ΔΙΑΡΚΩΣ αυξανόμενο ενδιαφέρον για ελληνικές εισηγμένες επιχειρήσεις, επιδεικνύουν οι θεσμικοί επενδυτές του εξωτερικού, επενδύοντας με το σκεπτικό των υψηλών ρυθμών κερδοφορίας, της επέκτασης σε αναδυόμενες αγορές και της συνεχιζόμενης αναδιάρθρωσης σε βασικούς κλάδους της ελληνικής Οικονομίας.
Στον τραπεζικό κλάδο όπου οι ξένοι θεσμικοί έχουν και τη μεγαλύτερη παρουσία, στην Εθνική ελέγχουν το 51,6% από 46,3% στα τέλη Δεκεμβρίου 2006 (στοιχεία 22/6/07, σύμφωνα με τα οποία οι εγχώριοι θεσμικοί κατέχουν το 2,7%, οι Ελληνες ιδιώτες το 18,3% και οι ξένοι ιδιώτες το 0,3% της τράπεζας).
Στην Alpha Bank το ποσοστό των ξένων ανέρχεται στο 41% (στοιχεία 31/3/07, τα οποία δεν διαφοροποιούνται σημαντικά από τα τέλη του 2006 μέχρι σήμερα), των Ελλήνων θεσμικών στο 9%, των ιδιωτών στο 41% και της ευρείας οικογένειας Κωστόπουλου στο 9%. Περίπου 30% ήταν τον Ιούνιο το ποσοστό των ξένων στη Eurobank, από 25,5% τον Δεκέμβριο 2006, λίγο άνω του 4% το ποσοστό των Ελλήνων θεσμικών και 25% το ποσοστό των ιδιωτών. Ποσοστό 42% ήλεγχαν οι ξένοι στην Τράπεζα Πειραιώς (στοιχεία 31/3/07, με ποσοστό Δεκεμβρίου 2006 στο 39,5%), 11,1% οι Ελληνες θεσμικοί και 35,4% ιδιώτες.
Πάνω από το 40% ελέγχουν οι ξένοι θεσμικοί στη Marfin, ενώ ξεχωριστές περιπτώσεις είναι η Emporiki, η οποία ελέγχεται από την Credit Agricole (στη μετοχική σύνθεση της Emporiki αναφέρεται ένα ποσοστό 0,3% που κατέχεται από ξένες τράπεζες και 2% από ξένες εταιρίες) και η Geniki Bank, στην οποία το 50,010% ελέγχεται από τη Societe Generale.
Οι μεγάλοι θεσμικοί
Στις υπόλοιπες εισηγμένες εταιρείες, τα ποσοστά των ξένων θεσμικών ανακοινώνονται όταν ξεπερνούν το 5%. Με το δεδομένο αυτό, τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία (22/6/07) δείχνουν ότι οι μεγαλύτεροι ξένοι επενδυτές στην ελληνική αγορά είναι οι:
α) Morgan Stanley (ποσοστό 5,040% στο Αλουμίνιον της Ελλάδος, 13,236% στην Vivartia, 5,013% στη Marfin Popular Bank και 10,151% στην S & B Βιομηχανικά Ορυκτά, 9,491% στον όμιλο επιχειρήσεων Μυτιληναίο)
β) Deutsche Bank (5,160% στην ΓΕΚ, 7,22% στο Νηρέα, 5,16% στην ΤΕΡΝΑ, 5,77% στην Frigoglass)
γ) Fidelity Investments (5% στην ΔΕΗ, 5% στον ΟΠΑΠ, 5,650% στην Γρ. Σαράντης, 10,030% στην Τεχνική Ολυμπιακή)
δ) Schroeder Investment Management (10,620% στην Μπάμπης Βωβός Διεθνής Τεχνική, 5,010% στην Τεχνική Ολυμπιακή)
ε) JP Morgan Private Bank (5,6% στη Λάμψα) και JP Morgan Chase (5,040% στη Σιδενόρ)
στ) UBS (5,092% στη Λάμψα)
ζ) BNP Paribas Suisse (5,061% στη Λάμψα)
η) Small Cap World Fund (5,033% στη Μηχανική, 5,131% στον Νηρέα, 5,002% στη Φουρλής Συμμετοχών, 7,2% στη Jumbo)
θ) Fortis Global Custody Services (10,240% στη Νεοχημική, 5,710% στη Sprider)
ι) Commerzbank (5,340% στη Νεοχημική)
κ) Santander Investment Services (10,010% στη Νεοχημική)
λ) Stichting Pensionfunds (5,750% στην ΕΧΑΕ)
μ) Dubai Investment (16,93% στη Marfin Popular Bank στην οποία μετέχει επίσης με 5,358% το IRF European Finance Investments)
Πιστωτική επέκταση
Ενας πολύ καλός συνδυασμός ευκαιριών, είναι σύμφωνα με τον κ. Ευθ. Μπουλούτα, διευθύνοντα σύμβουλο της Laiki Bank του ομίλου MPB, το κίνητρο των ξένων θεσμικών στην ελληνική αγορά. «Συμμετέχουν σε μια Οικονομία με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, σε εταιρίες με επίσης πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και κερδοφορίας ανά μετοχή που έχουν παράλληλα δυνατή περιφερειακή παρουσία. Τα χαρακτηριστικά αυτά αποκτούν μεγάλη διάσταση στον τραπεζικό τομέα, με το δεδομένο μάλιστα ότι αν η Ελλάδα συγκλίνει με την υπόλοιπη Ευρώπη σε μια δεκαετία, υπάρχει και σημαντικό χρονικό περιθώριο για τη διατηρησιμότητα των πλεονεκτημάτων αυτών. Αυτή τη στιγμή, η συνολική πιστωτική επέκταση στην Ελλάδα ανέρχεται στο 67% του ΑΕΠ έναντι 107% στην ευρωζώνη όπου οι ρυθμοί αύξησης των δανείων κινούνται στο 10-12% έναντι υπερδιπλάσιων ποσοστών στην Ελλάδα», αναφέρει ο κ. Μπουλούτας, προσθέτοντας και τον παράγοντα της μεγάλης ρευστότητας διεθνώς - λόγω της άνθησης των Οικονομιών και των κερδών - που βρίσκει επενδυτική διέξοδο και στην ελληνική αγορά. Οπως λέει, άλλωστε, οι ελληνικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τους ξένους, καθώς μέσα σε μια επταετία, από την εποχή της «φούσκας» του 1999, έχουν μεγεθυνθεί σημαντικά από πλευράς τζίρου, με το retail business να συνεχίζει να μεγαλώνει, και έχουν αποκτήσει πρόσβαση σε γειτονικές περιοχές με υψηλά περιθώρια κερδοφορίας.
Υπεραποδόσεις
«Έχοντας σημαντικές υπεραποδόσεις από αγορές όπως της Ισπανίας ή της Γερμανίας, οι ξένοι αναζητούν στα Βαλκάνια εταιρίες που έχουν αποδεδειγμένα εισέλθει στις αγορές της Νέας Ευρώπης και μάλιστα οριοθετούν τη διείσδυση αυτή στο γεωγραφικό τόξο από Ουκρανία μέχρι Λίβανο και Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων της Κύπρου και της Τουρκίας. Οι εταιρείες στις οποίες επιλέγουν να αποκτήσουν και να αυξήσουν θέσεις, είναι εκείνες που δίνουν έμφαση στην ποιότητα, στο μέγεθος κερδοφορίας, στο ύψος του μερίσματος, στην αξιοπιστία του management, στην εξωστρέφεια και στην υψηλή εμπορευσιμότητα», αναφέρει ο κ. Διον. Λευτάκης, αντιπρόεδρος & γενικός διευθυντής της MERIT ΑΧΕΠΕΥ.
Σύμφωνα με τον κ. Λευτάκη, αμιγώς εγχώρια στοιχεία - παράγοντες που μόνον βελτιωτικά επιδρούν, μεταφέροντας το θετικό διεθνώς momentum στην ελληνική αγορά, είναι
α) διαρθρωτικές αλλαγές - μεταρρυθμίσεις στις οποίες προχωρεί η κυβέρνηση,
β) το νέο θεσμικό πλαίσιο εναρμονισμένο με τα ισχύοντα στην Ε.Ε,
γ) οι αλλαγές προς τη σωστή κατεύθυνση που εξήγγειλε η νέα διοίκηση του Χ.Α. και αφορούν στην κατηγοριοποίηση των μετοχών επί τη βάσει κριτηρίων που ισχύουν διεθνώς, οι ανοικτές πωλήσεις, τα ETFs,
δ) η βελτιωμένη εταιρική κερδοφορία καθώς και η βελτιωμένη εταιρική εξωστρέφεια,
ε) η μεγάλη συμμετοχή ξένων κεφαλαίων κυρίως στις δεικτοβαρείς μετοχές του FTSE 20 και η διαφαινόμενη διάχυση αυτών σε μετοχές του FTSE 40 και
στ) η με προσεκτικά βήματα αυξανόμενη συμμετοχή στη Σοφοκλέους των Ελλήνων επενδυτών.
Τα παραπάνω διαμορφώνουν θετική εικόνα για τις ελληνικές εισηγμένες εταιρείες στις οποίες οι ξένοι επενδύουν εξετάζοντας μία σειρά παραμέτρων στις οποίες περιλαμβάνονται: η ποιότητα, το μέγεθος κερδοφορίας, το υψηλό μέρισμα, η αξιοπιστία του management, η εξωστρέφεια, η υψηλή εμπορευσιμότητα, η διείσδυση σε νέες αγορές (τόξο Νοτιοανατολικής Ευρώπης). Ο κ. Λευτάκης, ο οποίος μέσω της MERIT ΑΧΕΠΕΥ έχει «γνωρίσει» τις ελληνικές εισηγμένες εταιρίες στη γερμανική αγορά μέσω της Sal Oppenheim, επισημαίνει ότι τα ξένα θεσμικά χαρτοφυλάκια αναζητούν και ποιοτικές εταιρείες της μεσαίας κεφαλαιοποίησης, οι οποίες επιθυμούν να ενταχθούν σε έναν ευρύτερο χρηματιστηριακό χάρτη από αυτόν της Σοφοκλέους και να βγουν με φιλοδοξίες στο εξωτερικό.
Σημειώνεται ότι ειδικά για τις ελληνικές τράπεζες, η Standard & Poor's (αναλυτές Jesus Martinez και Angela Cruz) έχει επισημάνει στα θετικά τους για τους ξένους επενδυτές την αυξανόμενη ευημερία και ποικιλότητα της μοντέρνας Οικονομίας μέσα στην οποία λειτουργούν, τη διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη που επιτρέπει τη διαμεσολάβηση των τραπεζών, τη δυνατή κερδοφορία που προέρχεται από ισχυρά και επαναλαμβανόμενα κέρδη, τη διατήρηση μεγαλύτερων περιθωρίων κέρδους (spreads) στη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης και τη βελτιωμένη ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού και των μεθόδων διαχείρισης κινδύνων.
Διέξοδος στη ρευστότητα
Οι ξένοι θεσμικοί μπαίνουν στην ελληνική αγορά αρχικά διότι προσφέρει επενδυτική διέξοδο στην υπερβάλλουσα ρευστότητά τους, λέει ο κ. Αναστ. Καντεμνίδης, διευθύνων σύμβουλος της EPIC ΑΕΠΕΥ. «Η ρευστότητα είναι η αρχή, αλλά οι προσδοκίες των ξένων από την ελληνική αγορά σε επιλεγμένες μετοχές της μεγάλης και μεσαίας κεφαλαιοποίησης έχουν να κάνουν με τους σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ειδικά σε τομείς όπως είναι οι τράπεζες και η ενέργεια, αλλά κυρίως με την πρόσβαση των ελληνικών εταιριών σε αναδυόμενες αγορές. Παράδειγμα ο τραπεζικός τομέας, ο οποίος παρουσιάζει όχι μόνο πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά και διατηρησιμότητα των κερδών λόγω Βαλκανίων και ΝΑ Ευρώπης. Ενα άλλο στοιχείο που δεν έχει τονισθεί, κατά την άποψή μου, είναι το γεγονός ότι οι στο εξωτερικό οι μεγάλες τράπεζες έχουν μεγάλη έκθεση στο investment banking, το οποίο είναι αυτό που πλήττεται όταν οι αγορές δεν πηγαίνουν καλά. Αυτό δεν ισχύει για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες έχουν μεγάλη έκθεση στη λιανική τραπεζική, στεγαστική και καταναλωτική πίστη», αναφέρει ο κ. Καντεμνίδης, σημειώνοντας και την παράμετρο της αναδιάρθρωσης που είναι εν εξελίξει στις ελληνικές επιχειρήσεις.
ΝΕΝΑ ΜΑΛΛΙΑΡΑ