Από την έντυπη έκδοση
Του Τζόζεφ Ε. Στίγκλιτς*
Καθώς ο κορονοϊός εξαπλώνεται από τη μία χώρα στην άλλη, δεν δόθηκε καμία προσοχή στα εθνικά σύνορα ή στους «μεγάλους, όμορφους τοίχους» των συνόρων. Ούτε στις επακόλουθες οικονομικές συνέπειες που περιείχαν. Όπως έχει γίνει προφανές από την αρχή, η πανδημία του Covid-19 είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα, που απαιτεί μία παγκόσμια λύση.
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου, η συμπόνια πρέπει να αποτελεί ένα σημαντικό κίνητρο για την υποστήριξη μιας πολυμερούς αντίδρασης. Όμως η παγκόσμια δράση είναι επίσης ένα θέμα αυτο-ενδιαφέροντος. Εφόσον η πανδημία εξακολουθεί να μαίνεται παντού, θα αποτελέσει απειλή -τόσο επιδημιολογική όσο και οικονομική- παντού.
Ο αντίκτυπος του Covid-19 στις αναπτυσσόμενες και στις αναδυόμενες οικονομίες άρχισε μόνο τώρα να αποκαλύπτεται. Υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύουμε ότι οι χώρες αυτές θα πληγούν πολύ περισσότερο από την πανδημία απ’ ό,τι οι ανεπτυγμένες οικονομίες. Εξάλλου, οι άνθρωποι σε χώρες με χαμηλότερο εισόδημα τείνουν να ζουν σε μικρότερη απόσταση μεταξύ τους. Επιπλέον υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού αντιμετωπίζει ήδη υφιστάμενα προβλήματα υγείας, που το καθιστούν πιο ευάλωτο στην ασθένεια, ενώ και τα συστήματα υγείας των χωρών αυτών είναι λιγότερο προετοιμασμένα να διαχειριστούν μία επιδημία.
Διάσκεψη ΟΗΕ για εμπόριο και ανάπτυξη
Η έκθεση της 30ής Μαρτίου που πραγματοποιήθηκε από τη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη προσφέρει μία πρώιμη ματιά σε όσα συμβαίνουν στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες. Οι πιο επιτυχημένες από αυτές βασίζονται στην ανάπτυξη υπό την καθοδήγηση των εξαγωγών, η οποία θα καταρρεύσει τώρα, καθώς η παγκόσμια οικονομία συρρικνώνεται.
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι παγκόσμιες επενδυτικές ροές είναι επίσης πτωτικές, όπως και οι τιμές των βασικών εμπορευμάτων, γεγονός που υποδηλώνει μία σκληρή πορεία για τους εξαγωγείς φυσικών πρώτων υλών.
Οι εξελίξεις αυτές αντανακλώνται ήδη στα spreads των αποδόσεων στο κρατικό χρέος των αναπτυσσόμενων χωρών. Πολλές κυβερνήσεις θα βρουν εξαιρετικά δύσκολο να μετακυλίσουν τα χρέη που θα προκύψουν φέτος με εύλογους όρους, αν όχι καθόλου.
Λιγότερες οι επιλογές των αναπτυσσόμενων
Επιπλέον, οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν λιγότερες και πιο δύσκολες επιλογές σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας. Όταν οι άνθρωποι ζουν με απούσα την επαρκή κοινωνική προστασία, η απώλεια εισοδήματος μπορεί να σημαίνει πείνα. Ωστόσο, αυτές οι χώρες δεν μπορούν να αντιγράψουν την αντίδραση των ΗΠΑ, η οποία διαθέτει (έως τώρα) οικονομικό πακέτο ύψους 2,2 τρισ. δολαρίων, το οποίο θα εκτινάξει το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά 10% περίπου του ΑΕΠ (εκτός από το έλλειμμα 5% πριν από την πανδημία).
Μετά την εικονική σύνοδο έκτακτης ανάγκης στις 26 Μαρτίου, οι ηγέτες του G20 εξέδωσαν ένα ανακοινωθέν με τη δέσμευση «να κάνουν ό,τι χρειάζεται και να χρησιμοποιήσουν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία πολιτικής για να ελαχιστοποιήσουν τις οικονομικές και κοινωνικές ζημίες από την πανδημία, να αποκατασταθεί η παγκόσμια ανάπτυξη, να διατηρηθεί η σταθερότητα στην αγορά αγοράς και να ενισχυθεί η αντοχή». Για τον σκοπό αυτό, τουλάχιστον δύο πράγματα μπορούν να γίνουν σχετικά με τη φρικτή κατάσταση των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων οικονομιών.
Χρησιμοποίηση των Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων
Πρώτον, πρέπει να χρησιμοποιηθούν πλήρως τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα (ΕΤΔ) του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, μία μορφή «παγκόσμιων χρημάτων» που το ίδρυμα εξουσιοδοτήθηκε να δημιουργήσει κατά την ίδρυσή του. Τα ΕΤΔ αποτελούν βασικό στοιχείο της διεθνούς νομισματικής τάξης όπως υποστήριξε ο Τζον Μέιναρντ Κέινς κατά τη διάσκεψη Bretton Woods το 1944. Η ιδέα είναι ότι, επειδή όλες οι χώρες προφανώς θέλουν να προστατεύσουν τους πολίτες και τις οικονομίες τους κατά τη διάρκεια κρίσεων, οι διεθνείς κοινότητες πρέπει να διαθέτουν ένα εργαλείο για την παροχή βοήθειας στις χώρες με τις μεγαλύτερες ανάγκες, χωρίς να χρειαστεί να δεχθούν πλήγμα οι εθνικοί προϋπολογισμοί.
Μια τυποποιημένη έκδοση των ΕΤΔ -με περίπου το 40% των ΕΤΔ να προορίζεται για τις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες- θα έκανε τεράστια διαφορά. Ωστόσο, θα ήταν ακόμη καλύτερο οι ανεπτυγμένες οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ, να δώσουν ή να δανειοδοτήσουν (με ευνοϊκούς όρους) τα ΕΤΔ τους σε ένα ταμείο εμπιστοσύνης προορισμένο για τη βοήθεια των φτωχότερων χωρών. Θα μπορούσε κανείς να αναμένει ότι οι χώρες που παρέχουν αυτή τη βοήθεια θα βάλουν όρους, ειδικότερα ότι τα χρήματα αυτά δεν θα πάνε για τη διάσωση των πιστωτών.
Στάση στην εξυπηρέτηση χρέους αναδυόμενων
Είναι επίσης σημαντικό να βοηθήσουν οι πιστώτριες χώρες ανακοινώνοντας μία στάση στην εξυπηρέτηση χρέους των αναπτυσσόμενων και των αναδυόμενων οικονομιών. Για να καταλάβουμε γιατί αυτό είναι τόσο σημαντικό, ας αναλογιστούμε την οικονομία των ΗΠΑ. Τον περασμένο μήνα, το αμερικανικό υπουργείο Στέγασης και Αστικής Ανάπτυξης ανακοίνωσε ότι δεν θα υπάρξουν κατασχέσεις για τα ομοσπονδιακά ασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια για 60 ημέρες. Στην ουσία, αυτή η πολιτική αποτελεί μέρος μίας ευρύτερης «στάσης» σε ολόκληρη την οικονομία των ΗΠΑ ως απάντηση στην κρίση του Covid-19. Οι εργαζόμενοι μένουν στο σπίτι, τα εστιατόρια παραμένουν κλειστά και οι αεροπορικές εταιρείες είναι παροπλισμένες. Γιατί πρέπει να επιτραπεί στους πιστωτές να συνεχίσουν να αυξάνουν τις αποδόσεις τους, ειδικά όταν τα χρεωστικά επιτόκια που χρεώνουν θα πρέπει να έχουν ήδη δημιουργήσει ένα επαρκές περιθώριο κινδύνου; Εάν οι πιστωτές δεν ακολουθήσουν μία τέτοια πολιτική, πολλοί οφειλέτες θα βγουν από την κρίση χρωστώντας περισσότερα απ’ ό,τι μπορούν να αποπληρώσουν.
Αυτές οι στάσεις πληρωμών είναι εξίσου σημαντικές σε διεθνές επίπεδο, όπως είναι και σε εγχώριο. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, πολλές χώρες απλά δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, τα οποία, ελλείψει συνολικής στάσης στην αποπληρωμή τους, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μαζικές, κυλιόμενες αθετήσεις. Σε πολλές αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες, η μόνη επιλογή της κυβέρνησης είναι είτε να μην τροφοδοτήσει περισσότερο με εισόδημα τους ξένους πιστωτές είτε να «επιτρέψει» στους περισσότερους πολίτες της να πεθάνουν. Προφανώς, το τελευταίο θα είναι απαράδεκτο για τις περισσότερες χώρες, οπότε η πραγματική επιλογή για τη διεθνή κοινότητα είναι μεταξύ μίας ομαλής ή μη ομαλής στάσης πληρωμών, με το τελευταίο σενάριο να οδηγεί αναπόφευκτα σε σοβαρές αναταράξεις και εκτεταμένο κόστος στην παγκόσμια οικονομία.
Έλλειψη θεσμοθετημένου μηχανισμού
Φυσικά, θα ήταν καλύτερα να είχαμε έναν θεσμοθετημένο μηχανισμό για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Η διεθνής κοινότητα προσπάθησε να το επιτύχει αυτό το 2015, όταν η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε μία σειρά κοινών αρχών με συντριπτική υποστήριξη. Δυστυχώς, το πλαίσιο αυτό δεν έτυχε της απαραίτητης αποδοχής από τις βασικές πιστώτριες χώρες. Είναι ίσως πολύ αργά για να δημιουργηθεί ένα τέτοιο σύστημα για να χρησιμοποιηθεί τώρα, στην παρούσα κρίση. Ωστόσο, αναπόφευκτα θα υπάρξουν περισσότερες κρίσεις, πράγμα που σημαίνει ότι η αναδιάρθρωση των κρατικών χρεών θα πρέπει να είναι ψηλά στην ημερήσια διάταξη της μετα-πανδημικής αποτίμησης.
Όπως αναφέρει το αθάνατο ρητό του Τζον Ντον, «κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί»... Και επίσης δεν είναι καμία χώρα -όπως η κρίση του Covid-19 κατέστησε σαφές- μόνο εάν η διεθνής κοινότητα βγάλει το κεφάλι της από την άμμο.
* Ο Τζόζεφ Ε. Στίγκλιτς, βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομικών, είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια και επικεφαλής οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Roosevelt.