Mπορεί ο Τραμπ να προτάσσει το δόγμα «πρώτα η Αμερική» με το επιχείρημα του επαναπατρισμού χαμένων θέσεων εργασίας, η πραγματική όμως εικόνα από την πλευρά των αμερικανικών επιχειρήσεων φαίνεται διαφορετική, με τους δασμούς που έχει επιβάλει η Ουάσιγκτον στις εισαγωγές αγαθών να έχουν αρνητικό αντίκτυπο, ειδικά για τις επιχειρήσεις στον τομέα παραγωγής αγαθών.
Το 75% των ερωτηθέντων από τον τομέα παραγωγής αγαθών, που περιλαμβάνει τη γεωργία, τη δασοπονία, την αλιεία, την εξόρυξη, τις κατασκευές και τη μεταποίηση, ανέφερε αρνητικές επιπτώσεις από τους δασμούς στις επιχειρήσεις τους, σύμφωνα με την έρευνα που διενήργησε η National Association for Business Economics (NABE) στο διάστημα 1 έως τις 10 Απριλίου.
Μεταξύ των ερωτηθέντων στον κλάδο παραγωγής αγαθών, το 67% ανέφερε υψηλότερο κόστος, το 50% ανέφερε υψηλότερες τιμές πώλησης και το 42% έκανε λόγο για αρνητικό αντίκτυπο στις πωλήσεις, σύμφωνα με την έρευνα.
«Ένα χρόνο αφού οι ΗΠΑ επέβαλαν για πρώτη φορά νέους δασμούς στους εμπορικούς τους εταίρους το 2018, οι πρόσφατοι δασμοί επηρέασαν αρνητικά πάνω από το ένα τέταρτο των εταιριών των συμμετεχόντων», ανέφερε σε ανακοίνωση ο πρόεδρος της NABE Κέβιν Σουίφτ. «Ο καθαρός αντίκτυπος των δασμών σε αμερικανικές εταιρείες δεν είναι θετικός και οι αρνητικές επιπτώσεις εντοπίζονται κυρίως στον τομέα παραγωγής αγαθών», δήλωσε, προσθέτοντας ότι οι εταιρείες έχουν κάνει αλλαγές στις προμήθειές τους, στις αλυσίδες τροφοδοσίας και σε άλλες πρακτικές ως απάντηση στις εμπορικές ανησυχίες.
Το αποτέλεσμα της έρευνας γίνεται γνωστό περίπου ένα χρόνο αφού η κυβέρνηση του Τραμπ επέβαλε τιμωρητικούς δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στα τέλη του Μαρτίου του 2018, κάτι που προκάλεσε αντίποινα με τη μορφή δασμών στις αμερικανικές εξαγωγές από μεγάλους εμπορικούς εταίρους.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι το 53% των συμμετεχόντων αναμένουν το ΑΕΠ των ΗΠΑ να αναπτυχθεί με ρυθμούς πάνω από 2% τα επόμενα τέσσερα τρίμηνα, συγκριτικά με το 67% των ερωτηθέντων στην έρευνα του Ιανουαρίου.
Στο μεταξύ το 52% των ερωτηθέντων ανέφεραν ελλείψεις εξειδικευμένου προσωπικού στις εταιρείες τους, συγκριτικά με το 45% που ανέφερε ελλείψεις πριν από ένα χρόνο, κάτι που υποδηλώνει ενδείξεις για πιέσεις στους μισθούς.