Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Τις λεπτομέρειες των μέτρων που επηρεάζουν άμεσα τόσο τον προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους όσο και αυτόν του 2020 οριστικοποιεί το οικονομικό επιτελείο εν όψει και της αυριανής κατάθεσης του προσχεδίου του προϋπολογισμού στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τα μέτρα θα νομοθετηθούν με ένα πολυνομοσχέδιο, το οποίο αναμένεται στη Βουλή μέσα στον Νοέμβριο και το οποίο θα κατατεθεί πιθανότατα την ίδια περίοδο με το τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού.
Η «αξία» των μέτρων που θα ενσωματωθούν στο εν λόγω νομοσχέδιο θα ανέλθει περίπου στα 2,7 δισ. ευρώ: στο 1,2 δισ. ευρώ θα φτάσει ο προϋπολογισμός των εξαγγελιών του πρωθυπουργού για το 2020, στο 1,2 δισ. ευρώ εκτιμώνται τα «αντίμετρα», ενώ τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ θα είναι ο προϋπολογισμός του έκτακτου μερίσματος που σκοπεύει να διανείμει η κυβέρνηση μέχρι το τέλος του χρόνου.
Προϊόν διαπραγμάτευσης
Οι τελικές διατάξεις για την εφαρμογή των μέτρων αποτελούν προϊόν διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους των θεσμών, καθώς μέχρι και την τελευταία στιγμή συνεχίζονταν οι συζητήσεις σχετικά με το αν υπάρχει ή όχι δημοσιονομικό κενό στον προϋπολογισμό του 2020.
Έτσι, στο φορολογικό νομοσχέδιο θα φανούν πολλά προϊόντα συμβιβασμού:
α) Η έκπτωση φόρου για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους θα αρχίζει να μειώνεται από τα 12.000 ευρώ εισόδημα και όχι από τα 20.000 ευρώ που είναι σήμερα, ενώ ο ρυθμός μείωσης θα είναι 20 ευρώ ανά 1.000 ευρώ εισοδήματος και όχι 10 ευρώ όπως ισχύει τώρα.
β) Το επίδομα γέννησης παιδιών των 2.000 ευρώ εξετάζεται να καταβάλλεται σε δύο δόσεις και όχι εφάπαξ.
γ) Η συγκέντρωση ηλεκτρονικών πληρωμών σχεδιάζεται να γίνει υποχρεωτική για όλους τους φορολογούμενους, μεταξύ των οποίων και για τους αυτοαπασχολούμενους.
δ) Η έκπτωση φόρου για την επισκευή και την ενεργειακή θωράκιση των ακινήτων θα «ψαλιδιστεί» αρκετά, καθώς το 40% της δαπάνης στο οποίο έχει αναφερθεί η κυβέρνηση θα αφαιρείται από το εισόδημα και όχι από τον φόρο.
ε) Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών θα γίνει από τα μέσα της χρονιάς (και μάλιστα με ρυθμό μισής ποσοστιαίας μονάδας) ώστε να περιοριστεί στο ελάχιστο το κόστος στον προϋπολογισμό των ασφαλιστικών ταμείων.
Η νέα φορολογική κλίμακα
Το κόστος από τη θέσπιση της νέας φορολογικής κλίμακας έχει περιοριστεί στα μόλις 281 εκατ. ευρώ και πλέον αναμένονται τα αποκαλυπτήρια της καινούργιας φορολογικής κλίμακας για να φανεί με ποιο τρόπο περιορίζεται το δημοσιονομικό κόστος σε τόσο χαμηλά επίπεδα.
Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, οι νέοι συντελεστές της φορολογικής κλίμακας θα είναι οι εξής:
* 9% για το τμήμα του εισοδήματος έως τα 10.000 ευρώ (αυτό δεν αλλάζει καθώς αποτελεί και τη βασική προεκλογική δέσμευση της νέας κυβέρνησης),
* 22% για το τμήμα του εισοδήματος από τα 10.000 έως τα 20.000 ευρώ (δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή στον συντελεστή του συγκεκριμένου κλιμακίου),
* 28% (από 29% που είναι σήμερα) για το τμήμα του εισοδήματος από τις 20.000 έως τις 30.000 ευρώ,
* 36% (από 37% που είναι σήμερα) για το τμήμα του εισοδήματος από 30.000 έως τις 40.000 ευρώ και
* 44% (από 45% που είναι σήμερα) για το τμήμα του εισοδήματος άνω των 40.000 ευρώ σε ετήσια βάση.
Για την κάλυψη του δημοσιονομικού κόστους που προκύπτει από τη μείωση των συντελεστών της φορολογικής κλίμακας, το υπουργείο Οικονομικών θα τροποποιήσει τη μαθηματική φόρμουλα υπολογισμού της έκπτωσης φόρου που γίνεται σήμερα σε μισθωτούς και συνταξιούχους. Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, θα αλλάξει τόσο το αρχικό ποσό της έκπτωσης φόρου (ο οποίος θα εξαρτάται από τον αριθμό των παιδιών) όσο και ο «βηματισμός» μείωσης της έκπτωσης αυτής ανάλογα με το εισόδημα.
Έτσι:
1. Για όσους δεν έχουν παιδιά η έκπτωση φόρου θα ξεκινά από τα 777 ευρώ, ενώ αν το ατομικό εισόδημα ξεπερνά τα 12.000 ευρώ η έκπτωση αυτή θα μειώνεται κατά 20 ευρώ ανά 1.000 ευρώ εισοδήματος. Έτσι, φορολογούμενος με ατομικό εισόδημα 13.000 ευρώ θα έχει έκπτωση φόρου 757 ευρώ, ο έχων ατομικό εισόδημα 14.000 ευρώ θα έχει έκπτωση φόρου 737 ευρώ κ.ο.κ. Σήμερα η έκπτωση φόρου αρχίζει να μειώνεται από τα 20.000 ευρώ ατομικού εισοδήματος και μάλιστα με ρυθμό 10 ευρώ ανά 1.000 ευρώ εισοδήματος. Έτσι, η συγκεκριμένη αλλαγή θα «ψαλιδίσει» αισθητά το οικονομικό όφελος που προκύπτει από τις μειώσεις των φορολογικών συντελεστών, ειδικά για όσους έχουν ετήσιες αποδοχές άνω των 16.000-17.000 ευρώ. Στην πραγματικότητα, αν δεν αλλάξει κάτι μέχρι την ψήφιση της νέας φορολογικής κλίμακας, η όλη αλλαγή που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση θα ευνοήσει μόνο τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους με ετήσιες αποδοχές από 8.600 ευρώ έως και 16.000 ευρώ. Οι έχοντες ατομικό εισόδημα έως και 12.000 ευρώ τον χρόνο θα γλιτώσουν περίπου 177 ευρώ σε ετήσια βάση (μέσα στο 2020, με το ποσό να αφαιρείται από τη μηνιαία παρακράτηση προσαυξάνοντας τον μισθό), ενώ για τα υψηλότερα εισοδήματα η ελάφρυνση θα είναι μικρότερη. Φορολογούμενος με εισόδημα από 20.000 ευρώ και πάνω θα κερδίσει μόλις 17 ευρώ.
2. Για όσους έχουν ένα παιδί η έκπτωση φόρου θα διαμορφωθεί στα 810 ευρώ (αντιστοιχεί σε αφορολόγητο 9.000 ευρώ) και θα μειώνεται επίσης κατά 20 ευρώ ανά 1.000 ευρώ εισοδήματος για όσους έχουν ετήσιες ατομικές αποδοχές άνω των 12.000 ευρώ. Το μεγαλύτερο όφελος (έως και 160 ευρώ) θα έχουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι με αποδοχές έως και 12.000 ευρώ. Για φορολογούμενους με ετήσιο εισόδημα από 18.000 ευρώ και πάνω προκύπτει ελάχιστο όφελος της τάξεως των 20-40 ευρώ ή ακόμη και μηδενικό όφελος.
3. Για τα δύο παιδιά η έκπτωση φόρου θα ανέρχεται στα 900 ευρώ και θα μεταφράζεται σε αφορολόγητο 10.000 ευρώ. Το μεγαλύτερο όφελος (200 ευρώ) θα έχουν όσοι φορολογούμενοι εμφανίζουν ετήσιες αποδοχές έως και 12.000 ευρώ τον χρόνο.
4. Για τα τρία παιδιά η έκπτωση φόρου θα φτάνει στα 1.120 ευρώ (και θα μεταφράζεται σε 11.000 ευρώ ατομικού εισοδήματος).
5. Για τα τέσσερα παιδιά η έκπτωση φόρου θα φτάνει στα 1.340 ευρώ, που σε επίπεδο εισοδήματος μεταφράζεται σε αφορολόγητο 12.000 ευρώ.
Το σχέδιο για καταβολή επιδόματος γέννησης τέκνων σε δύο δόσεις
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού έχει εγγραφεί κονδύλι 123 εκατ. ευρώ για το επίδομα γέννησης τέκνων. Δεδομένου ότι οι γεννήσεις σε ετήσια βάση στην Ελλάδα ανέρχονται σε περίπου 85.000, το συγκεκριμένο ποσό φαντάζει ως μη επαρκές. Το μειωμένο κονδύλι προκύπτει εξαιτίας δύο παραμέτρων που θα νομοθετήσει η κυβέρνηση. Έτσι, σύμφωνα με πληροφορίες:
1. Θα θεσπιστεί εισοδηματικό κριτήριο εξαίρεσης των νέων γονιών με το υψηλότερο εισόδημα. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι από το επίδομα θα εξαιρείται το 10% των πολιτών με το υψηλότερο εισόδημα. Αυτό σημαίνει ότι θα εξαιρούνται οι οικογένειες που εμφανίζουν ετήσιες αποδοχές πιθανότατα άνω των 40.000 ευρώ.
2. Εξετάζεται σοβαρά το ενδεχόμενο το ποσό για το οποίο έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση (2.000 ευρώ ανά νεογέννητο) να μην καταβάλλεται εφάπαξ, αλλά σε δύο δόσεις. Η πρώτη δόση να δίδεται με τη γέννηση του παιδιού και η δεύτερη κάποιους μήνες αργότερα (πιθανότατα ένα εξάμηνο αργότερα). Με αυτόν τον τρόπο ένα σημαντικό μέρος του επιδόματος θα «μεταφερθεί» από τον προϋπολογισμό του 2019 στον αντίστοιχο του 2020, δεδομένου ότι όσοι αποκτήσουν παιδί μετά τις 30 Ιουνίου 2019 θα εισπράξουν τη δεύτερη δόση του επιδόματος μέσα στο 2020. Το συνολικό ετήσιο κονδύλι για το επίδομα τέκνων εκτιμάται στα 170 με 180 εκατ. ευρώ, καθώς κάθε χρόνο -παρά την υπογεννητικότητα- γεννιούνται περισσότερα από 85.000 παιδιά. Το συνολικό ετήσιο κόστος θα φανεί στον προϋπολογισμό του 2021 όταν θα «συμπέσει» στον ίδιο προϋπολογισμό και η προκαταβολή σε όσους αποκτήσουν παιδί, αλλά και η δεύτερη δόση στους γονείς που απέκτησαν παιδί κατά τον προηγούμενο έτος.
Μείωση ασφαλιστικών εισφορών
Ο συντελεστής ασφαλιστικών εισφορών θα μειωθεί (χωρίς να έχει αποφασιστεί ακόμη ποια επιμέρους παράμετρος θα είναι αυτή που θα μειωθεί) κατά περίπου μισή ποσοστιαία μονάδα από τον Ιούλιο του 2020 και μετά.
Έτσι, το δημοσιονομικό κόστος μπορεί να περιοριστεί στα μόλις 123 εκατ. ευρώ που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό. Μένει να φανεί μόνο με ποιο τρόπο θα εξειδικευτεί η εξαγγελία ότι η μείωση του συντελεστή θα αφορά μόνο τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης.
Το πιθανότερο είναι ότι θα δημιουργηθούν δύο συντελεστές υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, με τον πρώτο (και υψηλότερο) να αφορά τους μερικώς απασχολούμενους και τον δεύτερο (και χαμηλότερο) τους πλήρως απασχολούμενους.
Το δεύτερο κύμα μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών (επίσης κατά μισή ποσοστιαία μονάδα) θα γίνει στο τέλος του χρόνου και ως εκ τούτου δεν θα επηρεάσει δημοσιονομικά τον προϋπολογισμό του 2020.
Έκπτωση για επισκευή ακινήτου από το εισόδημα
Σύμφωνα με αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος, το 40% της δαπάνης που θα πραγματοποιεί ο φορολογούμενος για να επισκευάσει το ακίνητό του θα αφαιρείται από το εισόδημα του ιδιοκτήτη ακινήτου και όχι από τον φόρο. Αυτό περιορίζει αισθητά το οικονομικό όφελος και πλέον μένει να φανεί στην πράξη από τις αρχές του 2020 το κατά πόσον οι ιδιοκτήτες θα μπουν στη διαδικασία να ζητήσουν αποδείξεις και να πληρώσουν με κάρτα (η έκπτωση θα αφορά μόνο τις ηλεκτρονικές πληρωμές) για τις συναλλαγές με τους επαγγελματίες της οικοδομής. Αρκεί το ακόλουθο παράδειγμα:
Ιδιοκτήτης που ξοδεύει 10.000 ευρώ για επισκευή ακινήτου, έχει ατομικό εισόδημα 20.000 ευρώ. Το 40% της δαπάνης, δηλαδή 4.000 ευρώ, θα αφαιρεθεί από τα 20.000 ευρώ και ο φορολογούμενος θα φορολογηθεί τελικώς για αποδοχές 16.000 ευρώ. Ο φόρος που θα γλιτώσει θα είναι 880 ευρώ (το 22% των 4.000 ευρώ). Αν το 40% της δαπάνης αφαιρούνταν από τον φόρο, τότε ο ιδιοκτήτης θα γλίτωνε 4.000 ευρώ. Δηλαδή, με την αφαίρεση του ποσού από το εισόδημα και όχι από τον φόρο, το τελικό όφελος θα περιοριστεί πάνω από 70% «για δημοσιονομικούς λόγους», όπως λέγεται χαρακτηριστικά.
Στην προοπτική η έκπτωση να γίνεται από το εισόδημα και όχι από τον φόρο έχει ήδη αντιδράσει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων, η οποία κάνει λόγο για de facto κατάργηση του μέτρου πριν καν ενεργοποιηθεί.