Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Η τουρκική λίρα είναι το νόμισμα με τη χειρότερη επίδοση παγκοσμίως μέχρι στιγμής τον Οκτώβριο. Από την έναρξη της επιχείρησης στη Συρία και με τον Ντόναλντ Τραμπ να απειλεί να «καταστρέψει» την τουρκική οικονομία εάν η Άγκυρα το παρακάνει, το νόμισμα δέχθηκε σφυροκόπημα. Όταν ωστόσο ανακοινώθηκαν χθες οι αμερικανικές κυρώσεις η μεταβολή ήταν οριακή, σε μία ένδειξη ότι το πλήγμα από την Ουάσιγκτον ήταν πολύ πιο περιορισμένης έκτασης από ό,τι πολλοί υπολόγιζαν. Πόσο λοιπόν πρέπει να φοβάται ο Ταγίπ Ερντογάν;
Προς το παρόν όχι πολύ. Όταν ο Αμερικανός πρόεδρος διεμήνυσε μέσω Twitter στην Τουρκία να προσέξει εάν δεν θέλει να καταστραφεί οικονομικά, η λίρα ήρθε αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη ημερήσια βουτιά από τον Αύγουστο. Αμέσως μετά την ανακοίνωση των κυρώσεων το τουρκικό νόμισμα είδε την ισοτιμία του να υποχωρεί ελαφρά στις 5,93 λίρες ανά δολάριο από 5,9260 λίρες ανά δολάριο. Αυτές προβλέπουν δασμούς έως και 50% στις εισαγωγές τουρκικού χάλυβα (έξι μήνες μετά την μείωσή τους), πάγωμα των διαπραγματεύσεων για τη διμερή εμπορική συμφωνία και κυρώσεις στους υπουργούς Άμυνας, Εσωτερικών και Ενέργειας.
Διακομματική ομάδα γερουσιαστών στις ΗΠΑ είχε αφήσει να εννοηθεί ότι το προεδρικό διάταγμα θα μπορούσε να περιλαμβάνει πάγωμα του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων της τουρκικής ηγεσίας σε δολάριο (συμπεριλαμβανομένου του Ερντογάν), απαγόρευση σε αμερικανικές επιχειρήσεις και οργανισμούς να συνεργάζονται με τον τουρκικό στρατό και εμπάργκο στις εξαγωγές όπλων στην Τουρκία. Όλα αυτά δεν ήρθαν, για αυτό και η «χλιαρή» αντίδραση της αγοράς.
Η ικανότητα του Ερντογάν να αποφύγει τις μείζονες οικονομικές επιπτώσεις φέτος, παρά τις σοβαρές σκιές στις σχέσεις με την Ουάσιγκτον, έχει αποδειχθεί αξιοσημείωτη. Και ενδεχομένως αυτό να έχει κάνει με την προσωπική «χημεία» του με τον Τραμπ. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν έγιναν ποτέ πράξη οι απειλές για οικονομικές κυρώσεις σχετικά με την αγορά των ρωσικών S-400, όπως ούτε εκείνες για την οικονομική συνεργασία με το Ιράν.
Πέρυσι τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα, αλλά το μεγάλο πλήγμα στην τουρκική οικονομία ήρθε περισσότερο από τη δίνη στην οποία βρέθηκαν συνολικά οι αναδυόμενες αγορές, παρά από τις αμερικανικές πιέσεις για το θέμα της απελεύθερωσης του πάστορα, Άντριου Μπράνσον. Αυτές τρόμαξαν ακόμη περισσότερο τους επενδυτές, που όμως είχαν ήδη τραπεί σε φυγή από το τουρκικό ενεργητικό λόγω της υπερθέρμανσης της γειτονικής οικονομίας, της επιμονής στα Erdoganomics και των συνεχών επιθέσεων στην ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας.
Τον Μάρτιο του 2018 οι ΗΠΑ επέβαλαν δασμούς 25% στον τουρκικό χάλυβα και 10% στο τουρκικό αλουμίνιο. Αλλά αυτό αφορούσε το σύνολο των εμπορικών τους εταίρων. Η Τουρκία απάντησε τον Ιούνιο του ίδιου έτους με δασμούς σε εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων 1,8 δισ. δολαρίων.
Οι νέοι δασμοί είναι υψηλότεροι, αλλά και πάλι δεν τρομάζουν ιδιαίτερα. Το πάγωμα των εμπορικών διαπραγματεύσεων ίσως να προβληματίζει περισσότερο δεδομένου ότι είχε τεθεί ένας άκρως φιλόδοξος στόχος η αξία των διμερών εμπορικών συναλλαγών να αυξηθεί στα 100 δις. δολάρια από μόλις 20,5 δις. δολάρια σήμερα. Αλλά και πάλι αυτό θα σήμαινε όχι μόνο αύξηση των τουρκικών εξαγωγών αλλά και εντυπωσιακή αύξηση των εισαγωγών.
Η Τουρκία είναι σήμερα μόλις ο 32ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ. Η γειτονική χώρα εξήγηγε το 2018 αγαθά αξίας 10,3 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ. Οι περισσότερες εξαγωγές αφορούσαν μηχανολογικό εξοπλισμό (1,2 δισ. δολάρια), οχήματα (1,1 δισ. δολάρια), αγροτικά προϊόντα (1 δισ. δολάρια), χαλιά και άλλα υφάσματα (591 εκατ. δολάρια), σύμφωνα με στοιχεία της Deutsche Welle. Από την άλλη οι εξαγωγές χάλυβα και σιδηρομεταλλεύματος δεν ξεπέρασαν τα 559 εκατ. δολάρια.
Όσο για τις διμερείς επενδυτικές σχέσεις και αυτές μένουν σχετικά περιορισμένες. Η Τουρκία υποδέχθηκε άμεσες επενδύσεις ύψους 4,3 δις. δολαρίων από τις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ενώ προχώρησε σε επενδύσεις 2 δις. δολ. Στις ΗΠΑ την ίδια χρονιά.
Αν κάτι καίει τον Ερντογάν αυτό είναι ο αντίκτυπος των γεωπολιτικών εξελίξεων στη λίρα. Η υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος σημαίνει όχι μόνο μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, σε μία περίοδο κατά την οποία η οικονομία παλεύει να αφήσει πίσω της την ύφεση, αλλά και «φούσκωμα» των χρεών ιδιωτών και επιχειρήσεων, που είναι σε δολάριο. Η όποια επενδυτική «επίθεση» στο τουρκικό νόμισμα δεν εξαρτάται από τις οικονομικές κυρώσεις αυτές καθεαυτές όσο από την αίσθηση που δίνεται στις αγορές για το ποιος έχει το πάνω χέρι στο γεωπολιτικό παιχνίδι. Προς το παρόν οι επενδυτές βλέπουν μία Τουρκία που αν και έχει έρθει σαφώς πιο κοντά με Ρωσία και Ιράν και είναι σε πλήρη σύγκρουση με την Ε.Ε., πετυχαίνει να αποσπά αυτό που θέλει (απόσυρση αμερικανικών στρατευμάτων) και να κρατάει σε διαχείρισιμα επίπεδα την αντίδραση του Τραμπ. Και αυτό μόνο ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος μπορεί να το αλλάξει.