κόστους παραγωγής και κατά συνέπεια στην τελική τιμή του προϊόντος. Η κατάργηση των ποσοστώσεων επί των εισαγωγών από την 1η Ιανουαρίου 2005 επηρέασε αρνητικά τον κλάδο, καθώς οδήγησε στη δραστική αύξηση των εισαγωγών από την Κίνα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κίνας τον Ιούνιο του 2005, βάσει της οποίας επανήλθαν ποσοτικοί περιορισμοί για 10 ευαίσθητες κατηγορίες κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων. Οι εν λόγω περιορισμοί προβλέπεται να καταργηθούν την 1η Ιανουαρίου 2008.

Προκειμένου να πετύχουν ελαχιστοποίηση του κόστους, αρκετές είναι οι εγχώριες επιχειρήσεις που έχουν οδηγηθεί στη διάσπαση της παραγωγικής διαδικασίας και στην ανάθεση μέρους (ή του συνόλου) αυτής σε τρίτες επιχειρήσεις, που εδρεύουν κυρίως σε βαλκανικές χώρες λόγω των μεγάλων διαφορών στο κόστος εργασίας. Η τάση αυτή έχει ενισχυθεί ακόμα περισσότερο τα τελευταία χρόνια, καθώς οξύνεται ο ανταγωνισμός που δέχονται οι ελληνικές επιχειρήσεις από φθηνά εισαγόμενα προϊόντα που προέρχονται κυρίως από ασιατικές αγορές. Κατά συνέπεια, παρατηρείται διεύρυνση του εισαγωγικού τομέα εσωρούχων – μαγιό, η οποία αναμένεται να συνεχιστεί και τα προσεχή έτη.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της κλαδικής μελέτης, η εγχώρια αγορά εσωρούχων και μαγιό παρουσίασε διακυμάνσεις την τριετία 2004-2006. Μεταξύ των εσωρούχων, το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς κατέλαβαν τα γυναικεία σλιπ με ποσοστό 27,6% και ακολούθησαν τα ανδρικά σλιπ με 20,3% το 2006. Στον κλάδο των μαγιό την πρώτη θέση κατέλαβαν τα γυναικεία μαγιό με 62,9% και ακολούθησαν τα ανδρικά και τα παιδικά μαγιό με ποσοστά 20,0% και 17,1% αντίστοιχα την ίδια περίοδο.

Στην παρούσα φάση, οι βιομηχανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των εσωρούχων – μαγιό και εν γένει στον κλάδο της ένδυσης, είναι αντιμέτωπες με τις δυσχερείς εξελίξεις εν όψει του εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού, καθώς η αύξηση των εισαγόμενων προϊόντων από χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων τους, τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά. Επιπλέον, ο τομέας της εγχώριας παραγωγής ειδών ένδυσης για λογαριασμό τρίτων (φασόν) που παραδοσιακά λειτουργούσε σε ευρεία κλίμακα με αποδέκτες επιχειρήσεις άλλων ευρωπαϊκών χωρών, θα πληγεί ακόμα περισσότερο μελλοντικά, δεδομένου ότι υπάρχει ανταγωνιστική προσφορά από χώρες (όπως για παράδειγμα, οι Ασιατικές), οι οποίες μπορούν να παράγουν ομοειδή προϊόντα με χαμηλότερο κόστος.

Από την άλλη πλευρά, για τις εμπορικές επιχειρήσεις υπάρχουν θετικές προοπτικές εξέλιξης, καθώς μπορούν να προμηθεύονται προϊόντα χαμηλότερου κόστους, επομένως μπορούν να εκμεταλλευθούν την δυνατότητα διεύρυνσης των περιθωρίων κέρδους ή την προσφορά εμπορευμάτων σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές. Αυτές οι εξελίξεις αναμένεται να επηρεάσουν το σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου το εργατικό κόστος στον κλάδο της ένδυσης είναι υψηλότερο σε σχέση με άλλες χώρες.

Όσον αφορά τον κλάδο των εσωρούχων και μαγιό, εκτιμάται ότι η συνολική εγχώρια αγορά των εν λόγω προϊόντων θα κινηθεί μεταξύ στασιμότητας και χαμηλών αυξητικών ρυθμών τα αμέσως επόμενα έτη.

Στα πλαίσια της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση αντιπροσωπευτικού δείγματος παραγωγικών και εισαγωγικών επιχειρήσεων αντίστοιχα, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επιπλέον, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος εταιρειών.

Όσον αφορά τις παραγωγικές επιχειρήσεις χρησιμοποιήθηκε δείγμα 18 εταιρειών για τη σύνταξη του ομαδοποιημένου ισολογισμού, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία για το χρονικό διάστημα 2004-2005. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα, το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασε μείωση 6,2% το 2005 σε σχέση με το 2004. Μείωση παρουσίασαν και τα ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων του δείγματος κατά 5,2% την ίδια χρονική περίοδο. Οι συνολικές πωλήσεις των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος μειώθηκαν κατά 8,5% το 2005 σε σύγκριση με το 2004. Με λιγότερο έντονο ρυθμό μειώθηκε το μικτό περιθώριο (κατά 6,5%) το 2005. Η υποχώρηση αυτή του μικτού περιθωρίου ήταν η κυριότερη αιτία ώστε το λειτουργικό περιθώριο να διαμορφωθεί σε αρνητικά επίπεδα το 2005 (έναντι αντίστοιχου θετικού περιθωρίου το 2004). Τελικά, το συνολικό καθαρό αποτέλεσμα των επιχειρήσεων του δείγματος διαμορφώθηκε σε αρνητικά επίπεδα το 2005.

Όσον αφορά τις εισαγωγικές επιχειρήσεις χρησιμοποιήθηκε δείγμα 15 αντιπροσωπευτικών εταιρειών για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία για τη διετία 2004-2005. Το σύνολο του ενεργητικού εισαγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασε αύξηση 4,9% περίπου το 2005 σε σχέση με το 2004, η οποία οφείλεται κυρίως στην αντίστοιχη αύξηση της αξίας των καθαρών παγίων και των αποθεμάτων. Αντίθετα, τα ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων του δείγματος σημείωσαν μείωση 4,1% το 2005/04. Μείωση παρουσίασαν και οι συνολικές πωλήσεις των εισαγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος κατά 5,5% το 2005 σε σύγκριση με το 2004. Το μικτό περιθώριο μειώθηκε κατά 17,1% τη διετία 2004-2005. Εξ’ αιτίας της σημαντικής αυτής μείωσης των μικτών κερδών, το λειτουργικό περιθώριο διαμορφώθηκε σε αρνητικά επίπεδα το 2005 έναντι αντίστοιχου θετικού περιθωρίου το 2004. Σαν συνέπεια των προαναφερομένων μεταβολών, το τελικό καθαρό αποτέλεσμα διαμορφώθηκε σε αρνητικά επίπεδα το 2005 έναντι αντίστοιχου κερδοφόρου αποτελέσματος το 2004.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα