Από την έντυπη έκδοση
Των Αμαλίας Γκουνέλα και Βίκυς Μακρυγιάννη
Οι κ.κ. Αμαλία Γκουνέλα και Βίκυ Μακρυγιάννη είναι Senior Advisors, Τομέας Βιομηχανίας, Ανάπτυξης, Δικτύων & Περιφερειακής Πολιτικής ΣΕΒ.
Η πανδημία έχει φέρει μεγάλες ανατροπές στη διεθνή οικονομία, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) να προβλέπει για το 2020 πτώση 32% στο διεθνές εμπόριο.
Στην Ελλάδα, η εικόνα είναι μικτή. Η αυξητική πορεία των ελληνικών εξαγωγών ανακόπηκε τον Μάρτιο του 2020, καθώς οι συνολικές εξαγωγές κατέγραψαν πτώση σε αξία 3,4%, σε σχέση με τον Μάρτιο του 2019. Η πτωτική αυτή τάση συνεχίστηκε και τους επόμενους μήνες, φτάνοντας τον Αύγουστο σε περαιτέρω πτώση 14,2%, έναντι του Αυγούστου του 2019.
Η πανδημία άλλαξε καταναλωτικές συνήθειες, εξαγωγικούς προορισμούς, διαδικασίες εξαγωγών και ταυτόχρονα ανέδειξε την κρίσιμη σημασία που έχει ένας σύγχρονος αγροτικός τομέας και μια δυναμική βιομηχανία για την επιβίωση της κοινωνίας. Για τον ΣΕΒ, οι εξαγωγές αποτελούν κρίσιμη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της χώρας. Οι επιχειρήσεις-μέλη του εκτιμάται ότι καλύπτουν το 45% της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας.
Τη δύσκολη αυτή περίοδο, ο ΣΕΒ στέκεται δίπλα στις επιχειρήσεις και τις ενισχύει στην επιδίωξή τους να περιορίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις του lockdown. Σε αυτό το πλαίσιο, πριν από λίγες μέρες, οργανώσαμε ψηφιακό εργαστήριο με θέμα: «Ευκαιρίες και προκλήσεις για τις εξαγωγές στην εποχή της Covid-19», με ομιλητές υψηλόβαθμα στελέχη από το εξωτερικό, στελέχη της δημόσιας διοίκησης και των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων. Η συζήτηση ανέδειξε κρίσιμα ζητήματα, αλλά και σημαντικές ευκαιρίες που αναδύονται για τις επιχειρήσεις:
* Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις πρέπει να αναδιαρθρώσουν το κόστος μεταφοράς. Για παράδειγμα, έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η αύξηση στη ζήτηση του αεροπορικού φορτίου επέφερε αύξηση κατά 60% στις μεταφορές ανάμεσα σε Ευρώπη και Βόρειο Αμερική. Παρ’ όλα αυτά, οι επιχειρήσεις πρέπει να μετατρέψουν τις προκλήσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα σε ευκαιρία. Οι αλυσίδες εφοδιασμού αναπτύσσονται πλέον γύρω από περιοχές που διευκολύνουν τις μεταφορές, παρά σε περιοχές χαμηλού κόστους παραγωγής. Σε αυτό το πλαίσιο, η χώρα μας μπορεί να παίξει κομβικό ρόλο ως νοτιοανατολική πύλη logistics στην Ευρώπη, αλλά και ως ανταγωνιστική δίοδο διατροπικών μεταφορών για το θαλάσσιο εμπόριο της Ευρώπης με την Ασία.
* Οι επιχειρήσεις πρέπει να αλλάξουν τις πρακτικές τους περί προώθησης των εξαγωγών. Η πανδημία έφερε στο προσκήνιο ερωτήματα όπως: Τι επιπτώσεις θα έχει η πανδημία στις εμπορικές εκθέσεις; Πώς θα πρέπει οι επιχειρήσεις να χειριστούν την αυξανόμενη μετατόπιση της ροής διάθεσης προϊόντων από τις εταιρείες e-commerce; Με τις παλιές πρακτικές να φθίνουν, οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να μάθουν να προωθούν τα προϊόντα τους, όχι μόνο μέσα από μεγάλες εταιρείες πώλησης αγαθών (Amazon, Alibaba κλπ.), αλλά και από μικρότερες, πιο εξειδικευμένες, με παγκόσμια ή τοπική εμβέλεια. Οι ελληνικές εξαγωγικές εταιρείες οφείλουν να επιδείξουν γρήγορα αντανακλαστικά και να υιοθετήσουν τόσο ψηφιακές πρακτικές στην προσέγγιση των καταναλωτών, όσο και προϊόντα που καλύπτουν τις νέες αγοραστικές συνήθειες.
* Οι επιχειρήσεις πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες καταναλωτικές συμπεριφορές. Στην Ευρώπη, η πανδημία έχει αναδείξει ένα νέο προφίλ καταναλωτή, με τάση σε περισσότερο υγιεινά προϊόντα, με συσκευασίες ατομικής κατανάλωσης και εύκολης οικιακής χρήσης. Οι καταναλωτές χωρών της Βόρειας Ευρώπης έχουν ήδη στραφεί στη μεσογειακή διατροφή. Η αλλαγή αυτή ευνοεί τα ελληνικά τρόφιμα και αγροτικά προϊόντα που φημίζονται για την ποιότητά τους και οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις καλούνται να επωφεληθούν από το συγκριτικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που παρουσιάζεται. Πιο συγκεκριμένα, ανάλυση του ομίλου Fitch που συντάχθηκε ειδικά για το σεμινάριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων και ποτών μπορούν να αυξηθούν σημαντικά, σε χώρες της Ευρώπης και της υποσαχάριας Αφρικής στο διάστημα 2020-2024.
* Τέλος, οι επιχειρήσεις πρέπει να διατηρήσουν την άνοδο των εξαγωγών προς τις χώρες της Ε.Ε., ενδεικτικό της στροφής των εξαγωγικών επιχειρήσεων προς αγορές με βατές διαδικασίες εξαγωγής, σταθερές νομισματικές ισοτιμίες, αλλά και ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων. Έτσι, δημιουργούνται νέες ευκαιρίες για τις ελληνικές εξαγωγές σε χώρες που ανταγωνιστές μας (όπως η Ιταλία και η Ισπανία) είχαν δεσπόζουσα θέση. Εν δυνάμει, η εξέλιξη αυτή προσφέρει ευκαιρίες στις ελληνικές επιχειρήσεις να αυξήσουν τις εξαγωγές τους σε καίριους κλάδους, όπως τα δομικά υλικά, τα μέταλλα, τα χημικά, τα φάρμακα και τα τρόφιμα.
Στη νέα πραγματικότητα δεν αρκεί να προσαρμοστούν μόνο οι εξαγωγείς, αλλά και η πολιτεία. Πρέπει να συνεχισθεί η ενίσχυση προς τις εξαγωγικές επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά τη στήριξη της ρευστότητας, τη διευκόλυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, την κατάρτιση του στελεχιακού δυναμικού, αλλά και τη συμβολή της διπλωματίας στη βελτίωση της εξαγωγικής εικόνας της χώρας. Η προσαρμογή όλων στις νέες ανάγκες είναι η σωστή συνταγή για να κερδίσουμε τις ευκαιρίες που παρουσιάζει η κρίση.