Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ερωτηματικά για τα οφέλη του πιθανού «γάμου» και τον αντίκτυπο ευρύτερα στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα, όπως και αντιδράσεις εκ μέρους των συνδικάτων έχει πυροδοτήσει η ανακοίνωση των δύο κορυφαίων πιστωτικών οργανισμών της Γερμανίας ότι βρίσκονται σε διαπρατεύσεις για συγχώνευση. Πρόκειται για μία συμφωνία, που δεν ενθουσιάζει καμία από τις δύο πλευρές, αλλά φαίνεται να τη θέλει πολύ το Βερολίνο. Αξίζει να δούμε γιατί θεωρείται από την γερμανική κυβέρνηση τόσο σημαντική και τι ακριβώς θα δημιουργήσει εάν ευοδοθεί.
Γιατί ανησυχεί η γερμανική κυβέρνηση για τη Deutsche Bank;
Το 2016 το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο την χαρακτήρισε τον «μεγαλύτερο πιθανό κίνδυνο» μεταξύ των συστημικών τραπεζών του πλανήτη, όχι μόνο επειδή η ίδια εμπλεκόταν σε πλήθος δαπανηρών σκανδάλων, αλλά και εξαιτίας των πολλαπλών δεσμών της με άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς σε Ευρώπη και ΗΠΑ, όπως επίσης της σπουδαιότητάς της για τη γερμανική οικονομία. Αν και έκτοτε η γερμανική τράπεζα έχει κάνει πολλά για να αλλάξει το μοντέλο της και να αφήσει πίσω σκάνδαλα και ζημίες, το Βερολίνο εξακολουθεί να συμμερίζεται τους φόβους του Ταμείου. Σε μία περίοδο μάλιστα που η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε τροχιά εύθραυστης ανάπτυξης, το όποιο στραβοπάτημα της μεγαλύτερης τράπεζάς της, θα μπορούσε να πυροδοτήσει ακόμη και ύφεση. Στόχος του Βερολίνου είναι η δημιουργία ενός «εθνικού πρωταθλητή», που όχι μόνο θα μπορεί να αντεπεξέλθει στην κρίση, αλλά και θα προσφέρει στήριξη στην πραγματική οικονομία.
Πόσο έχουν στοιχίσει τα σκάνδαλα;
Tην τελευταία δεκαετία η DB έχει δαπανήσει περισσότερα από 18 δισ. δολάρια σε πρόστιμα και διακανονισμούς και ο λογαριασμός θα μπορούσε να φουσκώσει επικίνδυνα, όπως και οι πιέσεις στην μετοχή της. Η Deutsche Bank έχει δει την κεφαλαιοποίησή της να συρρικνώνεται κατά 75% την τελευταία πενταετία. .
Σήμερα πέραν της έρευνας για τα Panama Papers, έντονη συζήτηση προκαλεί και η εμπλοκή της στο πολύκροτο σκάνδαλο της Danske Bank. Πρόκειται για μία υπόθεση ξεπλύματος μαύρου χρήματος, που έχει προκαλέσει αναταράξεις σε Ευρώπη, αλλά και ΗΠΑ. Στο μικροσκόπιο των αρχών βρίσκονται ύποπτες συναλλαγές ύψους 230 δισ. δολαρίων, με έναν μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος να υποστηρίζει ότι το ήμιση εξ αυτών πέρασαν και από την αμερικανική μονάδα της Deutsche Bank.
Να θυμίσουμε ότι τον Ιανουάριο του 2017 είχε κληθεί από βρετανικές και αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές να πληρώσει πρόστιμο ύψους 629 εκατ. δολαρίων για ακόμη μία υπόθεση μαύρου χρήματος. Αυτή αφορούσε συναλλαγές ύψους 10 δισ. δολαρίων από Ρώσους πελάτες της. Πιο ακριβά της στοίχισε βεβαίως η εμπλοκής της στο σκάνδαλο χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου Libor. Από το 2013 έως το 2015 πλήρωσε περισσότερα από 3 δισ. δολάρια σε πρόστιμα στις αρχές Ε.Ε., Βρετανίας και ΗΠΑ για την υπόθεση.
Και γιατί το Βερολίνο θέλει την Commerzbank;
Δεν υπάρχει κανένα μυστήριο και μία συνωμοσία στην επιλογή του εταίρου. Από τη στιγμή που το Βερολίνο δεν θέλει μία διασυνοριακή συμφωνία, δηλαδή έναν «Ευρωπαίο πρωταθλητή» (στον οποίο η Deutsche Bank θα είχε πιθανότατα τον δεύτερο λόγο), αλλά έναν εθνικό πρωταθλητή, δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Η Commerzbank είναι η μόνη μεγάλη τράπεζα, που έχει απομείνει στη χώρα πέραν της DB, και το μερίδιο 15% που ελέγχει σε αυτήν το κράτος είναι ικανό, ώστε να «σπρώξει» τις εξελίξεις. Πρόκειται δε για μία τράπεζα, η οποία ειδικεύεται στη στήριξη των μεσαίων επιχειρήσεων, δηλαδή στη «ραχοκοκαλιά» της γερμανικής οικονομίας.
Ποιοι δεν θέλουν τη συμφωνία;
Τα εργατικά συνδικάτα θεωρούν πως όχι μόνο δεν θα δημιουργηθεί ένας εθνικός πρωταθλητής, αλλά επί της ουσίας θα προκύψει ένας ευάλωτος γίγαντας, που θα συνδυάζει τα προβλήματα των δύο ανεξάρτητων τραπεζών. Προειδοποιούν δε πως θα τεθούν σε κίνδυνο 20.000 έως 30.000 θέσεις εργασίας. Τις ανησυχίες ειδικά για το εάν ο γάμος έχει οικονομική λογική μοιράζονται ορισμένοι μέτοχοι, αλλά και ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, Kρίστιαν Σέβινγκ, ο οποίος φέρεται να ζητούσε περισσότερο χρόνο ώστε να σταθεροποιήσει τα οικονομικά της τράπεζας, πριν προχωρήσει η διαδικασία.
Στήριξη στο Βερολίνο από την άλλη προσφέρει η αμερικανική Cerberus, η οποία είναι μέτοχος και στις δύο τράπεζες.
Ποιοι τα εμπόδια;
Όπως εξηγούσε Γερμανός αξιωματούχους στο Reuters ένας από τους μεγάλους κινδύνους, που δεν μπορεί καμία πλευρά να αγνοήσει είναι η ενδεχόμενη απότομη «προσαρμογή» στην αποτίμηση ορισμένων στοιχείων ενεργητικού των δύο τραπεζών. Για την Commerzbank το μεγάλο «αγκάθι» είναι η έκθεση σε ομόλογα, μεταξύ των οποίων και ιταλικά. Η λογιστική τους αξία είναι 30,8 δισ. ευρώ, αλλά η αξία τους στην αγορά έχει ήδη υποχωρήσει κοντά στα 27 δισ. ευρώ. Μία συγχώνευση θα αναγκάσει την τράπεζα να εγγράψει την πραγματική αξία. Επικίνδυνο σύμφωνα με τραπεζικούς παράγοντες είναι και το γεγονός ότι το δημόσιο θα καταστεί σημαντικός μέτοχος στην κορυφαία τράπεζα της χώρας, αφού δεν είναι σαφές τι περιθώρια θα είχε η διοίκησή της να αποκρούσει πιέσεις. Τα διαφορετικά τεχνολογικά συστήματα και άλλα σοβαρά εμπόδια αναδιάρθωσης είναι επίσης μεταξύ των ζητημάτων, που δημιουργούν προβληματισμό.
Ο νέος κολοσσός σε αριθμούς
Αν τελικά οι διαπραγματεύσεις ευοδοθούν τότε η νέα τράπεζα θα έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
Έσοδα: 34 δισ. ευρώ
Ενεργητικό: 1,81 τρισ. ευρώ. Θα είναι η τέταρτη μεγαλύτερη, βάσει ενεργητικού, τράπεζα, μετά τις HSBC, BNP Paribas και Credit Agricole.
Προσωπικό: 141.000 υπάλληλοι (εφόσον δεν υπάρξουν απολύσεις. Θεωρείται πάντως σχεδόν βέβαιο ότι θα μειωθεί ο αριθμός του προσωπικού).
Υποκαταστήματα: 2.600
Χρηματιστηριακή αξία: 25 δισ. ευρώ. Είναι 16 δισ. ευρώ η σημερινή κεφαλαιοποίηση της Deutsche Bank και περίπου 9 δισ. της Commerzbank.
naftemporiki.gr