Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Με τους χειρότερους οιωνούς και τους δύο αντιπάλους να επιλέγουν να δείξουν το σκληρό τους πρόσωπο αρχίζουν σήμερα, Πέμπτη, οι σινο-αμερικανικές διαπραγματεύσεις στην Ουάσιγκτον, που μόλις την περασμένη εβδομάδα όλοι προσδοκούσαν ότι θα οδηγήσουν σε οριστική συμφωνία. Το σενάριο αυτό δεν έχει «πεθάνει», αλλά όλοι πλέον προετοιμάζονται και για δυσάρεστες εκπλήξεις, μετά την απειλή του Τραμπ να αυξήσει από αύριο τους δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές στο 25%, την απάντηση της Κίνας ότι ετοιμάζει αντίποινα και το νέο ξέσπασμα του Αμερικανού προέδρου κατά της Κίνας, που «έσπασε τη συμφωνία και θα πληρώσει». Πώς όμως φτάσαμε έως εδώ; Ποια είναι τα δεδομένα στο εμπόριο και την εν γένει σχέση των δύο πλευρών, τα οποία πυροδότησαν τον «πόλεμο», πού έχει σημειωθεί πρόοδος, ποια αγκάθια επιμένουν και τι όπλα έχει στη φαρέτρα της η κάθε πλευρά.
Μέχρι στιγμής οι ΗΠΑ έχουν επιβάλλει δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας 250 δισ. δολαρίων και το Πεκίνο έχει απαντήσει με δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 110 δισ. δολαρίων.
Ο Τραμπ απειλεί να αυξήσει από το 10% στο 25% τους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα συνολικής αξίας 200 δισ. δολαρίων αύριο, Παρασκευή, αλλά και να επιβάλλει νέους δασμούς 25% σε πρόσθετα προϊόντα αξίας 325 δισ. δολαρίων «σύντομα», εάν οι δύο πλευρές αποτύχουν να καταλήξουν σε ένα συμβιβασμό.
Δεδομένα και αγκάθια
Το γεγονός ότι η Κίνα δεν μπορεί να στοχεύσει ίσης αξίας αμερικανικά προϊόντα έχει βεβαίως να κάνει με το τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα, που διατηρεί έναντι των ΗΠΑ. Αυτό διευρύνεται συνεχώς τις δύο τελευταίες δεκαετίες, φτάνοντας στα 419 δισ. δολάρια το 2018. Η Ουάσιγκτον απαιτεί από την κινεζική πλευρά να αυξήσει τις εισαγωγές αγροτικών και άλλων αμερικανικών προϊόντων, κάτι που ο «δράκος» φαίνεται να έχει αποδεχθεί. Μέχρι στιγμής πάντως δεν υπάρχουν δεδομένα που να αποκαλύπτουν ότι έχει ήδη αρχίσει να αυξάνει ουσιαστικά τις αγορές του.
Οι Αμερικάνοι κατηγορούν τους Κινέζους όχι μόνο για αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, όπως η επιδότηση εξαγωγικών επιχειρήσεών τους προκειμένου να πωλούν στο εξωτερικό σε τιμές κάτω του κόστους, αλλά και για κλοπή τεχνολογίας αμερικανικών εταιρειών, παραβίαση των πνευματικών τους δικαιωμάτων και άνιση μεταχείριση εκείνων, που δραστηριοποιούνται σε κινεζικό έδαφος.
Παράλληλα έχει βάλει στο στόχαστρο τους δύο κολοσσούς τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού της χώρας, Huawei και ZTE, τους οποίους και κατηγορεί για κατασκοπεία εκ μέρους του Πεκίνου. Έχει καλέσει δε τις συμμάχους χώρες να πράξουν το ίδιο.
Οι πιέσεις των Αμερικανών στο ζήτημα της κλοπής τεχνολογίας και των κατηγοριών για κατασκοπεία είναι ένα από τα μεγαλύτερα αγκάθια στις έως τώρα διαπραγματεύσεις, καθώς η Κίνα θα πρέπει να προχωρήσει σε δραστικές αλλαγές πολιτικής.
Το δεύτερο μεγάλο αγκάθι είναι το πώς θα διασφαλιστεί η τήρηση της συμφωνίας. Η Ουάσιγκτον εξετάζει το ενδεχόμενο να τηρήσει σε ισχύ δασμούς προκειμένου να είναι σίγουρη ότι η Κίνα θα ανταποκριθεί σε όσα συμφώνησε.
Υπάρχουν όπλα πέραν των δασμών;
H Kίνα δεν έχει τα δεδομένα με το μέρος της. Το διογκωμένο πλεόνασμα είναί μία πραγματικότητα, ενώ οι κατηγορίες για αθέμιτες πρακτικές στηρίζονται και από άλλες χώρες, που αποφεύγουν μεν τις μονομερείς ενέργειες, αλλά έχουν προσφύγει στον ΠΟΕ. Έχει όμως κάποια όπλα στη φαρέτρα της- αν και η χρήση τους θα μπορούσε να είναι ριψοκίνδυνη.
Η όρεξη της Κίνας για αμερικανικό χρέος άνοιγε συνεχώς έως και το 2017. Εκείνη τη χρονιά οι τοποθετήσεις σε αμερικανικά ομόλογα αυξήθηκαν κατά 126,5 δισ. δολάρια στα 1,18 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των αμερικανικών αρχών. Μερίδα αναλυτών μάλιστα υπολογίζει ότι η πραγματική έκθεση της Κίνας σε αμερικανικό χρέος προσεγγίζει τα 1,5 τρισ. δολάρια. Όταν τον Ιανουάριο του 2017 διέρρευσαν πληροφορίες, που ήθελαν το Πεκίνο να περιορίζει την έκθεση σε αμερικανικά ομόλογα, οι αναταράξεις στις αγορές χρέους ήταν ισχυρές, αν και προσωρινές. Σήμερα υπολογίζεται ότι οι Κινέζοι έχουν στα χέρια τους αμερικανικό χρέος 1,13 τρισ. δολαρίων και παραμένουν ο μεγαλύτερος με διαφορά πιστωτής των ΗΠΑ.
Τα αμερικανικά ομόλογα, όμως, δεν είναι το μόνο κινεζικό όπλο. Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ επέστρεφε στα τέλη του 2017 από περιοδεία στην Ασία, κόμπαζε για τις συμφωνίες ύψους 250 δισ. δολαρίων, που έκλεισε με την Κίνα.
Αυτές συμφωνίες, οι οποίες εστιάζουν στους τομείς ενέργειας, αερομεταφορών και τεχνολογίας, είναι αμφίβολο εάν θα προχωρήσουν κανονικά,σε περίπτωση που οι σχέσεις των δύο πλευρών επιδεινωθούν. Aυτό δεν σημαίνει ότι η Κίνα δεν θα προχωρήσει τις επενδύσεις, που θεωρεί καθοριστικής σημασίας για τη δική της ανάπτυξη. Μπορεί όμως να βάλει επιλεκτικά φρένο σε όσες θεωρεί ότι θα «πονέσουν» τις ΗΠΑ.
naftemporiki.gr