Από την έντυπη έκδοση
Του Χρήστου Α. Ιωάννου*
Στην αρχή της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα η ελληνική κοινωνία και οικονομία πρέπει να κάνουν άλματα. Και να τα κάνουν άμεσα. Τα επόμενα δύο-τρία χρόνια. Να κινηθούν ταχύτατα για τη συμμετοχή της στην 3η και στην 4η βιομηχανική επανάσταση. Την 3η που «την έχασαν» και την 4η που επίσης κινδυνεύουν «να χάσουν».
Για να συμμετάσχουμε ως κοινωνία, ως οικονομία και ως παραγωγοί στην 4η βιομηχανική επανάσταση πρέπει να καλύψουμε τα μεγάλα ελλείμματα της ανεπαρκούς συμμετοχής μας στην 3η - στην ψηφιακοποίηση της οικονομίας.
Η δεκαετία που έφυγε ήταν δεκαετία κρίσης και χρεοκοπίας. Στις αρχές της «μας έφταιγαν», και για την κρίση, και για την χρεοκοπία, «οι άλλοι».
Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και η ατελής αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης του 2010. Ακόμη και σήμερα για πολλούς, που αρνούνται να δουν ή να κατανοήσουν τα ενδογενή αίτια της δεκαετούς μας κρίσης και χρεοκοπίας, «μας φταίνε» πάντα «οι άλλοι».
Όμως αν «μας έφταιγαν» μόνον, ή κυρίως, «οι άλλοι» (η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και η ατελής αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης του 2010), τότε κι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, η Πορτογαλία, η Κύπρος, η Ισπανία (ως προς την κρίση και η Ιρλανδία), θα χρειάζονταν τρία μνημόνια και μια ολόκληρη δεκαετία για να βγουν από τις δικές τους κρίσεις. Δεν τα χρειάστηκαν.
Συγκριτικά με την Ελλάδα, μπήκαν αργότερα και βγήκαν πολύ νωρίτερα.
Η Ελλάδα «έχασε» τη δεκαετία 2010-2019, περισσότερο από κάθε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης, γιατί «είχε χάσει» περισσότερο από κάθε άλλον και τη δεκαετία 2000-2009. Αυτό καθόρισε, και καθορίζει, τη διάρκεια και το βάθος της ελληνικής κρίσης και χρεοκοπίας. Η ελληνική ήταν κυρίως εγχώριο επίτευγμα.
Η ελληνική κοινωνία είχε αναθέσει την πρωτοκαθεδρία στο πελατειακό κράτος, το οποίο δανειζόταν αφειδώς, προκειμένου να τροφοδοτεί έναν άκρατο καταναλωτισμό σαν να μην υπήρχε αύριο. Είχε αφεθεί στον αντιπαραγωγικό μετασχηματισμό της.
Δανειζόταν από τη μια, δεν επένδυε από την άλλη. Ή ορθότερα όταν και όσο επένδυε, δεν επένδυε στην παραγωγή.
Η παραγωγή και οι επενδύσεις θεωρήθηκαν δευτερεύουσας και τριτεύουσας σημασίας.
Η παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών συρρικνώθηκε από το, ήδη χαμηλό, 25,8% του ΑΕΠ το 2000, στο ιστορικό χαμηλό 20,9% το 2009-2010. Το μερίδιο της μεταποίησης στο ΑΕΠ από το ήδη εξαιρετικά χαμηλό 9,5% του ΑΕΠ, το 2000, έφτασε στο επίσης ιστορικό χαμηλό 7,6%-7,2% του ΑΕΠ, το 2009-2010.
Οι επενδύσεις επί δεκαετία, αλλά και στην «κορύφωσή» τους, το 2008, έμοιαζαν μεν στα επίπεδα του μέσου όρου της Ε.Ε., αλλά δεν ήταν στους παραγωγικούς τομείς και κλάδους.
Μία συν μία δεκαετία μετά που βρισκόμαστε; Μοιάζει να μην αλλάξαμε, ακόμη, αιώνα. Ο συνολικός πληθυσμός της χώρας έχει αρχίσει να μειώνεται πλέον, αλλά δεν έφθασε ακόμη (2018: 10,7 εκατ.) τα επίπεδα του 2000 (10,5 εκατ.). Γερνάει γρήγορα ωστόσο.
Η συνολική απασχόληση του 2018 (3,8 εκατ.) υπολείπεται ακόμη εκείνης του 2000 (4,1 εκατ.). Ως προς τη δομή του ΑΕΠ, «ισορροπήσαμε» το 2018 σχεδόν στο σημείο αφετηρίας του 2000. Το μερίδιο των διεθνώς εμπορεύσιμων στο ΑΕΠ ήταν 25,8% το 2000 και ξαναέφτασε στο 25,8% το 2018. Το μερίδιο της μεταποίησης ήταν 9,5% το 2000 και ξαναέφτασε στο 9,5% το 2018.
Εν τω μεταξύ, δύο δεκαετίες τώρα ο κόσμος, η διεθνής οικονομία και κοινωνία, έχει αλλάξει, και συνεχίζει να αλλάζει, ραγδαία. Η 4η βιομηχανική επανάσταση διανύει ήδη τη 2η δεκαετία της και παρέχει νέες ευκαιρίες για τις μικρές ανοικτές οικονομίες. Αν η ελληνική κοινωνία το θέλει, και το μπορεί, καλείται να κινηθεί υιοθετώντας ραγδαίες μεταρρυθμίσεις: για να έχει παιδεία, για να έχει επενδύσεις, για να έχει πολλαπλασιασμό και αναβάθμιση των προϊόντων και των υπηρεσιών που παράγει (και εξάγει).
Για να έχει ταυτόχρονη, ταχεία, αύξηση απασχολούμενων, παραγωγής και παραγωγικότητάς τους αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες αιχμής. Μόνον με τον παραγωγικό μετασχηματισμό της θα μπορεί να εξασφαλίσει την οικονομική ανόρθωση και την ευημερία της. Η διαρκής πρωτοβουλία του ΣΕΒ για τη Βιομηχανία 4.0 αποσκοπεί στον να μη χαθεί κι αυτή η ευκαιρία για την ελληνική οικονομία.
* Ο Χρήστος Α. Ιωάννου είναι οικονομολόγος, διευθυντής Τομέα Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας ΣΕΒ