Διεθνές Συνέδριο με θέμα «Είναι υπερτιμημένες οι τιμές των ακινήτων; Διεθνείς τάσεις και επενδυτικές ευκαιρίες» διοργάνωσε η Τράπεζα EFG Eurobank Ergasias στις 20 Ιανουαρίου 2006, στο Παλλάς Αθηνά, με τη συμμετοχή 10 ομιλητών, από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Στο συνέδριο το οποίο διοργανώθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank παρουσιάστηκαν και τα αποτελέσματα επισκόπησης των ελληνικών νοικοκυριών που διενεργήθηκε τους τελευταίους δύο μήνες με την υποστήριξη του ομίλου Eurobank EFG για την αναμενόμενη πορεία των ακινήτων στη χώρα μας.
Η διοργάνωση του Συνεδρίου εντάσσεται σε μια σειρά νέων πρωτοβουλιών της Eurobank στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να συμβάλει αφενός στο δημόσιο διάλογο και αφετέρου στη συστηματική και ολοκληρωμένη ενημέρωση των πελατών της Τράπεζας, αλλά και του ευρύτερου κοινού, για κρίσιμα θέματα, που αφορούν την οικονομία, τις αγορές, την κοινωνία και την οικονομική πολιτική.
Η πρωτοβουλία αυτή ξεκίνησε πέρυσι με τη διοργάνωση αντίστοιχου συνεδρίου με θέμα «Πηγές ανάπτυξης: Μπορεί η Ελλάδα να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ιρλανδίας;»
Κηρύσσοντας την έναρξη του Συνεδρίου, το οποίο παρακολούθησαν 600 και πλέον άτομα, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank κ. Νικόλαος Νανόπουλος αναφέρθηκε στον εποικοδομητικό ρόλο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, ο οποίος χρηματοδοτεί με επιτυχία και ευελιξία τον τομέα της αγοράς ακινήτων, κατασκευών αλλά και τουρισμού ή και άλλων τομέων της οικονομίας που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την οικοδομική δραστηριότητα. «Προκειμένου να διερευνήσουμε εάν αυτή η σημαντική σχέση αλληλεξάρτησης λειτουργεί ομαλά και χωρίς στρεβλώσεις προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, τώρα πια που και στην Ελλάδα η αγορά ακινήτων έχει ωριμάσει αρκετά χάρις στα χαμηλά επιτόκια δανεισμού, θα πρέπει επίσης να δούμε εάν υποστηρίζεται από τους κατάλληλους θεσμούς, όπως είναι το αρμόζον ρυθμιστικό πλαίσιο, η ύπαρξη κτηματολογίου, ο επαρκής καθορισμός της χρήσης γης, ακόμα και οι χρηματοοικονομικοί θεσμοί και εργαλεία που θα προσελκύσουν θεσμικούς επενδυτές στην αγορά ακινήτων» τόνισε ο κ. Νανόπουλος.
Στην εισαγωγική ομιλία του ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας κ. Νικόλαος Καραμούζης αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στη ραγδαία αύξηση της συνολικής αξίας κατοικιών κατά την τελευταία πενταετία στις ανεπτυγμένες χώρες, αύξηση που προσεγγίζει την αξία του ΑΕΠ των χωρών αυτών. «Αυτή η ραγδαία αύξηση τιμών, που δεν είναι ασυνήθης στις μετοχικές αγορές και τις λοιπές αγορές κινητών αξιών, οδηγεί ορισμένους αναλυτές να υποστηρίζουν ότι η αύξηση αυτή είναι υπερβολική, μη διατηρήσιμη, μια στρέβλωση με σοβαρές επιπτώσεις, μια σημαντική απόκλιση από το fair value των ακινήτων. Σε πιο ακραίες τοποθετήσεις τη χαρακτηρίζουν μια μεγάλη φούσκα αξιών, που θα καταρρεύσει, με την αγορά ακινήτων να παρουσιάζει σημαντική μεταβλητότητα τιμών», επεσήμανε ο κ. Καραμούζης.
Τους ομιλητές, παρουσίασε ο Οικονομικός Σύμβουλος της Τράπεζας και επικεφαλής της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων κ. Γκίκας Χαρδούβελης.
Το συνέδριο περιλάμβανε τρεις θεματικές ενότητες με ομιλητές καταξιωμένα στελέχη από επενδυτικές εταιρείες, εταιρείες αξιοποίησης ακινήτων, κεντρικές τράπεζες και πανεπιστήμια.
Συγκεκριμένα, ομιλητές του Συνεδρίου ήταν, στην πρώτη θεματική ενότητα:
Ο Dr Jonathan McCarthy, Senior Economist, Federal Reserve Bank of New York, ο οποίος υποστήριξε ότι αν και οι τιμές κατοικιών στις ΗΠΑ είναι σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, δεν υπάρχει υπερτίμηση σε εθνικό επίπεδο.
Ο Dr Fernando Restoy, Director of the Monetary and Financial Studies Department, Bank of Spain, ο οποίος υποστήριξε ότι η υπερτίμηση στην αγορά κατοικιών δεν μπορεί να αποκλειστεί για την Ισπανία, μια χώρα της οποίας η οικονομία έχει χαρακτηριστικά παρόμοια με την ελληνική οικονομία, αλλά μια οποιαδήποτε μελλοντική πτώση, αν συμβεί, θα είναι βαθμιαία.
Ο Dr Matteo Iacoviello επίκουρος καθηγητής στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Boston College στις ΗΠΑ, ανέλυσε τους παράγοντες που επιδρούν στη διαμόρφωση των τιμών των κατοικιών στις Η.Π.Α. και την επίδραση της νομισματικής πολιτικής, καθώς και τη θετική επίδραση της αγοράς κατοικίας στην οικονομική ανάπτυξη, ποσοτικοποιώντας τις σχέσεις αυτές.
Στη δεύτερη θεματική ενότητα, το ενδιαφέρον στράφηκε στις επενδύσεις.
Ο κ. Ian Marcus, γενικός διευθυντής του Ομίλου European Real Estate Investment Banking της Credit Suisse, πρώην CSFB, μίλησε για τον θεσμό των REITs (Real Estate Investment Trusts).
Ο κ. Michael Walton, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Rynda Property Investors, εταιρία συμμετοχών και αξιοποίησης ακινήτων στο Λονδίνο, επεκτάθηκε στο ρόλο των private equity funds σε real estate, λέγοντας ότι τα private equity funds συμβάλλουν στην ευθυγράμμιση των συμφερόντων μεταξύ επενδυτών και managers, ενώ ενισχύουν την δυνατότητα επιλογής από μια μεγάλη ποικιλία επενδυτικών στρατηγικών.
Ο κ. Κώστας Τσατσαρώνης, Head of Financial Institutions, BIS, διευθυντής του τμήματος International Institutions της Bank for International Settlements (BIS), παρουσίασε μια συγκριτική ανάλυση της συμπεριφοράς των τιμών των κατοικιών ανάμεσα σε 17 αναπτυγμένες χώρες.
Στην τελευταία θεματική ενότητα η οποία επικεντρώθηκε στην ελληνική αγορά, ο σύμβουλος της Eurobank και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, κ. Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος και ο κ. Στράτος Φαναράς, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας METRON ANALYSIS, παρουσίασαν τα αποτελέσματα πανελλαδικής έρευνας δειγματοληψίας σε 1.400 νοικοκυριά, η οποία αναλύει το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ακινήτων στην Ελλάδα και καταγράφει τις προσδοκίες των νοικοκυριών αναφορικά με το μέλλον της αγοράς ακινήτων στην Ελλάδα.
Ο κ. Αριστοτέλης Καρυτινός, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Eurobank και διευθυντής του τομέα Real Estate, επικεντρώθηκε στο θεσμικό πλαίσιο των REITs στο εξωτερικό και στην Ελλάδα.
Ο κύκλος ομιλιών ολοκληρώθηκε με την παρουσίαση της κας Δίκας Αγαπητίδου, γενικής διευθύντριας της Αθηναϊκής Οικονομικής και εκπροσώπου στην Ελλάδα της Jones Lang LaSalle, η οποία ανέλυσε τις προοπτικές των επενδύσεων σε επαγγελματική στέγη στην Ελλάδα.
Τα συμπεράσματα συνόψισε ο κ. Γκίκας Χαρδούβελης, τονίζοντας τους κινδύνους στη διεθνή αγορά ακινήτων, αλλά και τη σχετική αισιοδοξία των ομιλητών, αλλά και των ελληνικών νοικοκυριών, για την πορεία της αγοράς.