Ταμείο Ανάκαμψης: Αρχίζουν οι συζητήσεις για τα εθνικά σχέδια, παρά τις αντιρρήσεις

Τετάρτη, 10 Ιουνίου 2020 07:02
UPD:07:02
shutterstock

Οι προϋποθέσεις, το μέγεθος του Ταμείου Ανάκαμψης, το ποσοστό των επιχορηγήσεων έναντι των δανείων που προβλέπονται στην πρόταση της Κομισιόν αποτελούν μερικά από τα σημεία τριβής μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. Από την πλευρά της η Κομισιόν ξεκινά τις διαπραγματεύσεις για τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις που θα περιληφθούν στα σχέδια ανάκαμψης των χωρών.

Στις χώρες που εκφράζουν αντιρρήσεις, εκτός από την Αυστρία, Ολλανδία, Δανία, Σουηδία και Φινλανδία, χθες στη διάρκεια της συνεδρίασης του Ecofin, προστέθηκε σύμφωνα με πληροφορίες και η Ουγγαρία. Ωστόσο ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς δήλωσε πριν την έναρξη της συνεδρίασης ότι παρά το γεγονός ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών, θα υπάρξει συμφωνία σε σύντομο χρονικό διάστημα. «Οι αρχικές θέσεις είναι διαφορετικές, αλλά υπάρχει πνεύμα συνεννόησης από όλες τις πλευρές» είπε ο Όλαφ Σολτς. Ο υπουργός Οικονομικών της Κροατίας, η οποία έχει την προεδρία της Ε.Ε. έως το τέλος του μήνα, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου μετά το τέλος του Ecofin εκτίμησε ότι οι χώρες θα καταλήξουν σε συμφωνία στις αρχές της ανάληψης της προεδρίας της Ε.Ε. από τη Γερμανία.

Από την πλευρά της η Κομισιόν, μέσω του αντιπροέδρου, Βάλντις Ντομπρόβσκις δηλώνει έτοιμη για να ξεκινήσει ατύπως συζητήσεις με τα κράτη-μέλη για τα σχέδια ανάκαμψης που θα χρειαστεί να καταθέσουν.

«Ενθάρρυνα τα κράτη-μέλη στη συνεδρίαση του Ecofin να συμφωνήσουν γρήγορα για το Πακέτο Ανάκαμψης έτσι ώστε οι πρώτες εκταμιεύσεις να μπορέσουν να γίνουν στις αρχές του επόμενου έτους. Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε ανεπίσημα τα σχέδια ανάκαμψης με τα κράτη-μέλη ακόμα και πριν το Ταμείο Ανάκαμψης λάβει έγκριση». δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν μετά το τέλος της συνεδρίασης του Εcofin.

Η Ελλάδα, όπως και κάθε κράτος-μέλος, έχει ουσιαστικά περιθώριο δύο χρόνια, έως το 2022, για να αξιοποιήσει το σύνολο του ποσού που θα δικαιούται να λάβει μέσω επιχορηγήσεων και δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Εφόσον προχωρήσει η πρόταση της Κομισιόν και εγκριθεί από τους ηγέτες των χωρών-μελών της Ε.Ε., κάθε κράτος-μέλος έχει ουσιαστικά δύο έτη για να καταθέσει τα σχέδια του και να επωφεληθεί από το μέγιστο του ποσού που του αναλογεί για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην πράσινη και ψηφιακή ανάκαμψη.

Τα επόμενα δύο έτη, δηλαδή έως το 2024 που είναι και η διάρκεια του Ταμείου Ανάκαμψης, η Ελλάδα, όπως και κάθε χώρα, θα μπορεί να κάνει αίτηση για χρηματοδότηση μόνο αν «υπάρχουν» κεφάλαια με βάση τις προκηρύξεις της Επιτροπής. Δηλαδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα κάνει γνωστό μέσω προσκλήσεων τα διαθέσιμα ποσά εντός του πλαισίου του ευρωπαϊκού εξαμήνου.

Επίσης, κάθε κράτος πρώτα θα λάβει τις επιδοτήσεις και κατόπιν τα δάνεια. Υπενθυμίζεται ότι με βάση την πρόταση της Κομισιόν, από τα 32 δισ. ευρώ που αναλογούν στην Ελλάδα, τα 22,5 δισ. ευρώ αφορούν επιχορηγήσεις και 9,4 δισ. ευρώ δάνεια. Όμως και σε αυτή την περίπτωση, οι χώρες θα πρέπει να αποδείξουν ότι η λήψη του δανείου είναι απαραίτητη για την κάλυψη αναγκών οι οποίες συνδέονται με επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις.

Το Σεπτέμβριο –Οκτώβριο, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να καταθέσει το πακέτο των προτάσεων της για την αξιοποίηση των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα προσχέδιο του «προγράμματος» καθώς τα οριστικά σχέδια θα κατατίθενται έως το τέλος Απριλίου του 2021 και 2022. Χωρίς να υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ των κρατών-μελών, τα αναπτυξιακά σχέδια θα πρέπει να αφορούν δημόσιες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα δίνουν προτεραιότητα στην πράσινη και ψηφιακή οικονομία. Πριν πραγματοποιηθεί η κατάθεση τους θα υπάρχει διάλογος μεταξύ του κάθε κράτους-μέλους και της Κομισιόν για τα σχέδια που θα καταθέσουν, αν δηλαδή ακολουθούνται οι συστάσεις της Κομισιόν για κάθε χώρα (στην περίπτωση για την Ελλάδα) στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου.

Σύμφωνα με την πρόταση της Κομισιόν, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία λαμβάνουν τα μεγαλύτερα ποσά. Η Ιταλία έως 172,7 δισ. ευρώ, η Ισπανία έως 140,4 δισ. ευρώ και η Ελλάδα έως 32 δισ. ευρώ. Για να ισχύσουν όμως αυτά τα ποσά θα πρέπει να οριστικοποιηθεί η απόφαση και να τηρηθεί μια σειρά από κανόνες κατανομής και προθεσμίες.

Ραλλού Αλεξοπούλου



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα