Tην ανάγκη χάραξης μιας φιλοαναπτυξιακής στρατηγικής, με έμφαση στις επενδύσεις, τονίζει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών. Στο μηνιαίο οικονομικό του δελτίο, ο ΣΕΒ προειδοποιεί ότι η χρηματοδότηση των πρωτογενών πλεονασμάτων μέσω υπερφορολόγησης δεν είναι βιώσιμη.
Ειδικότερα, ο ΣΕΒ αναφέρει ότι η χρηματοδότηση των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ -και των όποιων υπερπλεονασμάτων- μέσω της υπερφορολόγησης δεν είναι βιώσιμη και εμποδίζει την οικονομία να εισέλθει σε μία τροχιά υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης. Ιδιαίτερα, όταν περικόπτονται δαπάνες από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αλλά και λειτουργικές δαπάνες από νευραλγικούς τομείς του κράτους, όπως η υγεία και η παιδεία, οδηγώντας σε υποβάθμιση των υποδομών και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Η μέχρι τώρα ανάκαμψη της οικονομίας δεν έχει βασιστεί στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Αντίθετα, η παραγωγικότητα παραμένει στάσιμη από το 2016 και η τάση βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, με βάση την πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία, έχει αντιστραφεί από το 2017. Συνεπώς, είναι αβέβαιο το κατά πόσο η άνοδος της βιομηχανικής παραγωγής και των εξαγωγών θα μπορέσει να τροφοδοτεί την ανάκαμψη.
Φιλοαναπτυξιακά μέτρα, όπως η αύξηση του συντελεστή αποσβέσεων των επενδύσεων και η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών, αναμένεται να τονώσουν την επενδυτική δραστηριότητα και την απασχόληση και κρίνονται θετικά. Θα πρέπει ωστόσο να ενταχθούν σε μια συνολική οικονομική πολιτική που στοχεύει στην κάλυψη της αποεπένδυσης που συντελέστηκε κατά την περίοδο της κρίσης.
Ταυτόχρονα με τα παραπάνω μέτρα, προωθούνται και αλλαγές στην αγορά εργασίας, όπως η προτεινόμενη ρύθμιση που αναφέρεται στον «βάσιμο λόγο» για την εγκυρότητα της καταγγελίας σύμβασης εργασίας και την αναστολή προθεσμιών για την άσκηση αγωγής, που αποτελεί αντικίνητρο για νέες προσλήψεις, αφού δημιουργεί πρόσθετα βάρη στις επιχειρήσεις.
Κατά τ’ άλλα, στους βραχυχρόνιους δείκτες εξακολουθούν να καταγράφονται μικτές τάσεις της ελληνικής οικονομίας. Από τις θετικές εξελίξεις, ξεχωρίζει η δυναμική της βιομηχανικής παραγωγής και των εξαγωγών αγαθών, η οποία αναμένεται να συνεχισθεί το επόμενο διάστημα, δεδομένης της συνεχιζόμενης βελτίωσης των επιχειρηματικών προσδοκιών στη μεταποίηση. Αντίθετα, από τις αρνητικές εξελίξεις, η σημαντική πτώση των λιανικών πωλήσεων το πρώτο δίμηνο του 2019 προκαλεί προβληματισμό για την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης και του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του έτους.
«Οι παραπάνω εξελίξεις λαμβάνουν χώρα σε μία περίοδο που οι πηγές αβεβαιότητας σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνονται και οι πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας και στην Ευρώπη δημιουργούν μικτές τάσεις στην οικονομία. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών βραχυπρόθεσμα ενδέχεται να επηρεάσει το οικονομικό κλίμα, όμως εκείνο που χρειάζεται η Ελλάδα, τώρα όσο ποτέ, είναι η χάραξη μιας φιλοαναπτυξιακής πολιτικής με κεντρική στόχευση την αύξηση των επενδύσεων, της παραγωγικότητας και της απασχόλησης, σε συνδυασμό με τη μείωση των δημοσιονομικών κινδύνων, ώστε να μπορέσει η οικονομία της να ακολουθήσει έναν σταθερό βηματισμό δυναμικής ανάπτυξης» καταλήγει ο ΣΕΒ.