Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Την αντιμετώπιση των ανισορροπιών μέσω της συνέχισης των μεταρρυθμίσεων -για τις οποίες δεσμεύθηκε έναντι των εταίρων, στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας- ζητεί η Κομισιόν από την Ελλάδα, ενώ εντοπίζει και τους τομείς στους οποίους πρέπει να επικεντρωθεί η επενδυτική πολιτική. Τα παραπάνω περιλαμβάνονται στη σύσταση της Επιτροπής σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Ελλάδας και τη διατύπωση γνώμης σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας της Ελλάδας του 2019.
Σύμφωνα με το έγγραφο που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο ΕCOFIN για έγκριση, στο πλαίσιο της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, η Κομισιόν συνιστά στην Ελλάδα:
1. Να επιτύχει βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη και να αντιμετωπίσει τις υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες, συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας τις μεταρρυθμίσεις σύμφωνα με τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο της Ευρωομάδας στις 22 Ιουνίου 2018.
2. Να επικεντρώσει την επενδυτική οικονομική πολιτική στους τομείς των βιώσιμων μεταφορών, της περιβαλλοντικής προστασίας, της ενεργειακής απόδοσης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των έργων διασύνδεσης, των ψηφιακών τεχνολογιών, της έρευνας και ανάπτυξης, της εκπαίδευσης, των δεξιοτήτων, της απασχολησιμότητας, της υγείας και της ανάπλασης των αστικών περιοχών, λαμβάνοντας υπ' όψιν τις περιφερειακές ανισότητες και την ανάγκη διασφάλισης της κοινωνικής ένταξης.
Σύμφωνα με τη συνοδευτική έκθεση, αρκετά χρόνια ανεπαρκών επενδύσεων δημιούργησαν μεγάλα επενδυτικά κενά στην Ελλάδα. Η αύξηση των επενδύσεων στους παραπάνω τομείς θα ενισχύσει την ανάπτυξη και θα συμβάλει καθοριστικά στη μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων, τονίζει η Κομισιόν.
Οι συστάσεις ανά τομέα
Σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα της δικαιοσύνης, αναφέρει ότι, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, το ελληνικό δικαστικό σύστημα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις και ανεπάρκειες, καθώς ο χρόνος για την έκδοση μιας απόφασης είναι συχνά υπερβολικά μεγάλος και οι εκκρεμείς υποθέσεις επηρεάζουν την παραγωγικότητα των δικαστηρίων. Ως εκ τούτου, η περαιτέρω στοχευμένη δράση στον τομέα αυτόν έχει καθοριστική σημασία, τόσο για να διευκολύνει την ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος όσο και για να συντελέσει στην απελευθέρωση του επενδυτικού δυναμικού της οικονομίας.
Σχετικά με το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, η Επιτροπή επισημαίνει ότι αντιμετωπίζει διάφορες προκλήσεις λόγω ανεπαρκών πόρων, χαμηλής αυτονομίας, μειωμένων επιδόσεων σε βασικές δεξιότητες (συμπεριλαμβανομένων των ψηφιακών) και εμμενουσών αναντιστοιχιών σε δεξιότητες. Σε όλα τα επίπεδα υπάρχει εν γένει έλλειψη λογοδοσίας και παρακολούθησης, που είναι απαραίτητες για τη βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος, τονίζεται στην έκθεση. Η προώθηση της ποιοτικής και χωρίς αποκλεισμούς εκπαίδευσης και κατάρτισης, με μεγαλύτερη συσχέτιση μεταξύ της εκπαίδευσης και των αναγκών της αγοράς εργασίας, η βελτίωση της ελκυστικότητας της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και η αύξηση της συμμετοχής στη διά βίου μάθηση είναι σημαντικές για τη στήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης, αναφέρει η Κομισιόν.
Στον κοινωνικό τομέα, η έκθεση τονίζει ότι η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από υψηλή εισοδηματική ανισότητα και οι κοινωνικές μεταβιβάσεις έχουν τον χαμηλότερο αντίκτυπο στη μείωση του κινδύνου φτώχειας στην Ε.Ε. (15,83% το 2017, έναντι μέσου όρου 33,98% στην Ε.Ε.). Για τη βελτίωση της κατάστασης συνιστά οι επενδύσεις να επικεντρωθούν στη βελτίωση της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτές και υψηλής ποιότητας κοινωνικές υπηρεσίες χωρίς αποκλεισμούς, καθώς και στην ανάπτυξη κέντρων ημερήσιας φροντίδας.
Η στήριξη των απόρων και η προώθηση της κοινωνικής ένταξης των παιδιών που κινδυνεύουν από τη φτώχεια, των ατόμων με αναπηρία, των μεταναστών και των προσφύγων, με παράλληλη μέριμνα για την εξομάλυνση των γεωγραφικών ανισοτήτων, θα βελτιώσουν την κοινωνική ένταξη στην Ελλάδα, αναφέρει η Επιτροπή.
Η έκθεση αναφέρεται στην εκτεταμένη μεταρρύθμιση του συστήματος πρωτοβάθμιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που δρομολογήθηκε από την Ελλάδα το 2017, την οποία θεωρεί ζωτικής σημασίας για την εξασφάλιση της πρόσβασης, ενώ χαρακτηρίζει απαραίτητη τη συνέχιση των επενδύσεων στον τομέα αυτόν μέσω της ανάπτυξης Τοπικών Μονάδων Υγείας.
Ανάπτυξη υποδομών
Η έκθεση της Κομισιόν αναφέρεται επίσης στην ανεπαρκή ανάπτυξη των υποδομών, η οποία αυξάνει το ενεργειακό κόστος για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και αποτελεί εμπόδιο στην αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Όπως τονίζει, η Ελλάδα αντιμετωπίζει εν προκειμένω μια ιδιαίτερη πρόκληση όσον αφορά τη συνδεσιμότητα των νησιών με το ηλεκτρικό δίκτυο και τη σύνδεση με τις γειτονικές χώρες.
Για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας και της κοινωνίας τονίζει ότι εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση, λόγω της χαμηλής πρόσβασης σε ευρυζωνικό δίκτυο υψηλής ταχύτητας και των ψηφιακών δεξιοτήτων που βρίσκονται πολύ κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Η Ελλάδα πρέπει ιδίως να επενδύσει στην τεχνολογία της πληροφορίας και της επικοινωνίας, προκειμένου να καλύψει επίσης την αποεπένδυση που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Η ανεπαρκής ευρυζωνική συνδεσιμότητα υψηλότερης ταχύτητας δημιουργεί σημαντικά εμπόδια για τις δυναμικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η επένδυση στην καινοτομία και στις δεξιότητες του πληθυσμού δεν επαρκεί για να προωθηθεί η αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων στο σύνολο του πληθυσμού αποτελεί τροχοπέδη για την εξεύρεση εργασίας και εμποδίζει την ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρήσεων, αναφέρει η έκθεση.