Από την έντυπη έκδοση
Διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 56 του ν.4607/2019 (Α΄65) σχετικά με το Νέο Συνυποσχετικό του ελληνικού Δημοσίου με τη ναυτιλιακή κοινότητα, παράσχει η ΑΑΔΕ με εγκύκλιό της.
Δέσμευση για ποσοστό 10%
Ειδικότερα η ΑΑΔΕ μεταξύ άλλων αναφέρει ότι:
Με τα ΑΡΘΡΑ 1ο, 2ο και 3ο του Νέου Συνυποσχετικού, διάρκειας αορίστου χρόνου ορίζεται ότι τα φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, τελικοί μέτοχοι ή εταίροι ή πραγματικοί δικαιούχοι πλοιοκτητριών εταιρειών πλοίων υπό ελληνική ή ξένη σημαία, με προϋπόθεση τη διαχείριση αυτών (των υπό ξένη σημαία πλοίων) από εταιρεία που έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 του ν. 27/1975, δεσμεύονται να καταβάλουν στο Ελληνικό Δημόσιο Νέα Οικειοθελή Παροχή καθοριζόμενη σε σταθερό ποσοστό 10% επί των εισαγόμενων στην Ελλάδα ποσών, προερχόμενων από εισοδήματα εκ μερισμάτων των ως άνω πλοιοκτητριών εταιρειών.
Η Παροχή αυτή αναλαμβάνεται για πρώτη φορά, σύμφωνα με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου του ΆΡΘΡΟΥ 4ου του Νέου Συνυποσχετικού, για τα εισοδήματα εκ μερισμάτων που αποκτώνται στο έτος 2018 που δηλώνονται με την υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος στο έτος 2019.
Με την καταβολή της Παροχής αυτής εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από κάθε φόρο, εισφορά, τέλος, κράτηση ή οποιαδήποτε άλλη φορολογικής φύσης επιβάρυνση, καθώς και από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για το παγκόσμιο εισόδημα από μερίσματα των παραπάνω πλοιοκτητριών εταιρειών (εισαγόμενα και μη).
Οι διατάξεις του Νέου Συνυποσχετικού καταλαμβάνουν και τα εισοδήματα (υπεραξία) από την εκποίηση των μετοχών των πλοιοκτητριών εταιρειών ή των εταιρειών χαρτοφυλακίου (holding companies) πλοιοκτητριών εταιρειών, καθώς και τα εισοδήματα (υπεραξία) από την εκποίηση του πλοίου ή από είσπραξη ασφαλιστικής αποζημίωσης ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία από την εκμετάλλευση του πλοίου από τον ίδιο τον πλοιοκτήτη, όπως προκύπτει από την παρ. 4 του ΑΡΘΡΟΥ 3ου του Νέου Συνυποσχετικού, σε συνδυασμό με την παρ. 11 του άρθρου 26 του ν. 27/1975, την παρ. 2 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου και τα όσα έχουν διευκρινισθεί με την εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών 32/1975, με την οποία ερμηνεύτηκαν οι διατάξεις του ν. 27/1975.
Οικειοθελής παροχή
Με βάση τα ΑΡΘΡΑ 4ο και 5ο του Νέου Συνυποσχετικού, η Νέα Οικειοθελής Παροχή προσδιορίζεται ετησίως κατά τον χρόνο εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων των φυσικών προσώπων, φορολογικών κατοίκων Ελλάδας, δικαιούχων των ναυτιλιακών μερισμάτων, με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και τη συμπλήρωση σε ιδιαίτερο κωδικό αυτής των ποσών των εισαγομένων μερισμάτων τους. Συγκεκριμένα, όπως ορίζεται στην Α.1201/2019 Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ, το ποσό των εισαχθέντων μερισμάτων συμπληρώνεται από τους υπόχρεους στους κωδικούς 299-300 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων του Εντύπου Ε1, με τίτλο «Εισαχθέντα μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών που φορολογούνται με τον ν.4607/2019».
Τα ποσά αυτά φορολογούνται με δέκα τοις εκατό (10%), απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν.4172/2013 και καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις τεκμηρίων (ημεδαπής και αλλοδαπής). Η εν λόγω Παροχή καταβάλλεται στις προθεσμίες καταβολής του φόρου εισοδήματος και παρακολουθείται με τον ΚΑΕ 1150601001.
Τα μη εισαχθέντα μερίσματα που λαμβάνουν τα πιο πάνω φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας, από τις ως άνω πλοιοκτήτριες εταιρείες, δηλώνονται από τους υπόχρεους στους κωδικούς 435-436 του Εντύπου Ε1 με τίτλο «Μη εισαχθέντα μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών που φορολογούνται με τον ν.4607/ 2019» για σκοπούς κάλυψης δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή ή απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην ημεδαπή στην περίπτωση που το τίμημα καταβληθεί στην αλλοδαπή.
Σημειώνεται ότι, όταν το τίμημα καταβάλλεται στην αλλοδαπή, ενώ το περιουσιακό στοιχείο βρίσκεται στην ημεδαπή, επιλέγεται, κατά την ηλεκτρονική συμπλήρωση των κωδικών του Πίνακα 5.2., η ένδειξη καταβολή του τιμήματος στην αλλοδαπή (σχετική η Α.1201/ 2019 Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ). Τα ποσά αυτά απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος, με βάση τις διατάξεις του ν. 27/1975, καθώς και από την εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν.4172/2013, με βάση την παρ. 2 του ΑΡΘΡΟΥ 3ου του Νέου Συνυποσχετικού (άρθ. 56 του ν.4607/2019).
Μερίσματα τα οποία αρχικά είχαν δηλωθεί με το Νέο Συνυποσχετικό ως μη εισαχθέντα στους κωδικούς 435-436 του εντύπου Ε1 και σε επόμενο έτος εισαχθούν (μέρος ή όλο το ποσό αυτών κατά περίπτωση), δηλώνονται στους κωδικούς 299-300 του εντύπου Ε1 με τίτλο «Εισαχθέντα μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών που φορολογούνται με τον ν.4607/2019». Τα ποσά αυτά φορολογούνται με δέκα τοις εκατό (10%), απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν.4172/2013 και καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις τεκμηρίων (ημεδαπής και αλλοδαπής). Η αναγραφή αυτή γίνεται με την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτά δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για κάλυψη δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή ή απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην ημεδαπή στην περίπτωση που το τίμημα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή.
Απαλλαγή από φόρο εισοδήματος
Για όσες επιχειρήσεις του άρθρου 25 του ν.27/1975 ασχολούμενες με τη διαχείριση πλοίων υπό ελληνική ή ξένη σημαία που ανήκουν σε αλλοδαπές και ημεδαπές πλοιοκτήτριες εταιρείες δεν έχουν υπογράψει το Ιδιωτικό Συμφωνητικό του Παραρτήματος Ι, τα εισαχθέντα στην Ελλάδα μερίσματα των πλοιοκτητριών αυτών εταιρειών που διανέμονται σε φυσικά πρόσωπα, φορολογικούς κατοίκους Ελλάδος, δηλώνονται από τους υπόχρεους στους κωδικούς 659-660 του Εντύπου Ε1 στην επιλογή με τίτλο «Εισαχθέντα μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών που δεν φορολογούνται με τον ν. 4607/ 2019, καθώς και μερίσματα ημεδαπών πλοιοκτητριών εταιρειών» (σχετ. η Α.1201/2019 Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ). Τα ποσά αυτά απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος με βάση τις διατάξεις του ν. 27/1975, υπόκεινται σε εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 και καλύπτουν τα τεκμήρια όλων των περιπτώσεων. Τα αναφερόμενα στην παράγραφο αυτή καταλαμβάνουν και τις λοιπές ημεδαπές πλοιοκτήτριες εταιρείες, οι οποίες δεν έχουν υπογράψει το Ιδιωτικό Συμφωνητικό του Παραρτήματος Ι του Νέου Συνυποσχετικού.
Τα μη εισαχθέντα στην Ελλάδα μερίσματα που λαμβάνουν από τις παραπάνω πλοιοκτήτριες εταιρείες τα φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, δηλώνονται από τους υπόχρεους στους κωδικούς 649-650 του Εντύπου Ε1 με τίτλο «Μη εισαχθέντα μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών που δεν φορολογούνται με τον ν. 4607/2019». Τα ποσά αυτά απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος με βάση τις διατάξεις του ν. 27/1975, υπόκεινται σε εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013, όμως καλύπτουν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή ή απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην ημεδαπή στην περίπτωση που το τίμημα καταβληθεί στην αλλοδαπή. Σημειώνεται ότι όταν το τίμημα καταβάλλεται στην αλλοδαπή ενώ το περιουσιακό στοιχείο βρίσκεται στην ημεδαπή, επιλέγεται κατά την ηλεκτρονική συμπλήρωση των κωδικών του Πίνακα 5.2. η ένδειξη καταβολή του τιμήματος στην αλλοδαπή (σχετ. η Α.1201/2019 Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ).
Μερίσματα τα οποία αρχικά είχαν δηλωθεί ως μη εισαχθέντα στους κωδικούς 649-650 του έντυπου Ε1 και σε επόμενο έτος εισαχθούν (μέρος ή όλο το ποσό αυτών κατά περίπτωση), αναγράφονται το έτος που θα εισαχθούν στην Ελλάδα στους κωδικούς 781-782 του έντυπου Ε1 με τίτλο «Χρηματικά ποσά που προέρχονται από διάθεση περιουσιακών στοιχείων, δάνεια, δωρεές κ.λπ.», προκειμένου να καλύψουν και τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην ημεδαπή, αλλά περαιτέρω να μην υπαχθούν εκ νέου στην ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Η αναγραφή αυτή γίνεται με την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτά δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για κάλυψη δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή ή απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην ημεδαπή στην περίπτωση που το τίμημα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή.
Δικαιολογητικά απόδειξης
Αναφορικά με τα δικαιολογητικά απόδειξης του εισοδήματος από μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών, καθώς και με θέματα απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή από φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην ημεδαπή στην περίπτωση που το τίμημα καταβληθεί στην αλλοδαπή, εξακολουθούν να ισχύουν όσα αναφέρονται στις ΠΟΛ. 1106/2014 και Ε. 2008/2019 εγκυκλίους μας αντίστοιχα.
Προϋπόθεση το Ιδιωτικό Συμφωνητικό
Με βάση το ΑΡΘΡΟ 6ο του Νέου Συνυποσχετικού, η δέσμευση των φυσικών προσώπων για την καταβολή της Νέας Οικειοθελούς Παροχής προϋποθέτει οι διαχειρίστριες εταιρείες πλοίων των πλοιοκτητριών εταιρειών, να έχουν υπογράψει το Ιδιωτικό Συμφωνητικό του Παραρτήματος Ι του Νέου Συνυποσχετικού.
Επομένως, διαχειρίστριες εταιρείες, οι οποίες για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν υπογράψει το Ιδιωτικό Συμφωνητικό του Παραρτήματος Ι του Νέου Συνυποσχετικού ή δεν έχουν συσταθεί ή εγκατασταθεί, κατά την υπογραφή του Νέου Συνυποσχετικού, δεν υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 56 του ν.4607/2019. Μπορούν, ωστόσο, εφόσον επιθυμούν, να προσχωρήσουν σε μεταγενέστερο χρόνο. Στην περίπτωση αυτή, τα φυσικά πρόσωπα δικαιούχοι μερισμάτων πλοιοκτητριών εταιρειών καταβάλλουν τη Νέα Οικειοθελή Παροχή με τη φορολογική δήλωση (Έντυπο Ε1) του έτους της προσχώρησης στο Νέο Συνυποσχετικό (ήτοι του χρόνου υπογραφής του Ιδιωτικού Συμφωνητικού με βάση τα οριζόμενα στο ΆΡΘΡΟ 4ο του Νέου Συνυποσχετικού).
Μικρότερο από 40.000.000 ευρώ
Με το ΑΡΘΡΟ 7ο του Νέου Συνυποσχετικού ορίζεται ότι το συνολικό προσδιορισθέν ποσό της Νέας Οικειοθελούς Παροχής εξετάζεται ανά διετία και δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ποσού των 80.000.000 ευρώ, δηλαδή 40.000.000 ευρώ ανά έτος αυτής. Τυχόν έλλειμμα ποσού σε ένα έτος της εν λόγω διετίας συμψηφίζεται με τυχόν πλεόνασμα μόνο από το άλλο έτος αυτής.
Εφόσον, μετά τον συμψηφισμό των ποσών των δύο (2) ετών, δεν έχει καλυφθεί πλήρως το έλλειμμα τότε αυτό καλύπτεται υποχρεωτικά από τις διαχειρίστριες εταιρείες που έχουν υπογράψει το Ιδιωτικό Συμφωνητικό του Παραρτήματος Ι, με επιμερισμό αυτού αναλογικά, με βάση τον φόρο πλοίων που προκύπτει (πριν την αφαίρεση των μειώσεων αυτού) για κάθε πλοίο, με την υποβολή των δηλώσεων του φόρου πλοίων της πρώτης κατηγορίας του ν.27/1975 στο επόμενο της διετίας έτος.
Είναι αυτονόητο ότι, σε περίπτωση ύπαρξης ελλείμματος και στα δύο έτη της διετίας, το άθροισμα του ελλείμματος αυτού καλύπτεται από τις διαχειρίστριες εταιρείες κατά τα ανωτέρω και δεν συμψηφίζεται με τυχόν πλεόνασμα άλλης διετίας.