Stat Bank: Eρευνα για την εγχώρια αγορά εμπορίας πετρελαιοειδών

Τρίτη, 28 Μαρτίου 2006 16:39

Αυξημένη κατά 1,5% εμφανίσθηκε η εγχώρια αγορά καυσίμων (βενζίνες, ντίζελ) το 2005, η οποία διαμορφώθηκε στο επίπεδο των 10,57 εκατ. μετρικών τόνων.

Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, σύμφωνα με τα οποία οι κατηγορίες καυσίμων που εμφάνισαν μείωση επιδόσεων, ήταν αυτές της βενζίνης σούπερ και του ντίζελ κίνησης, ενώ αντιστοίχως οι κατηγορίες που κινήθηκαν σε ανοδική τροχιά, ήταν αυτές της αμόλυβδης 95 και 98, καθώς επίσης και του ντίζελ θέρμανσης.

Στην εγχώρια αγορά πετρελαίου η «μάχη» πολυεθνικών - ελληνικών και μεγαλύτερων-μικρότερων εταιριών εμπορίας «μαύρου χρυσού» συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα έρευνας της Stat Bank, την τελευταία τετραετία το μερίδιο των πολυεθνικών επιχειρήσεων έπεσε από 35,52% το 2002 σε 32,6% το 2005. H ελληνική αγορά ίσως είναι η μοναδική εθνική αγορά πετρελαίου όπου οι εγχώριες εταιρίες κερδίζουν τη «μάχη» εναντίον των πολυεθνικών. Οι τελευταίες προ οκταετίας ήλεγχαν την ελληνική αγορά πετρελαιοειδών, για να περιοριστούν σήμερα στο ένα τρίτο των διακινούμενων ποσοτήτων σε αυτήν.

Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι από τις 20 εταιρίες καυσίμων που μοιράζονται τη συνολική αγορά, δώδεκα κατόρθωσαν να αυξήσουν τις πωλήσεις τους την περίοδο 2002 - 2005. Πρόκειται για τις επιχειρήσεις Shell, Aegean, Elin, Revoil, Silk, El Petrol, Kaoil, Cyclon, Sunoil, Argo, Texaco και Vitoumina. Ιδιαίτερα θετική είναι η πορεία των εταιρειών Aegean Oil (κατέκτησε επιπλέον 2,1 εκατοστιαίες μονάδες προσεγγίζοντας το 6% της αγοράς), Elin και Revoil, ενώ τελευταία ανακτά μερίδιο αγοράς και η ETEKA. Την περίοδο 2004 και 2005 οι τρεις πρώτες εταιρίες - EKO-Elda, BP και Shell - έχασαν μερίδιο αγοράς 1,8%, ενώ έξι μεσαίου μεγέθους εταιρίες (Jet Oil, Aegean, Elin, Revoil, Silk Oil και ΕΤΕΚΑ) απέσπασαν επιπλέον μερίδιο αγοράς 2,3% ελέγχοντας περίπου το 30% της συνολικής αγοράς.

Αυξημένη κατά 25% τουλάχιστον εμφανίστηκε η μέση οικογενειακή δαπάνη για ντίζελ θέρμανσης τον χειμώνα 2005 - 2006 έναντι του περυσινού 2004 - 2005. Οπως προκύπτει από έρευνα της Stat Bank, σύμφωνα με την οποία οι ετήσιες ανάγκες θέρμανσης των ελληνικών νοικοκυριών αλλά και δημοσίων χώρων υπολογίζονται σε 4,2 εκατ. χιλιόλιτρα πετρελαίου. Στην περίπτωση που η κατανάλωση αυτή παραμείνει στα ίδια επίπεδα, τα ελληνικά νοικοκυριά υπολογίζεται ότι θα ξοδέψουν περίπου 2,3 δισ. ευρώ για την αγορά ντίζελ θέρμανσης.

Tο χειμώνα (2003-2004) τα ελληνικά νοικοκυριά είχαν ξοδέψει περίπου 1,36 δισ. ευρώ για την αγορά πετρελαίου θέρμανσης. Οι ποσότητες αυτές είχαν διατεθεί τον περυσινό χειμώνα στη μέση τιμή των 0,3220 ευρώ το λίτρο. Την περίοδο 2004-2005 η μέση τιμή είχε ξεκινήσει από 0,469 ευρώ, ενώ στα μέσα Νοεμβρίου 2004 είχε διαμορφωθεί στα 0,43 ευρώ το λίτρο. Αντιστοίχως την τρέχουσα περίοδο 2005-2006 η τιμή διαμορφώθηκε περίπου στα 0,54 ευρώ το λίτρο.

Tις ανάγκες θέρμανσης καλύπτουν περίπου 2.000 μεταπωλητές καυσίμων και 8.000 πρατηριούχοι. Οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις απασχολούν για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες θέρμανσης περίπου 18.000 εργαζομένους και διαθέτουν 3.000 βυτιοφόρα. Ορισμένοι εξ αυτών διαθέτουν υψηλή ρευστότητα και απασχολούν ως και 120 άτομα, ενώ παράλληλα λειτουργούν ιδιόκτητα πρατήρια με πολύ μεγάλες καταναλώσεις.

Στον τομέα εμπορίας πετρελαίου θέρμανσης συντελείται ραγδαία ανακατανομή των μεριδίων αγοράς όπου πλέον καθοριστικός αποδεικνύεται ο ρόλος αφενός των μεγάλων εταιριών - ΕΚΟ, Shell, BP αλλά και Avin, Aegean, Jet Oil, Elin, Revoil - και αφετέρου εξειδικευμένων επιχειρήσεων του κλάδου - των λεγόμενων μεταπωλητών.



Προτεινόμενα για εσάς


Σχετικά σύμβολα

  • ΜΟΗ



Σχολιασμένα