Παρά τις πολιτικές πιέσεις και τον «πόλεμο» που της έχουν κηρύξει οι ΗΠΑ, η Huawei κατάφερε να αυξήσει κατά 39% τα έσοδά της στο πρώτο τρίμηνο, στα 179,7 δισ. γιουάν(26,8 δισ. δολάρια), παραμένοντας σε αναπτυξιακή τροχιά.
Κατά τους τρεις πρώτους μήνες του έτους, οι πωλήσεις έξυπνων κινητών Huawei ανήλθαν στις 59 εκατ. συσκευές, 30 εκατ. περισσότερες από όσες είχε πωλήσει το 2018. Σύμφωνα με τον κινεζικό όμιλο τηλεπικοινωνιακών δικτύων, το 2019 θα αποτελέσει «μια χρονιά ανάπτυξης του 5G σε ευρεία κλίμακα ανά τον κόσμο», διακρίνοντας ιδιαίτερα σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης. Έως τα τέλη Μαρτίου, η Huawei είχε υπογράψει 40 συμβόλαια με εταιρείες τηλεφωνίας για την ανάπτυξη ασύρματων δικτύων πέμπτης γενεάς. Τα δίκτυα 5G υπόσχονται υπερ-ταχύτητες μετάδοσης δεδομένων και τη δυνατότητα υποστήριξης νέων τεχνολογιών, όπως τα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό.
Είναι η πρώτη φορά που η Huawei δίνει στη δημοσιότητα στοιχεία τριμήνου. Η εταιρεία ανακοινώνει εξάμηνες οικονομικές εκθέσεις και ετήσια αποτελέσματα. Αποδεικνύοντας ότι τα έσοδά της συνεχίζουν να έχουν αυξητική πορεία, η Huawei θέλει να δείξει ότι, παρά τις πολιτικές πιέσεις και τον αποκλεισμό της από τα δίκτυα 5G σε Αυστραλία και Ιαπωνία.
Οι ΗΠΑ επιχειρούν να ασκήσουν πιέσεις και σε άλλες συμμάχους χώρες όπως η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο να αποκλείσουν τη Huawei από το 5G, έως τώρα όμως καμία χώρα δεν έχει υποκύψει στις πιέσεις. Η Ουάσιγκτον κατηγορεί τη Huawei ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια, καθώς ο εξοπλισμός της θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την κινεζική κυβέρνηση για κατασκοπεία, ισχυρισμούς που η εταιρεία αρνείται επανειλημμένως. «Όταν μια τόσο ισχυρή χώρα να φοβάται από μια τόσο μικρή εταιρεία όπως εμείς, ορισμένες άλλες χώρες λένε “τα προϊόντα σας είναι τόσο καλά που δεν χρειάζεται να τα δοκιμάσουμε», είχε δηλώσει σε πρόσφατη συνέντευξή του ο ιδρυτής της Huawei, Ρεν Ζενγκφέι, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ στην πραγματικότητα διαφημίζουν την εταιρεία. Ο κ. Ρεν προβλέπει ότι μέσα στην επόμενη πενταετία τα έσοδα της Huawei θα αυξηθούν στα 250 δισ. δολάρια, από 100 δισ. δολάρια πέρυσι.