Η «Βίβλος» της ΑΑΔΕ για τη διενέργεια των φορολογικών ελέγχων

Εγχειρίδιο προς τον φοροελεγκτικό και φοροεισπρακτικό μηχανισμό για την ομοιόμορφη εφαρμογή από τις υπηρεσίες
Πέμπτη, 10 Ιανουαρίου 2019 07:07
INTIME NEWS/ΤΖΑΜΑΡΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]

Για τη δήλωση έναρξης επαγγέλματος από φυσικό πρόσωπο στην αρμόδια ΔΟΥ μπορεί να απαιτηθούν μόνο 27 λεπτά, αλλά για να ολοκληρωθεί ένας φορολογικός έλεγχος ενδέχεται να χρειαστούν ακόμη και 9 μήνες, αν διαπιστωθεί ότι έχουν διαπραχθεί ποινικά αδικήματα φοροδιαφυγής κι αν συνυπολογιστεί και ο χρόνος εξέτασης της ενδικοφανούς προσφυγής του ελεγχόμενου στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών.

Για να επιβληθεί μια κατάσχεση σε μισθό, σύνταξη ή τραπεζικό λογαριασμό ενός οφειλέτη του Δημοσίου απαιτείται χρόνος 11 έως 20 ημερών, αλλά για να πραγματοποιηθεί ένας πλειστηριασμός σε περιουσιακά στοιχεία ενός μεγαλοοφειλέτη του Δημοσίου μπορεί να χρειαστούν από 5 έως και 7 μήνες. Για να εγγραφεί μια υποθήκη σε ακίνητο οφειλέτη του Δημοσίου, ώστε να διασφαλιστεί η είσπραξη των ληξιπρόθεσμων χρεών του, απαιτούνται από 25 έως και 50 μέρες. Σε κάθε περίπτωση, οι φορολογικές διαδικασίες χρειάζονται συγκεκριμένα και προσεγμένα «βήματα» από τους αρμόδιους εφοριακούς υπαλλήλους και τους προϊσταμένους τους, προκειμένου να διεκπεραιωθούν ορθά.

Αναλυτική περιγραφή των βασικών φορολογικών διαδικασιών περιλαμβάνει ένα εγχειρίδιο 315 σελίδων που εξέδωσε η ΑΑΔΕ και απέστειλε σε μορφή αρχείου pdf σε όλες τις αρμόδιες φοροελεγκτικές και φοροεισπρακτικές υπηρεσίες. Στόχος της έκδοσης του εγχειριδίου είναι η καταγραφή και η επικαιροποίηση των διαδικασιών των υπηρεσιών της ΑΑΔΕ και η ομοιόμορφη εφαρμογή τους από τους υπαλλήλους αυτών ή των Περιφερειακών και Ειδικών Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών, κατά λόγο αρμοδιότητας.

Η «Ν» ξεχώρισε και παρουσιάζει, από το συγκεκριμένο εγχειρίδιο, 6 σημαντικές φορολογικές διαδικασίες.

Τα «λουκέτα» για παραβάσεις

Με σκοπό τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση περιπτώσεων υψηλής παραβατικότητας όσον αφορά τη μη έκδοση αποδείξεων και λοιπών φορολογικών στοιχείων, καθώς επίσης και την πρόληψη φαινομένων βίας κατά των ελεγκτών της ΑΑΔΕ κατά τη διενέργεια μερικών επιτόπιων φορολογικών ελέγχων και με ειδικούς στόχους την εμπέδωση κλίματος φορολογικής συμμόρφωσης και την αποτροπή επανάληψης των παραβάσεων της μη έκδοσης φορολογικών στοιχείων, εφαρμόζεται σε ορισμένες περιπτώσεις ελέγχων σε επιχειρήσεις το μέτρο της αναστολής λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεων. Η αναστολή διατάσσεται συνήθως για 48 ώρες, αλλά σε περίπτωση υποτροπής του ελεγχόμενου φορολογούμενου, μπορεί να διαταχθεί ακόμη και για 1 μήνα.

Το μέτρο αυτό εφαρμόζεται, συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις που:

α) διαπιστώνεται από τον ίδιο φορολογικό έλεγχο η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση φορολογικού στοιχείου τουλάχιστον για τρεις διαφορετικές συναλλαγές ή η μη έκδοση περισσοτέρων από 10 φορολογικών στοιχείων ή η μη έκδοση ενός ή περισσοτέρων φορολογικών στοιχείων αξίας άνω των 500 ευρώ,

β) διαπιστώνεται από διαφορετικούς φορολογικούς ελέγχους η επανάληψη, μέσα στην ίδια ή την επόμενη χρήση, της μη έκδοσης ή της ανακριβούς έκδοσης του προβλεπόμενου φορολογικού στοιχείου κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, εφόσον αυτή έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής,

γ) παρεμποδίζεται η διενέργεια του φορολογικού ελέγχου με χρησιμοποίηση βίας ή απειλής κατά των οργάνων που διενεργούν τον φορολογικό έλεγχο και

δ) διαπιστώνεται παραβίαση του μέτρου της αναστολής από τον υπόχρεο.

Η διαδικασία επιβολής του μέτρου της αναστολής λειτουργίας επαγγελματικής εγκατάστασης λόγω φοροδιαφυγής ή λόγω παρεμπόδισης του φορολογικού ελέγχου διεκπεραιώνεται σε 14 βήματα.

Το 2017 το μέτρο επιβλήθηκε σε 650 και πλέον περιπτώσεις.

Διάρκεια ελέγχου μέχρι και εννέα μήνες

Διενέργεια φορολογικού ελέγχου - σύνταξη έκθεσης - έκδοση καταλογιστικών πράξεων: Για να διαπιστωθεί εάν εκπληρώνονται ορθά οι φορολογικές υποχρεώσεις φυσικών και νομικών προσώπων, να αυξηθεί η φορολογική συμμόρφωση και να αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή, η φορολογική διοίκηση έχει την εξουσία να επαληθεύει, να ελέγχει και να διασταυρώνει την εκπλήρωση υποχρεώσεων αυτών, την ακρίβεια των φορολογικών δηλώσεων που υποβάλλονται σε αυτήν και να επιβεβαιώνει τον υπολογισμό και την καταβολή του οφειλόμενου φόρου, διενεργώντας έλεγχο σε έγγραφα, λογιστικά στοιχεία και στοιχεία γνωστοποιήσεων και παρόμοιες πληροφορίες, θέτοντας ερωτήσεις στον φορολογούμενο και σε τρίτα πρόσωπα, ερευνώντας εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζει η νομοθεσία, και χρησιμοποιώντας μεθόδους, οι οποίες προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013).

Η φορολογική διοίκηση επιλέγει τις προς έλεγχο υποθέσεις και προβαίνει στη σύνταξη σχετικών εκθέσεων ελέγχου και στην έκδοση καταλογιστικών πράξεων.

Η διαδικασία ενός φορολογικού ελέγχου περιλαμβάνει τα ακόλουθα βήματα:

1. Επιλογή υπόθεσης προς έλεγχο, με βάση δεδομένα που συγκεντρώνονται από εσωτερικές - εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου.

2. Έκδοση εντολής ελέγχου από τον προϊστάμενο της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής.

3. Κοινοποίηση της εντολής ελέγχου στον φορολογούμενο εντός 5 ημερών από την έκδοσή της.

4. Συγκρότηση και μελέτη του φακέλου της υπόθεσης.

5. Έναρξη ελεγκτικών επαληθεύσεων όπου απαιτείται, κοινοποίηση Αιτήματος Παροχής Πληροφοριών.

6. Ενημέρωση Πληροφοριακού Συστήματος Φορολογικών Ελέγχων ELENXIS.

7. Διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων, σύμφωνα με το πρόγραμμα ελέγχου, όπως αυτό ορίζεται από το περιεχόμενο των σχετικών εγκυκλίων και φορολογικών διατάξεων:

α) Επεξεργασία λογιστικών και φορολογικών δεδομένων με χρήση ηλεκτρονικών εργαλείων.
β) Επεξεργασία στοιχείων από βάσεις δεδομένων που διαθέτει ή έχει πρόσβαση η Υπηρεσία (π.χ., ELENXIS, TAXIS, VIES, TRANFER PRICING ANALYSIS, Ειδικό Λογισμικό Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας, Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών κ.λπ.).

8. Σύνταξη Ειδικής Έκθεσης Ελέγχου σε περίπτωση διαπίστωσης ότι δεν έχουν αποδοθεί ή έχουν αποδοθεί ανακριβώς φόροι με σκοπό την αποφυγή πληρωμής στο Δημόσιο ποσού άνω των 150.000 ευρώ, προκειμένου να ληφθούν προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημόσιου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα (άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών και δέσμευση του 50% των καταθέσεων του ελεγχόμενου και άνοιγμα και δέσμευση του περιεχομένου των τραπεζικών θυρίδων, δέσμευση ακινήτων κ.λπ.).

9. Σύνταξη Πράξης Διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου.

10. Ενημέρωση του ελεγχόμενου επί των διαπιστώσεων του ελέγχου με κοινοποίηση της Πράξης Διασφάλισης μαζί με την Ειδική Έκθεση Ελέγχου.

11. Κλήση του ελεγχόμενου προς ακρόαση εντός 15 ημερών από την εφαρμογή των προληπτικών ή διασφαλιστικών μέτρων.

12. Σύνταξη του Σημειώματος Διαπιστώσεων Ελέγχου και των προσωρινών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και προσωρινού προσδιορισμού προστίμων, σε περίπτωση διαφοροποίησης της φορολογητέας ύλης μεταξύ των υποβληθεισών δηλώσεων και των ευρημάτων του ελέγχου. Το σημείωμα και οι προσωρινές πράξεις υπογράφονται από τον προϊστάμενο του Τμήματος Ελέγχου, τον υποδιευθυντή και τον διευθυντή της ΔΟΥ ή του Ελεγκτικού Κέντρου.

13. Ενημέρωση του συστήματος ELENXIS.

14. Ενημέρωση ελεγχομένου επί των αποτελεσμάτων του ελέγχου με κοινοποίηση του Σημειώματος Διαπιστώσεων και των προσωρινών πράξεων και παροχή σ’ αυτόν προθεσμία 20 ημερών να διατυπώσει εγγράφως τις απόψεις του σχετικά με τα αποτελέσματα του ελέγχου.

15. Ενημέρωση του συστήματος ELENXIS.

16. Έγγραφη απάντηση του ελεγχόμενου φορολογούμενου στους προσωρινούς διορθωτικούς προσδιορισμούς φόρου και προσωρινούς προσδιορισμούς προστίμων, εντός της προθεσμίας των 20 ημερών.

17. Ενημέρωση του συστήματος ELENXIS.

18. Σύνταξη Εκθέσεων Ελέγχου όλων των φορολογικών αντικειμένων και των οριστικών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμων.

19. Έγκριση και υπογραφή των Εκθέσεων Ελέγχου από τον προϊστάμενο του Τμήματος Ελέγχου και τον υποδιευθυντή.

20. Θεώρηση των Εκθέσεων Ελέγχου και έκδοση των οριστικών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμων από τον διευθυντή της αρμόδιας ελεγκτικής υπηρεσίας.

21. Σύνταξη μηνυτήριας αναφοράς σε περίπτωση που έχει διαπιστωθεί από τον έλεγχο ότι έχει τελεστεί ποινικά κολάσιμο αδίκημα φοροδιαφυγής.

22. Κοινοποίηση των Εκθέσεων Ελέγχου και των οριστικών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμων στον ελεγχθέντα φορολογούμενο.

23. Ενημέρωση του συστήματος ELENXIS με τα στοιχεία της κοινοποίησης.

24. Σύνταξη και αποστολή αναφοράς στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, εφόσον έχει διαπιστωθεί ποινικά κολάσιμη φοροδιαφυγή, προκειμένου να διερευνηθεί τυχόν τέλεση του αδικήματος του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος. Η αναφορά αυτή συντάσσεται και αποστέλλεται μόνο εφόσον:

α) Ο φορολογούμενος δεν υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή έως και 30 μέρες μετά την κοινοποίηση των πράξεων και δεν εξοφλήσει το καταλογισθέν ποσό.
β) Ο φορολογούμενος υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή και:
αα) σε συνέχεια απάντησης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ), ο φορολογούμενος δεν εξοφλήσει την οφειλή,
ββ) μετά την παρέλευση διαστήματος 120 ημερών, ο φορολογούμενος δεν εξοφλήσει την οφειλή ή προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια.

Το σύνολο του χρόνου που μπορεί να απαιτηθεί για να ολοκληρωθεί όλη η παραπάνω διαδικασία κυμαίνεται από 2 έως και 4 μήνες, χωρίς να συνυπολογίζεται ο χρόνος των 30 ημερών που έχει στη διάθεσή του ο ελεγχόμενος για να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ούτε ο χρόνος που θα απαιτηθεί για να εξεταστεί ή να απορριφθεί σιωπηρά η προσφυγή του, ο οποίος μπορεί να φτάσει μέχρι και τους 4 μήνες. Δηλαδή ο συνολικός χρόνος που μπορεί να απαιτηθεί για την ολοκλήρωση ενός φορολογικού ελέγχου κυμαίνεται από 2 έως και 9 μήνες ανάλογα με την πολυπλοκότητα της υπόθεσης.

Επιχειρηματικές ενάρξεις

Έναρξη εργασιών - επιχειρηματικών δραστηριοτήτων από φυσικά πρόσωπα: Τα φυσικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, που πρόκειται να ασκήσουν επιχειρηματική δραστηριότητα, υποχρεούνται να υποβάλουν στη φορολογική διοίκηση το έντυπο Μ2 «Δήλωση Έναρξης / Μεταβολής Εργασιών Φυσικού Προσώπου» πριν από την πραγματοποίηση οποιασδήποτε συναλλαγής, στο πλαίσιο άσκησης των δραστηριοτήτων τους. Το εν λόγω έντυπο υποβάλλεται στον αρμόδιο υπάλληλο του τμήματος ή του Γραφείου Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (ΔΟΥ) στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας ανήκει η έδρα της επιχείρησης.

Πριν από την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών στη ΔΟΥ, ο φορολογούμενος πρέπει να έχει συγκεντρώσει και να έχει φέρει μαζί του για να προσκομίσει τα παρακάτω δικαιολογητικά:

α) Βεβαίωση εγγραφής ή απαλλαγής από τον ΕΦΚΑ των φυσικών προσώπων, εφόσον υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση του ΕΦΚΑ, όπου απαιτείται.

β) Εξουσιοδότηση, με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής, όπου απαιτείται.

γ) Άδεια διαμονής ή του στοιχείου που αποδεικνύει ότι έχει εισέλθει και διαμένει νόμιμα στη χώρα, υποχρεωτικά, σύμφωνα με την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία, στην περίπτωση αλλοδαπού υπηκόου τρίτης χώρας που κατοικεί στο εσωτερικό της χώρας.

δ) Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986, στην οποία δηλώνεται η διεύθυνση της έδρας της επιχείρησης και αν αυτή είναι ιδιόκτητη, μισθωμένη ή αν πρόκειται περί δωρεάν παραχώρησης χώρου.

ε) Προέγκριση ίδρυσης ή αντίγραφο της βεβαίωσης υποβολής αιτήματος και υπεύθυνη δήλωση, κατά περίπτωση και όπου απαιτείται.

Η διαδικασία έναρξης εργασιών είναι σύντομη, καθώς διεκπεραιώνεται σε 3 μόνο βήματα -παραλαβή και έλεγχος της δήλωσης, καταχώρηση της δήλωσης, έκδοση βεβαίωσης έναρξης εργασιών- και διαρκεί συνολικά 27 λεπτά.

Το έτος 2017 πραγματοποιήθηκαν 98.043 ενάρξεις εργασιών φυσικών προσώπων.

Κατασχέσεις με «fast-track»

Κατασχέσεις απαιτήσεων των οφειλετών του Δημοσίου εις χείρας τρίτων: Με σκοπό την επίσπευση της είσπραξης των απαιτήσεών του, τη μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων είσπραξης και τη μείωση των εξόδων εκτέλεσης, το Δημόσιο επιβάλλει κατασχέσεις σε απαιτήσεις οφειλετών του οι οποίες βρίσκονται στα χέρια τρίτων (σε μισθούς, συντάξεις, εφάπαξ παροχές, ενοίκια, επιδοτήσεις κ.λπ. τη στιγμή που βρίσκονται ακόμη στα χέρια των φορέων ή των φυσικών προσώπων που πρόκειται να τα καταβάλουν στους οφειλέτες, καθώς επίσης και σε καταθέσεις των οφειλετών στις τράπεζες).

Ειδικότερα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων), οι υπηρεσίες της φορολογικής διοίκησης μπορούν να κατάσχουν εις χείρας τρίτων τα ακόλουθα ποσά που τυχόν δικαιούται να εισπράξει ο οφειλέτης:

α) Από ποσά μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων άνω των 1.000 και έως 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου ποσοστού 50% επί του τμήματος πάνω από τα 1.000 και μέχρι τα 1.500 ευρώ, ενώ από ποσά άνω των 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου του συνόλου του υπερβάλλοντος των 1.500 ευρώ ποσού αντί του 25% που ίσχυε μέχρι πρότινος.

β) Το 25% οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού βοηθήματος καταβάλλεται περιοδικά στον οφειλέτη, εφόσον αυτό υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση το ποσό που απομένει μετά την κατάσχεση δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 1.000 ευρώ.

γ) Το 1/5 των καταβαλλόμενων ημερομισθίων.

δ) Το 50% του εφάπαξ που καταβάλλεται από οποιοδήποτε ασφαλιστικό ταμείο, λόγω εξόδου από την υπηρεσία ή το επάγγελμα.

ε) Έως και το 100% των ενοικίων των οποίων επίκειται η είσπραξη, εφόσον ο οφειλέτης δικαιούται να λαμβάνει τέτοια εισοδήματα.

στ) Έως και το 100% των πάσης φύσεως αποζημιώσεων (π.χ., για απόλυση του οφειλέτη από την εργασία ή για ζημιά που υπέστη κάποιο ασφαλισμένο περιουσιακό στοιχείο του κ.λπ.)

ζ) Έως και το 100% των πάσης φύσεως εισπράξεων από πωλήσεις προϊόντων ή οποιωνδήποτε άλλων πραγμάτων (π.χ., ακινήτων, ΙΧ αυτοκινήτων, σκαφών κ.λπ.).

Οι κατασχέσεις των παραπάνω ποσών επιτρέπεται να γίνονται πριν από την καταβολή τους στους δικαιούχους-οφειλέτες του Δημοσίου, δηλαδή ενώ τα ποσά αυτά βρίσκονται ακόμη στα χέρια των τρίτων, δηλαδή εκείνων που πρόκειται να τα καταβάλουν (στα χέρια των εργοδοτών αν πρόκειται για μισθούς ή των ασφαλιστικών ταμείων αν πρόκειται για συντάξεις ή άλλες παροχές ή στα χέρια των ενοικιαστών αν πρόκειται για ενοίκια ή στα χέρια των αγοραστών αν πρόκειται για ποσά από πωλήσεις κ.λπ.).

Επιπλέον, οι υπηρεσίες της φορολογικής διοίκησης μπορούν να κατάσχουν:

η) Ποσά καταθέσεων πάνω από το όριο των 1.250 ευρώ, το οποίο έχει οριστεί ως «ακατάσχετο», από έναν μόνο τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη, εφόσον αυτός έχει δηλωθεί ως «ακατάσχετος» σε ειδική εφαρμογή του συστήματος TAXISnet.

θ) Το σύνολο των καταθέσεων του οφειλέτη στους υπόλοιπους τραπεζικούς λογαριασμούς του, που αναγκαστικά δεν τους έχει δηλώσει ως «ακατάσχετους», δεδομένου ότι η δήλωση αυτή επιτρέπεται να υποβληθεί για έναν και μοναδικό λογαριασμό κάθε φορολογούμενου.

Η διαδικασία μιας κατάσχεσης απαιτήσεων οφειλέτη του Δημοσίου εις χείρας τρίτων διεκπεραιώνεται από την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την είσπραξη των οφειλών σε 18 βήματα και σε χρόνο που κυμαίνεται από 11 έως και 20 ημέρες.

Το 2017 εκδόθηκαν συνολικά 1.721.911 κατασχετήρια για οφειλές προς το Δημόσιο.

Εγγραφή υποθήκης

Εγγραφή υποθήκης για τη διασφάλιση της είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο: Ο προϊστάμενος της αρμόδιας φορολογικής υπηρεσίας (Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία - ΔΟΥ Α΄ τάξεως, Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων - ΚΕΜΕΕΠ, Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου - ΚΕΦΟΜΕΠ, Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης - ΕΜΕΙΣ), στην αρμοδιότητα της οποίας ανήκει η επιδίωξη είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, είτε στην περίπτωση που πιθανολογείται κίνδυνος ζημίας του Δημοσίου είτε για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος που απειλεί την είσπραξη των φόρων, μπορεί να προβαίνει, υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται από τις σχετικές διατάξεις και πριν από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της οφειλής, στην εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου οφειλέτη του Δημοσίου ή τρίτου, για τη διασφάλιση των συμφερόντων του και για την προνομιακή ικανοποίησή του σε περίπτωση πλειστηριασμού του ακινήτου.

Υποβάλλεται αίτηση για εγγραφή υποθήκης μαζί με περίληψη εγγραφής υποθήκης και πίνακας χρεών του οφειλέτη προς το αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή περίληψη υποθήκης με πίνακα χρεών, περίληψη εγγραπτέας πράξης και αίτηση εγγραπτέας πράξης προς το Κτηματολογικό Γραφείο, στο οποίο υπάγεται το ακίνητο του οφειλέτη. Μετά την εγγραφή της υποθήκης επιστρέφονται στην αρμόδια φορολογική αρχή δύο (2) αντίγραφα των ανωτέρω εγγράφων, κατά περίπτωση, από τα οποία το ένα (1) αντίγραφο πρέπει να κοινοποιηθεί στον οφειλέτη εντός προθεσμίας οκτώ (8) ημερών από την εγγραφή της υποθήκης. Δημιουργείται φυσικός φάκελος στο αρχείο του αρμόδιου για τη δικαστική και νομική υποστήριξη της φορολογικής αρχής τμήματος.

Ο χρόνος που απαιτείται για να εφαρμοστεί το μέτρο αυτό κυμαίνεται από 25 έως 50 ημέρες, ανάλογα με το εάν υπάρχει ή όχι συγκροτημένος φάκελος κατάσχεσης. Συνολικά, για τη διεκπεραίωση της όλης διαδικασίας απαιτείται να γίνουν 41 βήματα!
Το μέτρο αυτό εφαρμόζεται, κατ’ εκτίμηση, σε 3.500 - 4.500 περιπτώσεις ανά έτος από το σύνολο των αρμόδιων υπηρεσιών.

Eκποίηση περιουσίας

Έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού σε κινητά ή ακίνητα περιουσιακά στοιχεία οφειλέτη του Δημοσίου. Ο προϊστάμενος της φορολογικής υπηρεσίας (ΔΟΥ, ΚΕΜΕΕΠ, ΚΕΦΟΜΕΠ, ΕΜΕΙΣ) στον οποίο ανήκει η επιδίωξη είσπραξης της οφειλής του Δημοσίου οφείλει να εκδώσει πρόγραμμα πλειστηριασμού εντός συγκεκριμένου χρόνου.

Ειδικότερα, ο ανωτέρω προϊστάμενος, μετά την παρέλευση τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερών από την κατάσχεση κινητών ή μετά την παρέλευση σαράντα (40) ημερών και το αργότερο σε τέσσερις (4) μήνες από την επιβολή κατάσχεσης επί ακινήτων -εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος, ο οποίος πρέπει να αναφέρεται σε σχετική αιτιολογημένη έκθεσή του- ορίζει ημερομηνία πλειστηριασμού το αργότερο σε πέντε (5) μήνες από την ημερομηνία έκδοσης του προγράμματος πλειστηριασμού ακινήτου, προκειμένου: τα στοιχεία του προγράμματος (περιγραφή πλειστηριαζόμενου κινητού / ακινήτου, η εκτίμηση δικαστικού επιμελή / πιστοποιημένου εκτιμητή του υπουργείου Οικονομικών, ο χρόνος και ο τόπος πλειστηριασμού, τα βάρη του ακινήτου, η τιμή α’ προσφοράς και οι όροι διενέργειας του πλειστηριασμού με ηλεκτρονικά μέσα) να περιέλθουν σε γνώση κάθε ενδιαφερομένου ή δανειστή, ώστε μετά την κατακύρωση του περιουσιακού στοιχείου στον τελευταίο υπερθεματιστή και τη διανομή του επιτευχθέντος πλειστηριάσματος, να ικανοποιηθούν οι χρηματικές απαιτήσεις του Δημοσίου, για τις οποίες επισπεύσθηκε ο πλειστηριασμός.

Η όλη διαδικασία διεκπεραιώνεται σε 27 βήματα και απαιτεί πολύ χρόνο, από 150 έως 200 ημέρες, κατά προσέγγιση.
Το έτος 2017 εκδόθηκαν 16.789 προγράμματα πλειστηριασμών σε βάρος οφειλετών του Δημοσίου.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα