Από την έντυπη έκδοση
Του Ανέστη Ντόκα
[email protected]
Ημέρες του 2003 θύμισε η πορεία του Χρηματιστηρίου της Αθήνας τον προτελευταίο μήνα του 2020. Ο φετινός χρηματιστηριακός Νοέμβριος είχε μία εκρηκτική απόδοση που έφθασε το +29,39% και μπορεί να συγκριθεί με τα ετήσια κέρδη από το μακρινό 2003, όταν εκείνη τη χρονιά το Χρηματιστήριο σε 12 μήνες ενισχύθηκε επίσης σχεδόν με το ίδιο ποσοστό (+29,46%).
Συνεπώς μιλάμε για τον καλύτερο μήνα που έχει υπάρξει στην ιστορία του Χρηματιστηρίου και μάλιστα σε μία χρονιά που όλα φαίνονταν χαμένα λόγω της πανδημίας.
Ταυτόχρονα ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης FTSE 25 ενισχύθηκε κατά 31,9%, ενώ ο τραπεζικός κλάδος έκλεισε με άνοδο 69,62%. Σε επίπεδο κεφαλαιοποίησης εισέρευσαν κεφάλαια ύψους 9,538 δισ. ευρώ και η χρηματιστηριακή αξία της αγοράς διαμορφώθηκε στα 50,073 δισ. ευρώ.
Συνολικά απομένουν 22 συνεδριάσεις για να ολοκληρωθεί και το 2020 και έχουμε την απόλυτη ισοπαλία σε ανοδικές και πτωτικές συνεδριάσεις, αφού από το ξεκίνημα της χρονιάς έχουν γίνει 228 συνεδριάσεις, με 114 ανοδικές και 114 πτωτικές συνεδριάσεις.
Περιορισμός απωλειών
Επίσης ο Νοέμβριος κατάφερε να περιορίσει τις μεγάλες ζημιές των τελευταίων μηνών και πλέον ο γενικός δείκτης από τις 31 Δεκεμβρίου 2019 μέχρι και χθες υποχωρούσε 19,61%, με την κεφαλαιοποίηση να υπολείπεται από την αρχή του έτους κατά 11,59 δισ. ευρώ.
Η χρηματιστηριακή αγορά έκανε ένα εντυπωσιακό φίνις λίγες συνεδριάσεις προτού φύγει το 2020 και σίγουρα απέφυγε να βρεθεί στις κορυφαίες θέσεις των 92 χρηματιστηρίων διεθνώς με τις χειρότερες απώλειες. Υπενθυμίζουμε ότι η αγορά είχε βρεθεί στην πρώτη θέση παγκοσμίως με τη χειρότερη απόδοση (-37,88%) με το κλείσιμο του 10μηνου στις 30 Οκτωβρίου 2020.
Τι συνέβη όμως και άλλαξε εικόνα το ελληνικό χρηματιστήριο στις συνεδριάσεις του Νοεμβρίου;
Προφανώς ο καταλύτης ήταν η ανακοίνωση της Pfizer και της Moderna για τα 2 εμβόλια αντίστοιχα κατά της πανδημίας. Αυτή η εξέλιξη απελευθέρωσε την ψυχολογία των επενδυτών και έσωσε εν μέρει την παρτίδα για τη φετινή χρονιά. Ταυτόχρονα οι χαμηλές αποτιμήσεις σε τραπεζικές μετοχές, αλλά και βιομηχανικά blue chips έδωσαν τη δυνατότητα στα εγχώρια και διεθνή χαρτοφυλάκια να επανατοποθετηθούν για να μειώσουν τις ζημιές των χαρτοφυλακίων τους και να προετοιμαστούν για τη νέα χρονιά. Επίσης οι επιχειρηματικές συμφωνίες για εταιρείες που ήταν κάτω από την ομπρέλα των τραπεζών λόγω υπερδανεισμού που εξαγοράζονται από «λευκούς ιππότες» αναδεικνύουν τη δυναμική του επιχειρηματικού χάρτη στην Ελλάδα, όπου ακόμη και στα χρόνια της πανδημίας υπάρχουν εταιρείες που έχουν προοπτικές ανάπτυξης.
Παράλληλα, το Χρηματιστήριο -παρά τις ενδογενείς αδυναμίες (χαμηλοί όγκοι συναλλαγών, μηδενική εμπορευσιμότητα για την πλειοψηφία των μετοχών)- διαθέτει μία 30άδα εταιρειών που είναι ανταγωνιστικές και σε διεθνές επίπεδο και θα συνεχίσουν να δίνουν μερίσματα τα επόμενα χρόνια αλλά και να αναπτύσσονται με ικανοποιητικά κέρδη.