Η προβληματική παροχή των λεγόμενων “ξενοδοχειακών” υπηρεσιών και η κακή οργάνωση των δημόσιων νοσοκομείων που καταλήγει σε μη έγκαιρη ανταπόκριση στις ανάγκες περίθαλψης και εισαγωγής ασθενών, σε συνδυασμό με την έλλειψη οικονομικού προγραμματισμού και ελέγχου διαχείρισης, είναι τα κύρια προβλήματα της παροχής υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ετήσια επισκόπηση της Kantor.
Όπως επισημαίνει η Kantor, ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί στο χώρο της Υγείας, είναι η συνεχώς αυξανόμενη προτίμηση που δείχνουν οι πολίτες στον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος τα τελευταία 10 χρόνια διαδραματίζει ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στο σύστημα υγείας της χώρας.
Η εμφάνιση μεγάλων πολυμετοχικών σχημάτων, τα οποία αντικατέστησαν τις μικρές ιδιωτικές κλινικές και τα οποία έχουν ως κύριο γνώρισμα την ολιγοπωλιακή τους δομή, καταδεικνύει την αξιοσημείωτη δυναμική του κλάδου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι το 2006 ο κύκλος εργασιών των εισηγμένων εταιρειών του κλάδου παρουσίασε αύξηση 16,5% και η κερδοφορία 34% αντίστοιχα.
Παράλληλα, σημαντική ενίσχυση την προηγούμενη χρονιά εμφάνισε και ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης, με τον κύκλο εργασιών να αυξάνεται κατά 18% και τις στρατηγικές συμμαχίες μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και ιδιωτών παρόχων υπηρεσιών υγείας να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για νέα ώθηση στον κλάδο των ιδιωτικών ασφαλίσεων στην Ελλάδα.
Στο δημόσιο τομέα, αντίθετα, σύμφωνα πάντα με την Kantor, η διόγκωση των ελλειμμάτων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας συνεχίστηκε και το 2006, γεγονός που συνεπάγεται την αύξηση των χρηματοδοτήσεων προς τους ανωτέρω φορείς. Σύμφωνα με την KANTOR, η αύξηση αυτή το 2007 εκτιμάται πως θα είναι της τάξης του 14,5%, αγγίζοντας τα 7.465,17 εκατ. ευρώ έναντι 6.519,20 εκατ. ευρώ το 2006.
Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και η δημόσια υγεία συνεχίζουν να αποτελούν τους αδύνατους κρίκους του συστήματος, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, αν και στην Ελλάδα παρατηρείται μία από τις μεγαλύτερες πανευρωπαϊκά αναλογίες γιατρών ανά κάτοικο – γεγονός που σημαίνει ότι η επαρκής στελέχωση των νοσοκομείων είναι εφικτή - η χώρα μας βρίσκεται πολύ χαμηλά σε αναλογία νοσοκομειακών κλινών ανά κατοίκους σε σχέση με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη.
Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι το 52,76% των δαπανών που προβλέπονται από τον Προϋπολογισμό του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Υγεία-Πρόνοια 2000-2006» (συνολικού προϋπολογισμού 500 εκατ. ευρώ) έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, οι σημαντικές ελλείψεις που διαπιστώνονται σε υποδομές και προσωπικό, σε συνδυασμό και με την ανυπαρξία οργανωμένων προγραμμάτων ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών, έχουν υποβαθμίσει κατά πολύ τον επιχειρησιακό χαρακτήρα της πρόληψης και προαγωγής της δημόσιας υγείας.
Οι επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στην τελευταία δεκαπενταετία εστίασαν σε κτηριακές υποδομές και μηχανήματα δίνοντας ελάχιστη έως μηδενική σημασία στην οργάνωση, τις λειτουργίες, τα συστήματα πληροφορικής και τους ανθρώπινους πόρους (προγραμματισμός αναγκών, επάρκεια, αξιολόγηση, αμοιβές). Είναι αναγκαίο, η συμβολή των Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), να στραφεί και στις παραπάνω περιοχές, ώστε η παροχή δημόσιων υπηρεσιών υγείας να αποκτήσει και μυαλό και ψυχή για να γίνουν λειτουργικά τα κτήρια και τα μηχανήματα.