Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Περίπου 230 χιλιάδες νέοι ηλικίας έως και 29 ετών ήταν χωρίς δουλειά στο τέλος 2018, χωρίς στον αριθμό αυτό να συμπεριλαμβάνονται ούτε οι 381,3 χιλιάδες νέοι ηλικίας 20 έως 29 ετών που δηλώνουν ότι δεν αναζητούν εργασία -και ως εκ τούτου δεν συμπεριλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό- ούτε όμως και οι νέοι που εγκατέλειψαν τη χώρα για να βρουν δουλειά στο εξωτερικό. Σε μια χώρα λοιπόν που από το σύνολο του ενός εκατομμυρίου νέων ηλικίας 20-29 ετών εργάζονται μόλις οι 462 χιλιάδες -λιγότεροι από τους μισούς-, η κυβέρνηση έρχεται να ταράξει τα νερά με δύο «αντίρροπα» μέτρα. Από τη μία αυξάνει αισθητά τον κατώτατο μισθό από τα 511 στα 650 ευρώ και από την άλλη προαναγγέλλει ακόμη πιο γενναίες επιδοτήσεις ασφαλιστικών εισφορών για την επόμενη χρονιά προκειμένου να τονώσει τη «ζήτηση» για τις προσλήψεις νέων.
Μετά και τις σχετικές εξαγγελίες της κυβέρνησης για την επόμενη χρονιά, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στην αγορά εργασίας και στις αποφάσεις που θα λάβουν οι εργοδότες.
Το ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι αν τα πολύ υψηλά ποσοστά επιδότησης που φτάνουν ακόμη και στο 80% για τις προσλήψεις νέων ηλικίας έως 24 ετών θα αποδειχθούν επαρκές κίνητρο. Πάντως, ακόμη και μετά την εφαρμογή των υψηλών επιδοτήσεων που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός με προοπτική να ισχύσουν από το 2020, το εργοδοτικό κόστος θα είναι σαφώς υψηλότερο σε σχέση με αυτό που ίσχυε πριν από την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν από τους εργοδότες αφού μελετηθεί το τελικό κόστος όπως αυτό προκύπτει με βάση τις ακόλουθες αλλαγές. Η «μελέτη» γίνεται ανά ηλικιακή ομάδα, καθώς άλλη είναι η εικόνα για τους νέους έως 25 ετών και διαφορετική για τους νέους ηλικίας 25 έως 29 ετών. Για τους νέους ηλικίας έως 25 ετών, τα δεδομένα που πρέπει να συνυπολογίσει ο εργοδότης είναι:
1. Η αύξηση του κατώτατου μισθού. Ο μισθός των νέων ηλικίας έως και 25 ετών αυξήθηκε από τα 511 ευρώ μικτά (ή 429 ευρώ καθαρά), στα 650 ευρώ μικτά ή στα 546 ευρώ καθαρά. Αν συνυπολογιστούν και οι εργοδοτικές εισφορές, το συνολικό εργοδοτικό κόστος είναι αυξημένο κατά 173,9 ευρώ σε μηνιαία βάση ή κατά 2.432,5 ευρώ σε ετήσια βάση (σ.σ.: το μηνιαίο κόστος για την πρόσληψη ενός 25άρη πρακτικά έχει αυξηθεί από τα 638 ευρώ στα 812,5 ευρώ αν συνυπολογιστούν και οι εργοδοτικές εισφορές).
2. Η αύξηση του συντελεστή επιδότησης των εισφορών για τους εργαζόμενους ηλικίας έως και 25 ετών στο 80%. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι οι εισφορές των εργαζόμενων για την κύρια ασφάλιση θα μειωθούν από το 6,67% στο 1,34% και οι εισφορές των εργοδοτών από το 13,33% στο 2,66% επίσης για την κύρια ασφάλιση. Δεδομένου ότι η επιδότηση θα ισχύσει μόνο για την κύρια ασφάλιση, οι εισφορές από την 1η/1/2020 για τους νέους κάτω των 25 ετών θα υπολογίζονται με τους ακόλουθους συντελεστές:
* 14,34% για τον εργοδότη (2,67% για την κύρια σύνταξη και 11,67% για τις υπόλοιπες καλύψεις) και
* 10,67% για τον εργαζόμενο (1,33% για την κύρια σύνταξη και 9,34% για τις υπόλοιπες καλύψεις).
Από 1ης/1/2020, το μικτό κόστος για έναν εργαζόμενο ηλικίας έως και 25 ετών ο οποίος θα αμείβεται με τον βασικό μισθό θα διαμορφώνεται στα 743 ευρώ τον μήνα από 812,5 ευρώ που θα ήταν χωρίς την επιδότηση του 80%, αλλά και από 638 ευρώ που ήταν το κόστος πριν αυξηθεί ο κατώτατος μισθός.
Οι νέοι 25 έως 29 ετών
Για τους νέους ηλικίας 25 έως 29 ετών ο βασικός μισθός αυξήθηκε από τα 586 ευρώ στα 650 ευρώ τον μήνα. Αν συνυπολογιστεί και το κόστος της ασφαλιστικής κάλυψης που πληρώνει ο εργοδότης, η συνολική αύξηση σε μηνιαία βάση για τον εργοδότη (μισθός και εισφορές) ανέρχεται 80 ευρώ τον μήνα ή στα 1.120 ευρώ ετησίως. Από την 1η/1/2020 οι εισφορές θα επιδοτούνται με συντελεστή 25% επί των εισφορών κύριας ασφάλισης. Έτσι, το 13,33% που πληρώνει σήμερα ο εργοδότης θα γίνει 10%, ενώ το 6,67% του εργαζόμενου, θα γίνει 5%. Δηλαδή, οι εισφορές που θα εξακολουθήσει να πληρώνει ο εργοδότης θα ανέλθουν στο 21,67% (από 25%), κάτι που σημαίνει ότι η πρόσληψη ενός 28άρη με τον βασικό μισθό θα στοιχίζει 790 ευρώ από την 1η/1/2020, έναντι 812,5 ευρώ που κοστίζει σήμερα ή 732,5 ευρώ που ήταν το κόστος πριν από την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι νέοι ηλικίας 15 έως 29 ετών ανέρχονται συνολικά σε 1,6 εκατομμύριο άτομα και αντιπροσωπεύουν το 17,53% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ηλικίας άνω των 15 ετών (σ.σ.: σε αυτό το κομμάτι του πληθυσμού επικεντρώνονται οι έρευνες απασχόλησης). Από αυτούς:
1. Περίπου 543,8 χιλιάδες (ή περίπου το 6% του πληθυσμού) ήταν άτομα ηλικίας 15 έως 19 ετών. Φυσικά, η μεγάλη πλειοψηφία αυτής της ηλικίας ομάδας -515,5 χιλιάδες από το σύνολο των 543,8 χιλιάδων- κατατάσσεται στο λεγόμενο «μη εργατικό δυναμικό», δεδομένου ότι πρόκειται για νέους σχολικής ηλικίας. Στο εργατικό δυναμικό ανήκαν στο τέλος του 2018 μόλις 28,4 χιλιάδες άτομα, εκ των οποίων 13,4 χιλιάδες ήταν απασχολούμενοι και 14,9 χιλιάδες άνεργοι.
2. Στους 498,6 χιλιάδες ανήλθαν στο τέλος του 2018 οι νέοι ηλικίας 20 έως 24 ετών. Από αυτούς οι 289,5 χιλιάδες δεν έχουν συμπεριληφθεί στο εργατικό δυναμικό (σ.σ.: φοιτητές, σπουδαστές κ.λπ.), οπότε μένει ένας αριθμός 209,1 χιλιάδων, εκ των οποίων οι απασχολούμενοι είναι 129 χιλιάδες και οι άνεργοι 80,1 χιλιάδες.
3. Στην 3η ηλικιακή ομάδα κατατάσσονται οι νέοι ηλικίας 25 έως 29 ετών οι οποίοι και ανέρχονται στα 557,9 χιλιάδες άτομα. Εξ αυτών, από το εργατικό δυναμικό εξαιρούνται τα 91,8 χιλιάδες άτομα. Από τα 466 χιλιάδες άτομα που συμπεριλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, απασχολούνται οι 332,9 χιλιάδες, ενώ άνεργοι είναι οι 133,1 χιλιάδες.
Άρα οι άνεργοι νέοι ηλικίας έως και 29 ετών ήταν στο τέλος του 2018 συνολικά 228,2 χιλιάδες άτομα και απασχολούμενοι οι περίπου 475,3 χιλιάδες. Από αυτούς τους 475,3 χιλιάδες, όμως, οι 90,4 χιλιάδες ήταν μερικώς απασχολούμενοι, ενώ θέσεις πλήρους απασχόλησης κάλυπταν οι 384.900. Ο αριθμός των πλήρως απασχολούμενων νέων ενδιαφέρει, καθώς επί αυτού θα υπολογιστούν και οι επιδοτήσεις των ασφαλιστικών εισφορών. Έτσι:
1. Πλήρως απασχολούμενοι είναι οι 103,3 χιλιάδες ηλικίας έως και 24 ετών και 281,7 χιλιάδες ηλικίας 25 έως 29 ετών.
2. Μερικώς απασχολούμενοι είναι 39,1 χιλιάδες ηλικίας έως και 24 ετών και 51,2 χιλιάδες ηλικίας 25 έως 29 ετών.