Μία σύγκριση των σημερινών συνθηκών στη Βρετανία, που ετοιμάζεται να εξέλθει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να έχει καταλήξει ακόμη στο πώς και των όσων έζησε η Ελλάδα το 2015, όταν βρέθηκε στο χείλος του Grexit επιχειρεί ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου.
Σε άρθρο του στο Project Syndicate ο πρώην υπουργός Οικονομικών υπογραμμίζει πως παρά το γεγονός ότι πρόκειται για δύο πολύ διαφορετικού μεγέθους και όχι μόνο οικονομίες, τα παθήματα του 2015 προσφέρουν σημαντικά μαθήματα για το τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων για το Brexit.
O κ. Παπακωνσταντίνου θυμίζει πως η προοπτική του Brexit, που «άλλοτε βρισκόταν και άλλοτε αποσυρόταν από το τραπέζι μετά την κρίση του 2010, περιορίστηκε μετά την διακομματική πλειοψηφία στη Βουλή, που στήριξε το δεύτερο μνημόνιο το 2012 και συνδέθηκε με αναδιάρθρωση του χρέους». Υποχώρησε δε ακόμη περισσότερο, σημειώνει, όταν το καλοκαίρι εκείνη της χρονιάς ο Ντράγκι δεσμεύθηκε να κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να θωρακίσει το ευρώ.
Ωστόσο επανήλθε με ορμή το 2015 «όταν η νέα κυβέρνηση έπαιξε το παίγνιο δειλίας (game of chicken), οδηγώντας τις διαπραγματεύσεις στο χείλος του γκρεμού». Ήταν, σχολιάζει ο κ. Παπακωνσταντίνου, «η περίπτωση ενός μοτοποδηλάτου απέναντι σε ένα γερμανικό φορτηγό: όταν η Ε.Ε. αρνήθηκε να κάνει πίσω, η Ελλάδα χρειάστηκε να φτάσει κοντά στην εμπειρία του θανάτου, για να κάνει τελικά στροφή 180 μοιρών».
Σύμφωνα με τον κ. Παπακωνσταντίνου υπάρχουν μία σειρά χρήσιμων μαθημάτων από αυτή την εμπειρία. Η πρώτη είναι πως η διαπαραγμευτικής ισχύς δεν είναι ποτέ στο πλευρό της χώρας, που είναι μόνη. Η Ε.Ε. δεν μπορεί ούτε να εκβιαστεί ούτε να διασπαστεί με βολικές συμμαχίες, ειδικά εάν μία χώρα πρόκειται να εγκαταλείψει το κλαμπ. Ούτε μπορεί ένα κράτος μέλος να απευθυνθεί αποκλειστικά στους πολιτικούς, παρακάμπτοντας τους «γραφειοκράτες», αφού καμία πολιτική διαπραγμάτευση δεν μπορεί να αγνοήσει τεχνικά ή νομικά ζητήματα.
«Όπως η Ελλάδα έτσι και η Βρετανία δεν κατάφερε να κατανοήσει την πολιτική και θεσμική δυναμική της Ε.Ε. Αυτό οδήγησε σε μία εσφαλμένη διαπραγματευτική τακτική. Η βρετανική κυβέρνηση επίσης δεν είχε ξεκάθαρη μακροπρόθεσμη στρατηγική. Το να θέλεις να φύγεις από την Ε.Ε. δεν είναι αρκετό, πρέπει να σχεδιάζεις και τι θα κάνεις την επόμενη ημέρα» παρατηρεί και προσθέτει πως όπως συνέβη και με το Grexit ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της Ε.Ε. Το 2015, εξηγεί, η Ε.Ε. ήταν πολύ καλύτερα προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας. Αυτό ισχύει σήμερα και με το Brexit, καθώς ο φόβος της «μετάδοσης» μετά το δημοψήφισμα του 2016, έχει εξασθενήσει.
«Αντί να ευνοηήσει τις φυγόκεντρες δυνάμεις, η πανωλεθρία του Brexit ενίσχυσε την εμπιστοσύνη στην Ε.Ε. και το ευρώ» τονίζει.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών επισημαίνει πάντως πως η στάση της Ε.Ε. στηρίζεται στα ακόλουθα. Στο ότι δεν υπάρχει ξεκάθαρη πλειοψηφία στη βρετανική Βουλή για καμία από τις επιλογές του Brexit, όπως επίσης στην πεποίθηση ότι η Τερέζα Μέι δεν έχει στήριξη επί ενός ρεαλιστικού συμβιβασμού και στην υποψία ότι οι σκληροπυρηνικοί Brexiteers προσπαθούν να εξαντλήσουν τον χρόνο έως την 29η Μαρτίου. Επιπλέον υπάρχουν αυξανόμενες αμφιβολίςε για την σοφεία ενός δεύτερου δημοψηφίσματος. Το κυρίαρχο αίσθημα, αναφέρει, είναι όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας: «αρκετά πια».
Όλα αυτά αποκαλύπτουν ότι η Ε.Ε. μάλλον δεν θα δώσει τίποτα περισσότερο από «κοσμητικές παραχωρήσεις. Θα εστιάσει στη δική της ενότητα και θα προετοιμαστεί για όλα τα πιθανά σενάρια. Θα συμφωνήσει σε παράταση της προθεσμίας της 29ης Μαρτίου για να μην κατηγορηθεί για άτακτο Brexit, αλλά «δεν θα υπάρξει 17ωρη διαπραγμάτευση της τελευταίας στιγμής, όπως συνέβη το 2015 με την Ελλάδα» σημειώνει καιι προσθέτει:
«Τώρα γνωρίζουμε πως το σχέδιο της βρετανικής κυβέρνησης είναι να τετραγωνίσει τον κύκλο. Αλλά η Ε.Ε. έχει σχέδιο; Μόνο δύο αποτέλεσματα θα έπρεπε να είναι αποδεκτά για εκείνη: μία συμφωνία τελωνειακής ένωσης με την Βρετανία ή ένα νέο δημοψήφισμα, που θα αποτρέψει το αποτέλεσμα του 2016» .
Σύμφωνα με τον κ. Παπακωνσταντίνου η Ε.Ε. θα έπρεπε να βοηθήσει τη Βρετανία να αναθεωρήσει με κάποιον τρόπο μία εσφαλμένη απόφαση, που στηρίχθηκε σε ψεύδη. Βεβαίως, δεν μπορεί να το κάνει αυτό ανοιχτά, αναγνωρίζει. «Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να επιμείνει στις αρχές της και να αφήσει τον χρόνο να κάνει τη δουλειά του», σημειώνει. «Η Ε.Ε. πρέπει να αποφύγει τον πειρασμό να σπρώξει τη Βρετανία προς μία "λογική συμφωνία", που θα περιλαμβάνει τελωνειακή ένωση. Μπορεί αυτό να ακούγεται κυνικό. Αλλά το να παραμείνει η Βρετανία στην Ε.Ε. είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών. Το "no deal" εκ μέρους της Ε.Ε. είναι αυτό που κράτησε την Ελλάδα μέσα το 2015» καταλήγει.
naftemporiki.gr