Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μία σημαντική προσπάθεια για να ενισχυθεί η «εξωστρέφεια» των ελληνικών επιχειρήσεων. Ωστόσο παράγοντες, από τα εμπόδια πρόσβασης σε επαρκή χρηματοδότηση έως το άκρως δυσμενές διεθνές περιβάλλον, έχουν επιβραδύνει την ανάκαμψη των εξαγωγών. Η ΤτΕ μάλιστα προειδοποιεί στην τελευταία έκθεσή της για περαιτέρω επιβράδυνση.
Όπως αναφέρει η έκθεση οι εξαγωγές αγαθών προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται, με βραδύτερους όμως ρυθμούς, επηρεαζόμενες από τη μείωση της εξωτερικής ζήτησης κυρίως το 2020, ως απόρροια της επιδείνωσης του διεθνούς περιβάλλοντος. Οι εξαγωγές υπηρεσιών, δηλαδή η ζήτηση τουριστικών και ναυτιλιακών υπηρεσιών, θα συνεχίσουν να είναι ο βασικός πυλώνας.
Όπως εξηγεί η ΤτΕ η παρατεταμένη διεθνής αβεβαιότητα ενσωματώνεται σταδιακά στις προσδοκίες πλήττοντας την εμπιστοσύνη, την επενδυτική δραστηριότητα και τις εξαγωγές. Ο όγκος του διεθνούς εμπορίου, αφού παρέμεινε σχεδόν στάσιμος επί δύο τρίμηνα, το δεύτερο τρίμηνο του 2019 μειώθηκε. Οι νεότερες προβλέψεις του ΟΟΣΑ εκτιμούν ότι ο ρυθμός ανόδου του παγκόσμιου ΑΕΠ θα είναι 2,9% το 2019, ενώ οριακή ανάκαμψη θα καταγραφεί μόνο από το 2021 και ύστερα. Και αυτό είναι σίγουρα «κακά μαντάτα» για όσες οικονομίες επιδιώξουν την αύξηση της εξαγωγικής τους δραστηριότητας.
Τα μέτρα προστατευτισμού σε παγκόσμιο επίπεδο και οι γεωπολιτικές εντάσεις φαίνεται μάλιστα να έχουν πλήξει σε δυσανάλογα μεγάλο βαθμό τη ζώνη του ευρώ και δη χώρες, όπως η Γερμανία και η Ιταλία, που αποτελούν τις βασικές αγορές για τις ελληνικές εξαγωγές.
Επιπλέον αρνητική αναμένεται και η επίδραση από το Brexit, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο είναι από τους κύριους εμπορικούς εταίρους της Ελλάδος. Αυτή θα μπορούσε να μετριαστεί βέβαια από την πιθανή σύναψη εμπορικής συμφωνίας με την Ε.Ε., εφόσον καταστεί δυνατό Λονδίνο και 27 να βρουν κοινό τόπο σε διάστημα 11 μηνών.
Σύμφωνα με την ΤτΕ πάντως οι ελληνικές εξαγωγές, κυρίως ταξιδιωτικών υπηρεσιών και σε μικρότερη έκταση αγαθών εκτός καυσίμων, έδειξαν ανθεκτικότητα στις τάσεις επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, καθώς η ελληνική οικονομία φαίνεται να έχει διατηρήσει το πλεονέκτημα της ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας κόστους και τιμών που σημειώθηκε την περίοδο μετά το 2010.
Η επιβράδυνση των εξαγωγών αγαθών αντανακλά κυρίως τη μείωση του όγκου των εξαγωγών καυσίμων, ενώ οι εξαγωγές των αγαθών χωρίς καύσιμα συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, αν και με βραδύτερο ρυθμό, που διαμορφώθηκε σε 5,0% σε σταθερές τιμές, έναντι 11,0% την ίδια περίοδο του 2018.
Επισημαίνεται ότι το μερίδιο των ελληνικών αγαθών στις διεθνείς αγορές έχει αυξηθεί (σχεδόν κατά 13% μετά το 2015) και έχει διατηρηθεί μέχρι τώρα, καθώς τα αρνητικά αποτελέσματα της μειωμένης εξωτερικής ζήτησης μετριάζονται από τη χαμηλή εισοδηματική ελαστικότητα που χαρακτηρίζει τα κυριότερα εξαγόμενα προϊόντα (όπως τα τρόφιμα και τα φάρμακα). Έτσι, εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί η ανοδική πορεία των εξαγωγών και το επόμενο έτος, αν και χωρίς σημαντική μεταβολή του σχετικού ρυθμού ανόδου.
Aξίζει να σημειωθεί ότι στην ανοδική πορεία των εξαγωγών αγαθών μέχρι τώρα τη μεγαλύτερη συμβολή είχαν οι κλάδοι των κλωστοϋφαντουργικών, των φαρμακευτικών προϊόντων και του μηχανολογικού εξοπλισμού.
naftemporiki.gr