Οι κεντρικές τράπεζες αναλαμβάνουν και πάλι τον ρόλο του ύστατου διασώστη για την παγκόσμια οικονομία, που λυγίζει υπό το βάρος των προκλήσεων σε διάφορα μέτωπα. Μόνο που αυτή τη φορά δεν έχουν και πολλά εργαλεία στη διάθεσή τους.
Το σίγουρο είναι ότι θα διατηρήσουν υπέρ-χαλαρή τη νομισματική πολιτική, μειώνοντας τα επιτόκια.
Με την κεντρική τράπεζα της Αυστραλίας να μειώνει χθες τα επιτόκια, για πρώτη φορά έπειτα από μία τριετία, και την Ινδία να αναμένεται αύριο να κάνει στροφή 180 μοιρών, προς την κατεύθυνση της μείωσης του κόστους δανεισμού, οι υπεύθυνοι χάραξης νομισματικής πολιτικής αναλαμβάνουν δράση, επιδιώκοντας να τονώσουν την αναιμική ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Στις ΗΠΑ, ο πρόεδρος της Φέντεραλ Ριζέρβ, Τζερόμ Πάουελ, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο επιτοκιακών μειώσεων, εν μέσω ενδείξεων επιβράδυνσης της αμερικανικής οικονομίας. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Λόρενς Σάμερς, σε μήνυμά του στο Twitter υποστήριξε ότι η Fed πρέπει να μειώσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης τους επόμενους μήνες, εάν όχι και περισσότερο, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος ύφεσης.
Στην Ευρωζώνη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεδριάζει αύριο και αναμένεται να ανακοινώσει γενναιόδωρους όρους για το νέο γύρο χορήγησης μακροπρόθεσμων δανείων προς τις τράπεζες. Με την οικονομία σε τέλμα και τον πληθωρισμό να απομακρύνεται ακόμη περισσότερο από το στόχο 2%, πληθαίνουν οι εκκλήσεις προς τον πρόεδρο της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, να λάβει πρόσθετα μέτρα νομισματικής στήριξης. Η ΕΚΤ έγραψε τον Δεκέμβριο τον επίλογο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης των 2,6 τρισ. ευρώ και έχει μεταθέσει το χρονοδιάγραμμα αύξησης επιτοκίων, με τη δέσμευση ότι θα τα διατηρήσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον έως τα τέλη του 2020.
Η εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας άρχισε να επιδεινώνεται λίγους μήνες αφότου η Fed και οι υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο είχαν κάνει στροφή προς τη νομισματική σύσφιγξη, αποσύροντας ορισμένα από τα έκτακτα μέτρα στήριξης που είχαν λάβει στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας. Η Fed φαίνεται να έχει παγώσει τον κύκλο αύξησης επιτοκίων που είχε εγκαινιάσει τον Δεκέμβριο του 2015, διαμηνύοντας ότι θα τηρήσει «υπομονετική» στάση στις επόμενες κινήσεις νομισματικής πολιτικής.
Ο δείκτης του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων δείχνει ότι η νομισματική πολιτική είναι η χαλαρότερη από το 2014, ενώ η JPMorgan Chase εκτιμά ότι το μέσο επιτόκιο στις ανεπτυγμένες χώρες θα έχει υποχωρήσει έως τα τέλη του έτους, καθώς «βλέπει» δύο μειώσεις από τη Fed.
H Παγκόσμια Τράπεζα έχει υποβαθμίσει τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη φέτος, επικαλούμενη επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης του εμπορίου στα χαμηλότερα επίπεδα από την πιστωτική κρίση. Την ίδια στιγμή, η Morgan Stanley προειδοποιεί για τον κίνδυνο παγκόσμιας ύφεσης σε εννέα μήνες, εάν κλιμακωθεί περισσότερο η ένταση στις σινο-αμερικανικές εμπορικές σχέσεις.