Η εμπιστοσύνη στο κράτος και στο θεσμικό πλαίσιο, η νομική ασφάλεια, η ταχύτητα στις αδειοδοτήσεις, η αξιοπιστία των διαδικασιών και η διαφάνεια αποτελούν βασικές προϋποθέσεις, ώστε η χώρα να καταστεί ελκυστική στις ξένες επενδύσεις, τόνισε ο ομοσπονδιακός υφυπουργός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, Νόρμπερτ Μπάρτλε.
Μιλώντας στο καθιερωμένο Πρωτοχρονιάτικο δείπνο, που παρέθεσε, σήμερα στην Αθήνα, το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο για τον εορτασμό του νέου έτους, ο νέος εντεταλμένος της Καγκελαρίου για την Ελληνογερμανική Συνέλευση, χαρακτήρισε μεγάλη επιτυχία για την Ελλάδα την ολοκλήρωση του προγράμματος πέρυσι το καλοκαίρι και πρόσθεσε ότι υπάρχουν σημαντικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία, παρά το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει χρηματοδοτηθεί από τις αγορές.
Παράλληλα, τάχθηκε υπέρ της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και της μέτριας αύξησης των μισθών υπό την προϋπόθεση ότι η χώρα θα συνεχίσει να ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της. «Στηρίζουμε τις προσπάθειες που κάνει Ελλάδα, όμως αυτή τη στιγμή μας προβληματίζουν περισσότερο εξελίξεις όπως αυτές του Brexit ή του ζητήματος που έχει δημιουργηθεί με το ιταλικό τραπεζικό σύστημα που θα μπορούσε να επηρεάσει συνολικά την Ευρώπη», τόνισε.
Σε άλλο σημείο των αναφορών του ο κ. Μπάρτλε στάθηκε στο ζήτημα της χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, υπογραμμίζοντας ότι γίνεται προσπάθεια ώστε να δημιουργηθεί στην Πελοπόννησο ένα τοπικό τραπεζικό δίκτυο, το οποίο θα στηρίξει χρηματοδοτικά τις μικρές εταιρείες και σε κάθε περίπτωση δεν θα συμμετέχει στο μεγάλο διεθνές τραπεζικό σύστημα.
Ο κ. Μπάρτλε, αναφερόμενος, τέλος, στη σημασία του έργου της Ελληνογερμανικής Συνέλευσης τόνισε ότι στόχο του έχει την αναβάθμιση των σχέσεων των δύο χωρών μέσω του δυναμικού ελληνογερμανικού δικτύου Δήμων και Περιφερειών, με πρακτικές συνεργασίες και επεσήμανε ότι η πρωτοβουλία αυτή παραμένει ανοιχτή στη συμμετοχή της κοινωνίας, των πολιτών και της οικονομίας.
Όπως είπε: «στόχος και των δύο χωρών αποτελεί η διασφάλιση τους αδιάλειπτης συνέχισης τους συνεργασίας με τους Έλληνες εταίρους μέσω του δικτύου των Ελληνικών και Γερμανικών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των οικονομικών φορέων».