Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Πλήθος παρατυπιών, με διακίνηση μετρητών υπό αδιαφανείς συνθήκες, ενδείξεις κατάχρησης αγοράς, συγκάλυψης και παρεμπόδισης ελέγχων αποκαλύπτει η ενδιάμεση έκθεση του έκτακτου διαχειριστικού ελέγχου στη Folli Follie από την PwC, που επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα της δικανικής έκθεσης της Alvarez&Marsal και προσθέτει στοιχεία στον ογκώδη φάκελο που μελετά ο εισαγγελέας.
Αν και πηγές στη σημερινή διοίκηση της Folli Follie μεταφέρουν ότι η διαδικασία προετοιμασίας του φακέλου για την κατάθεση αίτησης εξυγίανσης στο πτωχευτικό δικαστήριο δεν επηρεάζεται από τα νέα στοιχεία, είναι σαφές ότι βαραίνει το κλίμα σε μια περίοδο που επιχειρείται αλλαγή σελίδας για το brand.
Η έκθεση της PwC επιβεβαιώνει μεθοδεύσεις για τη συνεχή αύξηση των οικονομικών μεγεθών στον όμιλο, που δημιουργούσε την εικόνα ενός υγιούς οργανισμού με ελκυστικές αποδόσεις για δυνητικούς χρηματοδότες. Πέραν όμως του θετικού αντίκτυπου που είχαν τα μεγέθη αυτά στη χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας, οι μέτοχοι από το 2001 μέχρι και το 2015, έλαβαν 116 εκατ. ευρώ είτε υπό τη μορφή μερισμάτων είτε μέσω επιστροφής κεφαλαίου.
Τα στοιχεία υποδηλώνουν τη διενέργεια περαιτέρω χρηματιστηριακών συναλλαγών επί της μετοχής της FF μέσω λογαριασμών τρίτων, τα οποία χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης από τις αρμόδιες αρχές. Από τον έλεγχο εντοπίστηκαν επίσης σημαντικά προβλήματα και ελλείψεις, τόσο στην Εταιρική Διακυβέρνηση όσο και στο σύστημα εσωτερικού ελέγχου της εταιρείας κι αυτό συνέτεινε στο να μην εντοπίζονται λογιστικές παρατυπίες αλλά και στο να περνούν απαρατήρητα διάφορα άλλα περιστατικά μη χρηστής διαχείρισης.
Επίσης την περίοδο που ακολούθησε τη δημοσίευση της έκθεσης της QCM, απ’ όπου και άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι της υπόθεσης, υπήρξαν προσπάθειες συγκάλυψης διαφόρων παρατυπιών.
Λογιστικές παρατυπίες
Κομβικό θέμα είναι τα πλασματικά οικονομικά στοιχεία που παρουσίαζε ο όμιλος FF, τουλάχιστον για 16 χρόνια, από το 2001 και έως το 2017, με συνέπεια να διογκώνονται συνεχώς τα ίδια κεφάλαια. Ενδεικτικά το 2017 οι πωλήσεις και τα ίδια κεφάλαια τουυπο-ομίλου στο Χονγκ Κονγκ, Folli Follie Sοursing Limited (FFGS), εμφανίζονταν προσαυξημένα λόγω πλασματικών συναλλαγών, κατά περίπου 1 δισ. δολ. και 2 δισ. δολ. αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών χρησιμοποιήθηκαν τρεις διαφορετικές μέθοδοι για το «φούσκωμα» των επιδόσεων, όπως είχε δείξει και η έρευνα της A&M.
1) Η πρώτη, που χρησιμοποιήθηκε από το 2001 έως το 2013, ήταν η «Merry go round» (MGR - δηλαδή, γύρω-γύρω όλοι), όπως την αποκαλούσαν τα στελέχη της εταιρείας στην Ασία. Ήταν αγορές και πωλήσεις προϊόντων μέσω ενδιάμεσων εταιρειών, οι οποίες παρουσιάζονταν ως ανεξάρτητες τρίτες οντότητες, αλλά στην πραγματικότητα ελέγχονταν από στελέχη της εταιρείας. Την περίοδο 2008 - 2013, οι πωλήσεις εμφανίζονταν, μέσω της μεθόδου αυτής προσαυξημένες κατά μέσο όρο 9% επί των συνολικών πωλήσεων του υπό-ομίλου FFGS.
2) Από το 2015 εντοπίζεται μια άλλη μέθοδος, «έμμεσες εικονικές συναλλαγές» με τη λογιστική καταχώρηση εικονικών πωλήσεων σε εικονικούς πελάτες μέσω εταιρειών ελεγχόμενων από στελέχη του ομίλου. Μέσω αυτής της μεθόδου η FFGS αγόραζε από εικονικούς προμηθευτές και στη συνέχεια πουλούσε εμπορεύματα σε φαινομενικά ανεξάρτητες τρίτες εταιρείες οι οποίες ήταν στην πραγματικότητα ελεγχόμενες από τον όμιλο. Οι συνολικές εικονικές πωλήσεις σύμφωνα με τα λογιστικά αρχεία που εντοπίστηκαν κατά την περίοδο 2008-2015 αφορούν τουλάχιστον το 69% των συνολικών πωλήσεων του υπο-ομίλου FFGS στην Ασία κατ’ έτος. Μάλιστα συνολικά 28 εταιρείες (δεν αποκλείεται να ήταν κι άλλες) χρησιμοποιούσε ο όμιλος εφαρμόζοντας τις παραπάνω μεθόδους.
Το 2015 οι παραπάνω μέθοδοι έπαψαν να χρησιμοποιούνται και οι επιχειρήσεις διαγράφηκαν από τα μητρώα των χωρών στις οποίες είχαν συσταθεί και τα εικονικά υπόλοιπα μεταφέρθηκαν στη Folli Follie Business Development and Technical Consulting Limited (FFBD) με έδρα το Χονγκ Κόνγκ. Το συνολικό ενεργητικό που μεταφέρθηκε επί πιστώσει ανερχόταν σε 888 εκατ. δολ. και με το ποσό αυτό δημιουργήθηκε ισόποση απαίτηση της FFGS από την FFBD, η οποία έως το 2017 φαίνεται να είχε μειωθεί εικονικά κατά 128 εκατ. δολ. με εικονική είσπραξη μέσω τραπεζικού λογαριασμού.
3) Στις αρχές του 2016 εμφανίστηκε μια τρίτη μέθοδος («άμεσες εικονικές συναλλαγές») κατά την οποία οι εταιρείες του FFBD, FFIH (Folli Follie International Holdings Limited με έδρα στο Χονγκ Κόνγκ) και FFO (Folli Follie Origins με έδρα τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους) πραγματοποιούσαν απευθείας εικονικές πωλήσεις σε έναν μοναδικό εικονικό πελάτη και εικονικές αγορές από έναν μοναδικό εικονικό προμηθευτή. Κατά τα έτη 2016 και 2017, οι εικονικές πωλήσεις του υπο-ομίλου FFGS στην Ασία αντιπροσωπεύουν το 88% και 89% αντίστοιχα των συνολικών πωλήσεων.
Βέβαια, αν και με τις παραπάνω μεθόδους η εταιρεία πετύχαινε αύξηση της τιμής της μετοχής ήταν υποχρεωμένη να πληρώνει και υψηλούς φόρους στο Χονγκ Κόνγκ. Ενδεικτικά, τα φορολογικά έτη 2009/2010 και 2017/2018 καταβλήθηκαν 244 εκατ. δολάρια.
Και εκτός των παραπάνω εικονικών αγορών και πωλήσεων, ο όμιλος παρουσίαζε και πλασματικά περιουσιακά στοιχεία στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. Οι εικονικές πωλήσεις και οι εικονικές αγορές δημιουργούσαν εικονικές απαιτήσεις και εικονικές υποχρεώσεις αντίστοιχα, όπως επίσης και εικονικά αποθέματα. Περιοδικά γινόταν «μείωση» των εικονικών υπολοίπων από πελάτες και προμηθευτές, ώστε αυτά να μην παραμένουν «παγωμένα» προκαλώντας ερωτήματα. Έτσι γινόταν πλαστογράφηση της κίνησης τραπεζικού λογαριασμού που είχε η FFGS και πραγματοποιούνταν τακτοποιήσεις (συμψηφισμοί) των εικονικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων και κατά διαστήματα, συνήθως κοντά στις ημερομηνίες σύνταξης οικονομικών καταστάσεων, γίνονταν λογιστικές μεταφορές, σημαντικών υπολοίπων απαιτήσεων σε μια φαινομενικά τρίτη ανεξάρτητη εταιρεία, τη Landocean, την οποία διοικούσαν στελέχη του ομίλου (ενδεχομένως για λογαριασμό μελών της οικογένειας Κουτσολιούτσου, όπως προκύπτει από την έρευνα), και στην οποία φαινόταν να δίνονται δάνεια. Από τα στοιχεία προκύπτει ότι τα άτομα που είχαν, άμεσα και σε καθημερινή βάση, εμπλοκή με τη διενέργεια των διαφόρων τύπων εικονικών συναλλαγών ήταν οι κ.κ. Tonio Law, Ιωάννης Μπεγιέτης και Kennis Cftew αλλά φαίνεται επίσης ότι οι Δημήτρης και Τζώρτζης Κουτσολιούτσος γνώριζαν την ύπαρξη των παράνομων μεθόδων, με ενδείξεις ότι κατηύθυναν τις μεθοδεύσεις αυτές.
Ενδείξεις παραπλάνησης των επενδυτών
H έκθεση του έκτακτου διαχειριστικού ελέγχου στην Folli Follie από την PwC εντόπισε περιπτώσεις από τις οποίες προκύπτουν ενδείξεις περιστατικών κατάχρησης και χειραγώγησης αγοράς, προνομιακής πληροφόρησης, και δημοσίευσης ψευδών και παραπλανητικών πληροφοριών προς το επενδυτικό κοινό. Εξάλλου, η τιμή της μετοχής της FF διαχρονικά παρουσίαζε ανοδική πορεία λόγω των σχετικών ανακοινώσεων και οι βασικοί μέτοχοι αποκόμιζαν κέρδη από τις πωλήσεις μετοχών, τα μερίσματα και τα placement (έγιναν τουλάχιστον 7 από το 2004 έως το 2017).
Σημαντικές ελλείψεις παρατηρούνται στο σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης, με τη λειτουργία της επιτροπής ελέγχου να κρίνεται ανεπαρκής. Μέλη του Δ.Σ. συμμετείχαν σπάνια στις συνεδριάσεις, ενώ οι αμοιβές που καταβάλλονταν επί σειρά ετών ήταν υψηλότερες από τα αντίστοιχα ποσά που είχαν εγκριθεί από τις γενικές συνελεύσεις.
Επίσης έχουν εντοπιστεί αντιφατικά στοιχεία με βάση τα οποία ο ίδιος ο Δημήτρης Κουτσολιούτσος είχε δεσμευτεί σε πιθανό δανειστή της FFGS να μην απαιτήσει από την εταιρεία ένα ποσό που αυτή του όφειλε ύψους 16,8 εκατ. δολ. περίπου, ενώ υπάρχουν και δοσοληπτικοί λογαριασμοί εταιρειών ελεγχόμενων από τον Δημήτρη Κουτσολιούτσο, όπως της εταιρείας Lamelia, αλλά και ο δοσοληπτικός λογαριασμός του κ. I. Μπεγιέτη. Εντοπίστηκε επίσης μία οφειλή της FFGS προς τον Δημήτρη Κουτσολιούτσο 31,6 εκατ. ευρώ και ταυτόχρονα απαίτηση από τη Landocean ύψους 37,0 εκατ. ευρώ. Δηλαδή εφόσον αποδειχθεί ότι ο Δημήτρης Κουτσολιούτσος ήταν ο πραγματικός δικαιούχος της Landocean, τότε από τον συμψηφισμό προκύπτει απαίτηση της FFGS 5,4 εκατ. ευρώ.
Κατά την περίοδο από το 2009 μέχρι το 2018, η εταιρεία είχε πραγματοποιήσει πληρωμές συνολικού ποσού άνω των 2,1 εκατ. ευρώ σε δύο κυπριακές εταιρείες, Grandlion και Micronenergy, για συμβουλευτικές υπηρεσίες, χωρίς να έχει εντοπιστεί σχετικό έργο.
Από τον έλεγχο εντοπίστηκε επίσης ότι θυγατρική των ΚΑΕ διενεργούσε μεμονωμένες συναλλαγές με εταιρείες που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο στελεχών της FFGS για την εξαγωγή ρολογιών και κοσμημάτων του οίκου Bvigari αξίας άνω των 2,7 εκατ. ευρώ.
Ακόμη, από το 2006 έως το 2010 η εταιρεία επιβαρύνθηκε με έξοδα για ναύλωση του σκάφους Phalarope περίπου 1,4 εκατ. ευρώ, ενώ η εταιρεία εμφανίζεται να καλύπτει μια σειρά έξοδα της οικογένειας Κουτσολιούτσου.
Αναφορικά με την αγορά των ΚΑΕ από την Dufry το 2013, αναφέρεται ότι ο όμιλος παρέμενε άμεσα επηρεαζόμενος, καθώς η συμφωνία προέβλεπε την προσαρμογή του τιμήματος πώλησης των μετοχών της ΚΑΕ αναλόγως των επιπτώσεων που θα είχε στα λειτουργικά κέρδη (EBITDA), ενώ ευνοήθηκε από την παράταση εφαρμογής της Οδηγίας 2008/118/ΕΚ με πέντε νομοθετικές παρεμβάσεις που επιτρέπουν τη λειτουργία των καταστημάτων πώλησης αφορολογήτων ειδών στους μεθοριακούς σταθμούς μέχρι το τέλος του 2022.
Το 2018 το Ελληνικό Δημόσιο συμμορφώθηκε με την κατάργηση της πώλησης αφορολόγητων καυσίμων μετά την καταδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.