Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Μπορεί οι αγορές να περιμένουν την απόφαση της Fed το βράδυ, αλλά την προσοχή κλέβει προς το παρόν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Σήμερα αρχίζει ο δεύτερος γύρος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, με το οποίο αγοράζει ομόλογα και άλλα στοιχεία ενεργητικού, γνωστός και ως QE2. Οι επενδυτές ελπίζουν ότι θα δώσει τις απαραίτητες τονωτικές ενέσεις στην ασθενική ανάπτυξη της Ευρωζώνης. Οι ειδικοί είναι διχασμένοι, όπως και το Δ.Σ. της ΕΚΤ.
Η ΕΚΤ αποφάσισε τον Σεπτέμβριο να επαναφέρει το «φάρμακο», που χρησιμοποίησε από το 2015 έως και το 2018, αν και σε μικρές «δόσεις», με αγορές ύψους 20 δισ. ευρώ μηνιαίως. Το ένα τρίτο των μελών του Δ.Σ. διαφώνησαν με την απόφαση, εκτιμώντας πως δεν υπάρχει λόγος για επιστροφή στην ποσοτική χαλάρωση, της οποίας οι «παρενέργειες» είναι γνωστές και ομολογημένες, ενώ η Ζαμπίνε Λάουτενσλεγκερ οδηγήθηκε σε παραίτηση με αιχμές.
Ο Μάριο Ντράγκι επικαλέστηκε τη συνεχή και ραγδαία επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών και έστειλε μήνυμα πως ποσοτική χαλάρωση και αρνητικά επιτόκια θα φύγουν, όταν κινητοποιηθούν αρκούντως στο δημοσιονομικό πεδίο οι κυβερνήσεις. Αυτό ακόμη δεν συμβαίνει, παρά τις συνεχείς προειδοποιήσεις και πιέσεις προς τις χώρες με δημοσιονομικά περιθώρια να βάλουν βαθύτερα το χέρι στην «τσέπη», να εγκαταλείψουν τις πολιτικές των πλεονασμάτων και να δώσουν ενέσεις στις οικονομίες τους.
Το Βερολίνο σκέφτεται να κινηθεί μέσω επενδύσεων στην πράσινη ενέργεια, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψει το δόγμα του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού. Πολλοί φοβούνται ότι οι κινήσεις του ίσως έρθουν με μεγάλη καθυστέρηση. Η Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία αναλαμβάνει επισήμως σε δύο ημέρες τα καθήκοντα της προέδρου στο Δ.Σ. της ΕΚΤ έστειλε σαφές μήνυμα στη Γερμανία και την Ολλανδία ότι πρέπει να κάνουν περισσότερα και κυρίως να αυξήσουν τις επενδύσεις τους.
Ποιοι θα ωφεληθούν
Οι επενδυτές και οι κυβερνήσεις των χωρών του Νότου και εν γένει των πλέον χρεωμένων μελών θα είναι και οι μεγάλοι ωφελημένοι του δεύτερου QE, όχι γιατί η ΕΚΤ θέλει να ευνοήσει κάποιους, αλλά γιατί πολύ απλά αυτές οι οικονομίες έχουν και τα περισσότερα ομόλογα επιλέξιμα από την κεντρική τράπεζα.
Δεδομένου ότι η ΕΚΤ έχει ήδη ρίξει 2,6 τρισ. ευρώ στο σύστημα, μέσω της αγοράς κρατικών κυρίως (αλλά και εταιρικών σε μικρότερο βαθμό) ομολόγων, η επιλογή δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Δεν θα πρέπει δε να ξεχνάμε ότι τα 2/3 των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης φέρουν πλέον αρνητική απόδοση, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις προσεγγίζει τα επίπεδα του καταθετικού επιτοκίου.
Όσο για τα γερμανικά ομόλογα είναι σε... έλλειψη. Η ΕΚΤ εκτμάται ότι έχει 12 με 14 μήνες μπροστά της, εάν δεν τροποποιήσει ελαφρώς τους όρους του QE. Αλλά και για τα ομόλογα μικρότερων οικονομιών του πυρήνα, όπως της Φινλανδίας, η ΕΚΤ έχει περιθώριο αγοράς έως τα μέσα του επόμενου έτους, σύμφωνα με υπολογισμούς της Rabobank, που δημοσιεύει το Bloomberg.
«Τρέχει» να προλάβει η Ελλάδα
Στο πρώτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης μείναμε εκτός, αφού η συμμετοχή προϋποθέτει επενδυτική βαθμίδα στην αξιολόγηση των κρατικών ομολόγων από έναν τουλάχιστον οίκο αξιολόγησης ή να είναι σε ισχύ το waiver το οποίο δίνεται σε χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα και το οποίο θα μπορούσε η Ελλάδα να διατηρήσει με μία προληπτική γραμμή. Επέλεξε όμως αντ' αυτού το δρόμο της ενισχυμένης εποπτείας με στόχο μεγαλύτερη ελαφρώς ευελιξία στις πολιτικές.
Μετά και την αναβάθμιση από τον S&P (αλλά και εν αναμονή της απόφασης του DBRS την Παρασκευή) απέχουμε τρία σκαλοπάτια από το πολυπόθητο investment grade. Εάν μεταρρυθμίσεις, επενδύσεις και αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων κινηθούν με ταχύτητα, θα έρθουν και νέες αναβαθμίσεις. Στόχος να προλάβουμε να αξιοποιήσουμε έστω και σε μικρό βαθμό τον δεύτερο γύρο του QE, πριν τα γεράκια της ΕΚΤ πιέσουν για τον τερματισμό του.
Να θυμίσουμε ότι ο Μάριο Ντράγκι το περασμένο καλοκαίρι είχε ανοίξει ένα μικρό παράθυρο (ή τουλάχιστον έτσι είχαν ερμηνευθεί σχετικές δηλώσεις του) για ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE, ακόμη και πριν την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας- υπό την προϋπόθεση πάντα ότι θα ανταποκρινόμαστε στις δεσμεύσεις μας έναντι των πιστωτών.
Η ΕΚΤ σε παλαιότερη έκθεσή της υπολόγιζε ότι η συμμετοχή της Ελλάδας στο QE θα μείωνε τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων κατά 70 μονάδες βάσης τουλάχιστον. Αυτό σημαίνει αισθητή μείωση του κόστους δανεισμού σε πρώτη φάση για το δημόσιο και σε δεύτερη για τις επιχειρήσεις της χώρας, που βγαίνουν και αυτές στις αγορές.
Έφτασε και το κλιμακωτό επιτόκιο
Σήμερα τίθεται, εν τω μεταξύ, σε ισχύ και το λεγόμενο «κλιμακωτό επιτόκιο» με το οποίο η ΕΚΤ θέλει να απαλύνει τις δυσμενείς επιπτώσεις του αρνητικού καταθετικού επιτοκίου (που είναι στο -0,5%). Οι ευρωπαϊκές τράπεζες διαμαρτύρονταν ότι τα αρνητικά επτόκια κατατρώνε τα κέρδη τους και συνιστούν ένα σοβαρότατο μειονέκτημα έναντι των αμερικανικών και ασιατικών ανταγωνιστριών τους σε ένα περιβάλλον στο οποίο δεν λείπουν οι προκλήσεις.