Από την έντυπη έκδοση
Ιστορικό υψηλό δεκαετίας καταγράφουν οι επιχειρηματικές προσδοκίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών για το επόμενο εξάμηνο. Αυτό προκύπτει από την έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) που δημοσιοποιήθηκε χθες. Μάλιστα για πρώτη φορά στις έρευνες κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τόσο ο γενικός δείκτης για την οικονομική κατάσταση το επόμενο εξάμηνο όσο και οι επιμέρους δείκτες προσδοκιών του κύκλου εργασιών, της ζήτησης, της ρευστότητας, των παραγγελιών και της απασχόλησης υπερτερούν των δεικτών επιδείνωσης.
Συγκεκριμένα, το 31% των επιχειρήσεων αναμένει βελτίωση (έναντι 26,4% τον Ιανουάριο 2019 και 17,5% τον Ιούλιο 2018), το 38,5% καμία μεταβολή (έναντι 38,2% τον Ιανουάριο 2019 και 36,8% τον Ιούλιο 2018), ενώ μόλις το 16,6% των επιχειρήσεων αναμένει επιδείνωση (έναντι 29,3% τον Ιανουάριο του 2019 και 37,6% τον Ιούλιο του 2018). Περισσότερο απαισιόδοξες είναι οι μικρότερες, με βάση τον κύκλο εργασιών και τον αριθμό εργαζομένων, επιχειρήσεις.
Οι προβλέψεις των επιχειρηματιών σχετικά με τη μελλοντική πορεία του κύκλου εργασιών, της ζήτησης και των παραγγελιών παρουσιάζουν αξιοσημείωτη βελτίωση, καθώς είναι η πρώτη φορά σε έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που οι θετικές προσδοκίες υπερτερούν των αρνητικών. Ειδικότερα για τον κύκλο εργασιών 3 στις 10 επιχειρήσεις αναμένουν βελτίωση (30,8%), το 41,6% των ερωτηθέντων δεν αναμένει κάποια μεταβολή, ενώ μόλις το 17,4% αναμένει επιδείνωση.
Αντίστοιχες είναι οι προσδοκίες που καταγράφονται για τη ζήτηση και τις παραγγελίες. Το 30,8% και 27% αντίστοιχα αναμένει βελτίωση, το 40,7% και 43,8% αντίστοιχα καμία μεταβολή, ενώ μόλις το 17,7% και 17,6% αντίστοιχα αναμένει μείωση. Για τις τιμές των προϊόντων/υπηρεσιών, το 4,8% αναμένει αύξηση, το 8,2% μείωση και το 79,8% καμία μεταβολή.
Σε γενικές γραμμές, οι προσδοκίες των επιχειρήσεων ανεξαρτήτου μεγέθους ή και ηλικίας παρουσιάζουν μια σχετική ομοιογένεια, με τις θετικές προβλέψεις να υπερτερούν των αρνητικών για όλες σχεδόν τις κατηγορίες και στους δείκτες που εξετάζονται. Είναι προφανές, επισημαίνει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, πως οι πρόσφατες εκλογές που οδήγησαν σε αλλαγή της κυβέρνησης έχουν δημιουργήσει ένα ιδιαίτερα θετικό κύμα αισιοδοξίας ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας θα βελτιωθεί σημαντικά.
Θα πρέπει όμως να επισημανθεί ότι ανάλογη συμπεριφορά, χαμηλότερης ωστόσο έντασης, είχε παρατηρηθεί και στην έρευνα οικονομικού κλίματος του Ιανουαρίου του 2015, όπου η τότε αλλαγή της κυβέρνησης είχε προκαλέσει υψηλές προσδοκίες για το μέλλον.
Όσον αφορά τις προβλέψεις για τη ρευστότητα καταγράφεται μια εμφανής βελτίωση, που προφανώς ένα σημαντικό μέρος αυτής οφείλεται στις θετικές προσδοκίες που έχει δημιουργήσει η αλλαγή της κυβέρνησης. Είναι μάλιστα η πρώτη φορά σε έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που οι θετικές προβλέψεις υπερτερούν των αρνητικών. Συγκεκριμένα, το 28,4% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι η ρευστότητα το επόμενο εξάμηνο θα αυξηθεί, το 42,8% ότι θα παραμείνει αμετάβλητη, ενώ μόλις το 18,7% δήλωσε πως θα μειωθεί. Περισσότερο απαισιόδοξοι εμφανίζονται οι επιχειρήσεις με τζίρο έως 50.000 ευρώ, όπου αποτελεί και την μοναδική κατηγορία όπου οι θετικές προβλέψεις υστερούν των αρνητικών (21,3% θα αυξηθεί, έναντι 24,8% που δήλωσε ότι θα μειωθεί).
Επενδύσεις
Ως προς τις επενδυτικές προβλέψεις για το επόμενο εξάμηνο, η έρευνα καταγράφει το μεγαλύτερο ποσοστό πρόθεσης αύξησης των επενδύσεων, καθώς το 15,4% των επιχειρήσεων δηλώνει πως θα πραγματοποιήσει επενδύσεις το επόμενο διάστημα. Εξετάζοντας τις επενδύσεις που πραγματοποίησαν οι μμε την τελευταία τριετία, τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν ότι σχεδόν 4 στις 10 επιχειρήσεις (36,6%) πραγματοποίησαν κάποια μορφής επένδυση. Αν και το ποσοστό αυτό φαίνεται αρκετά υψηλό, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, δηλαδή το 63%, δήλωσε πως δεν πραγματοποίησε καμία επένδυση την τελευταία τριετία.
Στα επιμέρους στοιχεία οι επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν τις περισσότερες επενδύσεις ήταν οι μεγαλύτερες με βάση τον τζίρο (61,2%) και τον αριθμό εργαζομένων (63,8%).
Ως προς το είδος της επένδυσης από τις επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν επενδύσεις το 37,2% πραγματοποίησε επενδύσεις για τεχνολογικό - ψηφιακό εξοπλισμό, το 37,2% για μηχανολογικό εξοπλισμό και το 25,6% για κτηριακές εγκαταστάσεις. Από τα ευρήματα φαίνεται ότι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις καταβάλλουν προσπάθειες προσαρμογής στα νέα δεδομένα που δημιουργούν οι τεχνολογικές εξελίξεις. Ωστόσο η απουσία χρηματοδότησης σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση και την απουσία κινήτρων καθιστούν τις επενδύσεις αυτές περιορισμένης κλίμακας. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από το εύρημα ότι οι 9 στις 10 επιχειρήσεις (88,5%) που πραγματοποίησαν επενδύσεις χρηματοδότησαν τις επενδύσεις αυτές με ίδια κεφάλαια. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι επιχειρήσεις που χρηματοδότησαν τις επενδύσεις τους μέσω τραπεζικού δανεισμού είναι λιγότερες από εκείνες που βρήκαν χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ (4,1% και 5,4% αντίστοιχα).
Υποχρεώσεις - οφειλές
Υψηλό παραμένει το ποσοστό των επιχειρήσεων (35,2%) που έχει κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή προς το Δημόσιο και τις τράπεζες. Σταθερά υψηλότερο είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές προς το πρώην ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών (22,1%).
Το 21% των ερωτηθέντων έχει καθυστερημένες οφειλές προς την εφορία (21%) και το 11,4% προς το πρώην ΙΚΑ. Το 33,1% των επιχειρήσεων που έχουν κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή προς το Δημόσιο δήλωσε πως έχει ενταχθεί στις νέες ρυθμίσεις, το 27,9% δήλωσε πως έχει υπαχθεί σε άλλη ρύθμιση (πάγια), ενώ το 35,3% δήλωσε πως δεν έχει ρυθμίσει ακόμα τις οφειλές του.
Γενικά τα ευρήματα της έρευνας και ως προς τις οφειλές των επιχειρήσεων παρουσιάζουν τα καλύτερα στοιχεία από τότε που ξεκίνησε το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ να μετρά συστηματικά τις οφειλές των επιχειρήσεων. Είναι προφανές πως οι πρόσφατες ασφαλιστικές και φορολογικές ρυθμίσεις που θεσμοθετήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση και βελτιώθηκαν κυρίως ως προς τα φορολογικά από την υφιστάμενη, έχουν σημαντική συμβολή στη βελτίωση που καταγράφεται.
Αυτό γίνεται περισσότερο εμφανές από τις προβλέψεις των επιχειρήσεων ως προς τις υποχρεώσεις τους. Συγκεκριμένα, το 80,4% των ερωτηθέντων δηλώνει πως θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές του υποχρεώσεις, έναντι μόλις 12,5% που δηλώνει πως δεν θα μπορέσει. Αντίστοιχα είναι και τα ποσοστά των επιχειρήσεων σχετικά με την πρόβλεψη ανταπόκρισης στις ασφαλιστικές υποχρεώσεις (80,4% και 12,9% αντίστοιχα).
Πάντως, σε ποσοστό 8,9% των ερωτηθέντων ή περίπου 74.000 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί αντιμέτωπες το προηγούμενο εξάμηνο με κατάσχεση ή δέσμευση λογαριασμών για οφειλές. Ο αριθμός αυτός, που είναι ιδιαίτερα υψηλός, δεδομένου ότι αφορά το μόλις προηγούμενο εξάμηνο, σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ συνηγορεί προς την καθιέρωση ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού ώστε να μην κινδυνεύουν επιχειρήσεις με άμεσο κλείσιμο λόγω έλλειψης ρευστότητας.
Τέλος, μειωμένες καταγράφονται οι οφειλές των επιχειρήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, καθώς εκείνοι που δηλώνουν ότι καθυστερούν να καταβάλουν οφειλές σε προμηθευτές, σε ενοίκια και στις πρώην ΔΕΚΟ είναι αντίστοιχα στο 16,1%, 12% και 17%. Παρόλο που τα ποσοστά είναι μειωμένα σε σχέση με όλες τις προηγούμενες έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, παραμένουν σημαντικά υψηλά, που σε ένα βαθμό αντανακλά την περιορισμένη πρόσβαση ιδίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων σε κεφάλαια και πιστώσεις.