Από την έντυπη έκδοση
Του Γιάννη Παγκαλιά
[email protected]
Τα αποστακτήρια και οι παραγωγοί οινοπνευματωδών ποτών μπορούν να αποτελέσουν τα επόμενα χρόνια ένα εργαλείο στα χέρια της Ευρώπης, για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της αστικοποίησης, αλλά και της στήριξης και βιωσιμότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι αγροτικές κοινότητες σε όλη την Ευρώπη καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες να ανταγωνιστούν τις μεγάλες πόλεις που προσελκύουν τους νέους και μαζί με αυτούς την οικονομική τους δυναμική (ο πληθυσμός στις αγροτικές περιοχές προβλέπεται να μειωθεί κατά 8 εκατομμύρια έως το 2050, ενώ στις πόλεις να αυξηθεί κατά 24,1 εκατομμύρια).
Ταυτόχρονα, οι μμε της Ευρώπης, οι οποίες συνιστούν το 99% των εταιρειών της Ε.Ε., καταβάλλουν τον δικό τους αγώνα για να παραμείνουν ανταγωνιστικές σε κλάδους όπου εταιρείες κολοσσοί κατέχουν σημαντικές θέσεις και μερίδια στην αγορά.
Δεδομένου ότι τα οινοπνευματώδη ποτά αντιπροσωπεύουν το 17% του συνόλου των εξαγωγών agro-food προϊόντων της Ε.Ε. και ότι υπάρχουν μεγαλύτερες δυνατότητες σε πολλές αγορές, οι Ευρωπαίοι παραγωγοί οινοπνευματωδών, ενώνοντας τις δυνάμεις τους με τους οινοποιούς και τους ζυθοποιούς της Ευρώπης μπορούν να αποτελέσουν μία πραγματική κινητήρια δύναμη ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές.
Παραγωγή και τουρισμός
Η αντιμετώπιση αυτών των δύο προκλήσεων είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση του πολιτισμού και της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, υπογραμμίζει στο Euronews ο Ούλριχ Άνταμ, γενικός διευθυντής του οργανισμού spiritsEUROPE, που εκπροσωπεί παραγωγούς οινοπνευματωδών ποτών στην Ε.Ε. Οι επιχειρήσεις αυτές όχι μόνο δημιουργούν θέσεις εργασίας και έσοδα στις τοπικές κοινότητες, αλλά αποτελούν ολοένα και περισσότερο έναν μεγάλο πόλο έλξης για τους τουρίστες που επιθυμούν να βιώσουν εμπειρικά την τεράστια κληρονομιά και την τέχνη της ευρωπαϊκής παραγωγής οινοπνευματωδών ποτών. Σύμφωνα με τον Άνταμ οι μικρές μονάδες παραγωγής οινοπνευματωδών συχνά παραβλέπονται από τις ευρωπαϊκές αρχές, ως μία κατηγορία μμε που μπορούν να αποφέρουν σημαντικά οφέλη σε συχνά απομακρυσμένες αγροτικές τοποθεσίες.
Μόνο πέρυσι 2 εκατομμύρια άνθρωποι επισκέφθηκαν τα αποστακτήρια που παράγουν σκωτσέζικο ουίσκι, ακόμη 1 εκατομμύριο επισκέφθηκε τα ιρλανδικά αποστακτήρια, ενώ 1,6 επισκέπτες υποδέχθηκαν τα αποστακτήρια της Γαλλίας. Στη Γερμανία, υπάρχουν περί τα 15.000 αποστακτήρια φρούτων και δημητριακών και περίπου 180 που παράγουν ουίσκι. Η επιτυχημένη πορεία αυτών των επιχειρήσεων όχι μόνο ωφελεί όσους απασχολούνται στα αποστακτήρια, αλλά και την τοπική κοινότητα που αναπτύσσεται γύρω από αυτά προσφέροντας υπηρεσίες φιλοξενίας εστίασης και συναφείς υπηρεσίες.
Υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης
Η ανάπτυξη των αποστακτηρίων στην Ευρώπη τρέχει με ταχείς ρυθμούς εξαιτίας της τεράστιας ζήτησης από τους καταναλωτές. Η αξία της παγκόσμιας αγοράς αλκοολούχων ποτών αναμένεται να ανέλθει στα 80,43 δισ. δολάρια έως το 2025 και οι μικρές αγροτικές επιχειρήσεις αξιοποιούν το μεγαλύτερο μέρος της. Είτε πρόκειται για ουίσκι, μπράντι, τζιν ή άλλα αλκοολούχα ποτά, η στήριξη του κλάδου των αλκοολούχων θα οδηγήσει στην ανάπτυξη αυτών των μμε και θα προσφέρει ζωτικές οικονομικές ευκαιρίες στις αγροτικές κοινότητες.
Ο τουρισμός με σκοπό την επίσκεψη σε ένα παρασκευαστήριο αλκοολούχων ποτών δημιουργεί θέσεις εργασίας, υποστηρίζει την οικονομική ανάπτυξη των αγροτικών κοινοτήτων και ενισχύει τη φήμη των αγροτικών περιοχών ως τουριστικοί προορισμοί.