Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Σε χιλιάδες φορολογικές υποθέσεις που παραγράφονται στο τέλος του τρέχοντος έτους επικεντρώνονται κατά κύριο λόγο οι φορολογικοί έλεγχοι των υπηρεσιών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Στο στόχαστρο έχουν μπει κυρίως υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ που αφορούν το έτος 2013, καθώς το περιθώριο που έχουν οι αρμόδιες υπηρεσίες για να ολοκληρώσουν τις προβλεπόμενες διαδικασίες είναι πλέον μικρότερο από τέσσερις μήνες.
Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει φόρους και πρόστιμα επί των υποθέσεων αυτών λήγει μεν τυπικά στις 31 Δεκεμβρίου 2019, όμως η πραγματική ημερομηνία λήξης για το Δημόσιο είναι η 10η Δεκεμβρίου. Κι αυτό διότι αυτή είναι η τελευταία μέρα στην οποία το Δημόσιο έχει τη δυνατότητα να κοινοποιήσει προσωρινή πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, δεδομένου ότι βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας πρέπει να δίδεται σε κάθε ελεγχόμενο φορολογούμενο χρονικό περιθώριο 20 ημερών, από τη στιγμή της κοινοποίησης της πράξης αυτής, προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να απαντήσει στα ευρήματα των ελεγκτών και να τεκμηριώσει τυχόν σφάλματα εξαιτίας των οποίων τα προς καταβολή ποσά μπορεί να έχουν υπολογιστεί σε αδικαιολόγητα υψηλά επίπεδα.
Με τη συμπλήρωση ή την παρέλευση του 20ημέρου, δηλαδή το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019, η αρμόδια φοροελεγκτική υπηρεσία έχει το δικαίωμα να κοινοποιήσει την οριστική πράξη του διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου στην οποία τα τελικά ποσά φόρων και προστίμων που θα έχουν καταλογιστεί μπορεί να είναι μικρότερα από αυτά που αναγράφονταν στην προσωρινή πράξη.
Σημειώνεται ότι οι διατάξεις των νόμων 2238/1994 (Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για τις χρήσεις των ετών προ του 2014), 4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος για τις χρήσεις από το 2014 και μετά), 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικών Διαδικασιών) και 2859/2000 (Κώδικας ΦΠΑ) προβλέπουν ότι στις 31 Δεκεμβρίου 2019 λήγουν οριστικά οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την οριστική επιβολή φόρων και προστίμων όχι μόνο σε φορολογικές υποθέσεις του έτους 2013, αλλά και στις ακόλουθες φορολογικές υποθέσεις:
α) Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση του φορολογικού έτους 2010, για τις οποίες υποβλήθηκαν αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις εντός του 2016. Για τις υποθέσεις αυτές η αρχική πενταετής προθεσμία παραγραφής, η οποία έληγε κανονικά στις 31 Δεκεμβρίου 2016 (πέντε χρόνια από τη λήξη του έτους 2011 στο οποίο έπρεπε να είχε υποβληθεί η αρχική εμπρόθεσμη δήλωση), παρατάθηκε για τρία ακόμη χρόνια, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2019, επειδή οι αρχικές δηλώσεις υποβλήθηκαν στο τελευταίο έτος (στο πέμπτο έτος) της κανονικής πενταετούς περιόδου παραγραφής.
β) Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ που αφορούν τη χρήση του φορολογικού έτους 2008, για τις οποίες, μετά τη λήξη της κανονικής πενταετούς περιόδου παραγραφής, δηλαδή μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014, περιήλθαν σε γνώση των αρμοδίων φορολογικών αρχών «συμπληρωματικά στοιχεία», από την εξέταση των οποίων διαπιστώθηκε ότι η φορολογητέα ύλη ήταν μεγαλύτερη από αυτήν που δηλώθηκε και ότι οι υποβληθείσες δηλώσεις ήταν ανακριβείς.
γ) Υποθέσεις ΦΠΑ που αφορούν τη χρήση του φορολογικού έτους 2008 για τις οποίες δεν υποβλήθηκε εκκαθαριστική δήλωση. Για τις υποθέσεις αυτές ισχύει δεκαετής περίοδος παραγραφής που άρχισε να «τρέχει» από την 1η Ιανουαρίου 2010 (μετά τη λήξη του έτους 2009 στο οποίο έπρεπε να υποβληθεί η εκκαθαριστική δήλωση) και λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2019.
δ) Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση του φορολογικού έτους 2003, για τις οποίες δεν είχε υποβληθεί ποτέ η οικεία δήλωση. Για τις υποθέσεις αυτές προβλέπεται δεκαπενταετής περίοδος παραγραφής, η οποία άρχισε να «τρέχει» αμέσως μετά το τέλος του έτους εντός του οποίου έπρεπε να υποβληθούν οι αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις, δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου 2005 (αμέσως μετά τη λήξη του έτους 2004), και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2019.
Οι φοροελεγκτικές υπηρεσίες (το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου, το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων και οι ΔΟΥ) επικεντρώνουν πλέον τους ελέγχους τους και στις παραπάνω υποθέσεις προκειμένου να κοινοποιήσουν εγκαίρως τις πράξεις οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ώστε το Δημόσιο να μη χάσει το δικαίωμα βεβαίωσης και είσπραξης ποσών σημαντικού ύψους.
Το νέο πρόγραμμα ελέγχου
Σημειώνεται ότι πρόσφατα, με την υπ' αριθμόν Α1293/23-7-2019 απόφαση του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργου Πιτσιλή, καθορίστηκε νέο πρόγραμμα φορολογικού ελέγχου για τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες που τηρούν απλογραφικά βιβλία. Βάσει του προγράμματος αυτού, κατά την προετοιμασία του ελέγχου, μετά την έκδοση της σχετικής εντολής, θα εξετάζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
1. Η υποβολή όλων των σχετικών δηλώσεων για κάθε είδους φορολογία και τα δεδομένα αυτών.
2. Εάν είχαν διαπραχθεί φορολογικές παραβάσεις, εάν υπάρχουν κατασχεθέντα βιβλία ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία από τα οποία πιθανολογείται ότι προκύπτει φοροδιαφυγή.
3. Στοιχεία διασταυρώσεων, δελτία πληροφοριών και λοιπά στοιχεία από οργανισμούς, τράπεζες και λοιπές υπηρεσίες ή αρχές.
4. Στοιχεία που αφορούν εκδότες πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων, καθώς και λήπτες εικονικών φορολογικών στοιχείων ή εξαφανισμένους εμπόρους.
5. Ενδείξεις για άρση τραπεζικού απορρήτου.
6. Στοιχεία για τη σύνθεση της συνολικής εικόνας του ελεγχόμενου από τα υφιστάμενα πληροφοριακά συστήματα.
7. Η υποβολή των καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, προμηθευτών και πελατών.
8. Τα υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία του ελεγχόμενου, με σκοπό τη συνδρομή του τομέα του φορολογικού ελέγχου προς τον τομέα της είσπραξης των εσόδων.
9. Στοιχεία που υπάρχουν στο διαδίκτυο για τη λήψη περαιτέρω πληροφοριών αναφορικά με την ηλεκτρονική δραστηριοποίηση του ελεγχόμενου προσώπου.
Γενικές επαληθεύσεις
Περαιτέρω, κατά τον έλεγχο θα εξετάζονται:
1. Τα έγγραφα σύστασης ή νομιμοποίησης της επιχείρησης.
2. Η ορθή τήρηση των βιβλίων και έκδοση των φορολογικών στοιχείων.
3. Η ορθή μεταφορά των δεδομένων των βιβλίων και στοιχείων στις οικείες δηλώσεις και ο ορθός υπολογισμός των φόρων και των λοιπών επιβαρύνσεων.
4. Η διακίνηση τουλάχιστον δύο ειδών ανά ελεγχόμενη χρήση, επιλεκτικά με βάση την τιμή μονάδας ή την ποσότητα ή τη συνολική αξία, με τη μέθοδο της κλειστής αποθήκης.
5. Η ορθή αποτίμηση για δύο τουλάχιστον είδη επιλεκτικά με βάση την τιμή μονάδας ή την ποσότητα ή τη συνολική αξία.
6. Ενδείξεις ή διαφορές που προκύπτουν από διασταυρώσεις καταστάσεων φορολογικών στοιχείων προμηθευτών και πελατών.
7. Πληροφορίες και στοιχεία από τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών της ελεγχόμενης επιχείρησης, για τις εισπράξεις, τα εισοδήματά της, τις πληρωμές υποχρεώσεων κ.λπ., προκειμένου να γίνει επαλήθευση συναλλαγών, καθώς και από κάθε άλλη πηγή πληροφόρησης που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση.
8. Η εμφάνιση όλων των εισοδημάτων από τις λοιπές κατηγορίες (από μισθούς, συντάξεις, κεφάλαιο, υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου κ.λπ.).
9. Η ύπαρξη επιχορηγήσεων ή επιδοτήσεων.
10. Οι Φορολογικοί Ηλεκτρονικοί Μηχανισμοί (ΦΤΜ, ΕΑΦΔΣΣ, ΑΔΗΜΕ), καθώς και οι φορολογικές μνήμες και τα αρχεία που δημιουργούν οι ΦΗΜ.