Εκατομμύρια εργαζόμενοι στην Ευρώπη που έχουν τεθεί σε καθεστώς αναστολής σύμβασης αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να βρεθούν χωρίς δουλειά όταν ολοκληρωθούν τα κρατικά προγράμματα στήριξης της απασχόλησης. Το επόμενο δίλημμα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων είναι να δημιουργήσουν κίνητρα για νέες θέσεις εργασίας ή να εγκαινιάσουν προγράμματα εκμάθησης νέων δεξιοτήτων, ώστε να μην πέσουν στην παγίδα των «ζόμπι» θέσεων εργασίας.
Σύμφωνα με υπολογισμούς των «FT», τα προγράμματα επιδότησης της απασχόλησης καλύπτουν 45 εκατ. θέσεις εργασίας –ή το ένα-τρίτο του συνολικού εργατικού δυναμικού- σε Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία και Ισπανία. Τα συγκεκριμένα προγράμματα απέτρεψαν την εκτόξευση της ανεργίας στην Ευρώπη και την απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας, κάτι που συνέβη στις ΗΠΑ από την έναρξη της κρίσης εξαιτίας του κορωνοϊού.
Οι περισσότερες κυβερνήσεις έχουν επεκτείνει τα προγράμματα στήριξης της απασχόλησης έως το φθινόπωρο, φοβούμενες ένα «τσουνάμι» χαμένων θέσεων εργασία εάν έληγαν νωρίτερα.
Την ώρα όμως που η ζήτηση και η παραγωγή ανακάμπτουν σιγά-σιγά, κυβερνητικοί αξιωματούχοι και αναλυτές στρέφουν την προσοχή τους στο τεράστιο δημόσιο κόστος που συνεπάγονται οι επιδοτήσεις απασχόλησης, αλλά και τον κίνδυνο να παγιδευθούν ορισμένοι εργαζόμενοι σε «ζόμπι» θέσεις εργασίας, αντί να μετακινηθούν σε τομείς με καλύτερες, μακροπρόθεσμες προοπτικές.
«Η παράταση των προγραμμάτων προστασίας της απασχόλησης απλώς αναβάλλει το πρόβλημα», δηλώνει στους «FT» η Καταρίνα Ούτερμολ, επικεφαλής οικονομολόγος της Allianz. Ο ασφαλιστικός όμιλος σε πρόσφατη ανάλυσή του έκρουε των κώδωνα κινδύνου για εννέα εκατ. θέσεις εργασίας –ή το ένα-πέμπτο των θέσεων σε καθεστώς αναστολής συμβάσεων- και σε κλάδους περισσότερο ευάλωτους στο χτύπημα του κορωνοϊού: Τουρισμό, φιλοξενία, λιανική και ψυχαγωγία.
«Είναι πραγματικά σημαντικό να υπάρξουν και άλλες πρωτοβουλίες, όπως ενεργού δράσης πολιτικές για την αγορά εργασίας, προσθέτει η κ. Ούτερμολ.
Παρότι ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης προβλέπει έως τα τέλη Ιουνίου αύξηση της ανεργίας στην Ευρωζώνη στο 10%, το ποσοστό είναι σημαντικά χαμηλότερο σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, όπου προβλέπεται εκτόξευση του ποσοστού ανέργων στο 17,5%.
Οι «πληγές» στις ΗΠΑ είναι πολύ βαθύτερες, καθώς από τα μέσα Μαρτίου έχουν υποβληθεί περισσότερες από 45 εκατ. νέες αιτήσεις επιδόματος ανεργίας. Παρά τη μικρή ανάκαμψη των προσλήψεων τον Μάιο, η Χάιντι Σίρχολτς, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στο υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ, υπολογίζει ότι περισσότεροι από ένας στους πέντε εργαζομένους στις ΗΠΑ λαμβάνει επίδομα ανεργίας. Η αμερικανική κυβέρνηση έχει επιλέξει να στηρίξει τους εργαζομένους που πλήττονται με πιο γενναιόδωρα επιδόματα –προσθέτοντας ένα συμπληρωματικό επίδομα 600 δολαρίων.
Παρά τα μέτρα στήριξης, οι εθνικές αρχές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού καλούνται να αντιμετωπίσουν την ίδια πρόκληση: Πώς να ολοκληρώσουν σταδιακά τα προγράμματα επιδότησης χωρίς να προκαλέσουν σοκ και απότομη αύξηση των μακροχρόνια ανέργων. «Δεν μπορούμε να αποσύρουμε πολύ νωρίς τα προγράμματα ανακούφισης», παρατηρεί η κ. Σίρχολτς. Τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να αποσυρθούν σταδιακά μόνο όταν η ανεργία υποχωρήσει ή αυξηθεί η απασχόληση σε κατάλληλα επίπεδα, προσθέτει.
Στο μεταξύ στην Ευρώπη, συνδικάτα και εργοδότες ζητούν από τις κυβερνήσεις παράταση των προγραμμάτων προστασίας των θέσεων εργασίας. Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, τα προγράμματα έχουν παραταθεί για λίγους μήνες, σε ορισμένες περιπτώσεις με συμμετοχή και των εργοδοτών.
Καμία όμως μεγάλη ευρωπαϊκή οικονομία δεν έχει παρουσιάσει σχέδια για στοχευμένα μέτρα στήριξης της απασχόλησης σε συγκεκριμένους κλάδους ή για τη δημιουργία νέων κινήτρων για προσλήψεις ή προγράμματα κατάρτισης και εκμάθησης νέων δεξιοτήτων. Τέτοιου είδους μέτρα θα χρειασθούν, ως κίνητρο όχι για τη διατήρηση υφιστάμενων θέσεων εργασίας αλλά για την ανεύρεση νέων και σε τομείς μεγαλύτερης ζήτησης, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος μαζικών απολύσεων ή θέσεις «ζόμπι», τονίζουν οι αναλυτές.
Η συζήτηση στρέφεται πλέον στο πώς οι κυβερνήσεις μπορούν να στηρίξουν τους εργαζομένους ώστε να βρουν νέους εργασιακούς ρόλους –μέσω επιμορφωτικών προγραμμάτων, εγγυήσεων απασχόλησης για νέους ή άμεση δημιουργία θέσεων εργασίας σε κρατικής χρηματοδότησης έργα υποδομών.
«Είμαστε πλέον σε μια κατάσταση με επανεκκίνηση του μεγαλύτερου μέρους της δραστηριότητας και δεν θέλει κανείς να πληρώνει ανθρώπους για να μην δουλεύουν», παρατηρεί ο Μορίτς Κουν, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Βόνης. «Κάτι τέτοιο προκαλεί στρεβλώσεις στη ζήτηση εργασίας για τους εργοδότες», προσθέτει.
Naftemporiki.gr με πληροφορίες από FT