Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
«Ανοίγει» το παιχνίδι στα «κόκκινα» ξενοδοχειακά δάνεια, αφού υπολογίζεται ότι δανειακές συμβάσεις για περίπου 300 επιχειρήσεις του κλάδου είτε έχουν περάσει είτε αναμένεται να περάσουν σε funds.
Πρόκειται για εξέλιξη η οποία αποτελεί μόλις το πρώτο βήμα για την επόμενη μέρα κάθε ξενοδοχειακής επιχείρησης η οποία προσπαθεί να επιβιώσει, φέροντας το βάρος ενός «κόκκινου» δανείου. Οι διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν με τo fund στο οποίο θα περάσει η μη εξυπηρετούμενη σύμβαση θα λειτουργήσουν καθοριστικά για το μέλλον που θα έχει η εν λόγω επιχείρηση.
Η μεταβίβαση της δανειακής απαίτησης και των δικαιωμάτων του ξενοδόχου εξ αυτής σε funds σηματοδοτεί άμεσες εξελίξεις, για τις οποίες ο ξενοδόχος πρέπει να οργανώσει μία συντεταγμένη και γρήγορη αντίδραση.
Ο διευθύνων σύμβουλος και συνεταίρος της εταιρείας SWOT S.Α., που προσφέρει υπηρεσίες management στον κλάδο του τουρισμού, Νίκος Κωνσταντινίδης, επισημαίνει στη «Ν» ότι σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, στα καταγγελμένα χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων που σχετίζονται με ξενοδοχειακές επιχειρήσεις η πλειονότητα των δανειοληπτών εμφανίζει χαρακτηριστικά strategic defaulters. Και ενώ αρχικά δείχνουν να μην είναι συνεργάσιμοι, με την έναρξη των διαδικασιών πλειστηριασμού, η μετατροπή των μη συνεργάσιμων σε συνεργάσιμους υπερβαίνει το 80%.
Όταν ένα fund εξαγοράσει τις δανειακές απαιτήσεις ξενοδοχείου, δεν «τρέχει» το ίδιο τις εξελίξεις. Περνάει τη «σκυτάλη» στις εταιρείες διαχείρισης δανείων (Loan Servicers), οι οποίες λειτουργούν με ειδική άδεια και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι servicers έχουν ως σκοπό την επίτευξη κέρδους από τη δραστηριότητά τους, που είναι η διαχείριση των απαιτήσεων.
Η στρατηγική
Τα funds κατά τη διαδικασία εξαγοράς ενός χαρτοφυλακίου δανείων πραγματοποιούν μία λεπτομερή ανάλυση της κάθε περίπτωσης βασιζόμενα στις πληροφορίες που τους έχουν χορηγηθεί από την τράπεζα που πουλά τα δάνεια και στην τεχνογνωσία ενός πλήθους ειδικών συμβούλων (νομικών, χρηματοοικονομικών, εκτιμητών κ.ά.).
Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντινίδη: «Η άσκηση βασίζεται πάντοτε στα πραγματικά δεδομένα και σε κάποιες παραδοχές κατάλληλες για την κάθε περίπτωση. Κατά την κατάθεση προσφοράς, το Fund ήδη έχει καταρτίσει ένα αναλυτικό σχέδιο που περιλαμβάνει τόσο την αξία καθενός εκ των δανείων που απαρτίζουν το χαρτοφυλάκιο καθώς και τη βέλτιστη στρατηγική για την είσπραξη των απαιτήσεων. Τα funds δίνουν έμφαση και στο προφίλ του δανειολήπτη. Εξετάζουν δηλαδή αν ο δανειολήπτης είναι Strategic Defaulter και αν θα είναι συνεργάσιμος ή όχι (cooperative vs non-cooperative.
Η στρατηγική αυτή μπορεί να περιλαμβάνει την είσπραξη των απαιτήσεων είτε μέσω της συναινετικής είτε μέσω της μη συναινετικής οδού. Στις συναινετικές λύσεις συγκαταλέγονται οι κάτωθι λύσεις: *αναδιάρθρωση δανείου (εμπειρικά στα ξενοδοχειακά χαρτοφυλάκια που έχουν πωληθεί ένα 13% του συνόλου μπορεί να αναδιαρθρωθεί χωρίς την είσοδο νέων κεφαλαίων)
*συναινετική πώληση περιουσιακού στοιχείου (στην περίπτωση που είναι μικρές οι απαιτήσεις από προνομιούχους και εμπορικό το ακίνητο. Βοηθάει το γεγονός πως το fund έχει αγοράσει σε discount)
*συναινετικός πλειστηριασμός (σε περιπτώσεις με υψηλές απαιτήσεις προνομιούχων και στρατηγική ανάκτησης (REO) περιουσιακού στοιχείου και μεταπώλησής του στην εμπορική αξία)
* Εξαγορά δανείου σε χαμηλότερη αξία (DPO) (στην περίπτωση αυτή ο ξενοδόχος πρέπει να βρει τα κεφάλαια να εξαγοράσει από το fund το δάνειό του σε έκπτωση όσο πιο γρήγορα το κάνει τόσο πιο φθηνά θα το αγοράσει)».
Στην περίπτωση που η λύση δεν είναι συναινετική, η διαδικασία περιλαμβάνει συνήθως τον πλειστηριασμό περιουσιακών στοιχείων, καθώς και την ειδική διαχείριση. Να σημειωθεί πως η διαδικασία πλειστηριασμών από τα funds προσομοιάζει με διαδικασία πώλησης επενδυτικής ευκαιρίας. Τα funds δηλαδή με σύνθετες ομάδες επαγγελματιών ξεκινούν τη διαδικασία εξεύρεσης αγοραστή μέσω πλειστηριασμού μήνες πριν από τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού με σκοπό να έχουν σίγουρη επιτυχία σε αυτόν.
«Δεδομένου του ελληνικού νομικού πλαισίου και των χρονοβόρων δικαστικών διαδικασιών, οι συναινετικές λύσεις με τους πιστούχους προτιμώνται, καθώς συνήθως αφενός μειώνουν το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ανάκτηση των επενδεδυμένων κεφαλαίων και αφετέρου μειώνουν την αβεβαιότητα του ποσού που αναμένεται εν τέλει να εισπραχθεί. Ωστόσο, για περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να υπάρξει μια συναινετική λύση θεωρείται σίγουρο ότι θα επιδιωχθεί άμεσα η δικαστική είσπραξη της οφειλής» αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της SWOT.