Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ο κόσμος δεν ήταν ποτέ τόσο χρεωμένος όσο σήμερα. Το παγκόσμιο χρέος, στα 250 τρισ. δολάρια, είναι τρεις φορές υψηλότερο από ό,τι πριν από δύο δεκαετίες, σύμφωνα με ανάλυση της Citigroup στη βάση των δεδομένων του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου. Και αυτό δεν είναι απλά ένας αριθμός και μία διαπίστωση. Είναι ίσως ο κυριότερος παράγοντας ανησυχίας στην παγκόσμια οικονομική σκηνή.
Οι μεγαλύτεροι δανειολήπτες είναι οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ευρωζώνη και η Ιαπωνία. Στις τέσσερις συναντάμε περισσότερα από τα 2/3 του χρέους των νοικοκυριών, τα 3/4 του εταιρικού χρέους και σχεδόν το 80% του δημόσιου. Μόνο η Ευρωζώνη έχει βιώσει εξ αυτών μία οξύτατη κρίση χρέους, η οποία εξελίχθηκε σε βαθύτατη οικονομική, κοινωνική και πολιτική.
Ωστόσο το καμπανάκι χτυπάει επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια για τον «δράκο» της Aσίας, ενώ πολλοί δεν κρύβουν τις ανησυχίες τους και τις ΗΠΑ- των οποίων ο μεγαλύτερος δανειολήπτης (σε επίπεδο κρατικού χρέους) δεν είναι άλλος από την Κίνα, με την οποία βρίσκονται σε δριμεία αντιπαράθεση. Σε τεράστια επίπεδα και το χρέος της Ιαπωνίας, που όμως βρίσκεται κατά κύριο λόγο στα χέρια των πολιτών της χώρας και όχι ξένων επενδυτών, με αποτέλεσμα να μην φοβίζει τόσο.
Το παγκόσμιο χρέος θα είναι μεγαλύτερη δοκιμασία για τον πλανήτη το 2019, προειδοποιεί η Citi, θυμίζοντας ότι όχι μόνο η FED, αλλά όλες οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη αφήνουν πίσω τους την εποχή της άφθονης, φθηνής ρευστότητας και κινούνται με γρήγορα ή πιο αργά βήματα σε πιο «σφιχτή» νομισματική πολιτική.
Η στροφή αυτή των κεντρικών τραπεζών σημαίνει άνοδο των επιτοκίων ομολόγων και τραπεζών, δηλαδή υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης και κατά συνέπεια αύξηση του βάρους για κυβερνήσεις, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το πόσο μεγάλη θα είναι η αύξηση αυτή, το σε ποιο βαθμό θα πιέσει τους δανειολήπτες είναι καθοριστικής σημασίας, Και τούτο γιατί το χρέος στην οικονομία παραδοσιακά λειτουργεί ως «καύσιμο».
Κράτη και επιχειρήσεις δανείζονται για να προχωρήσουν σε επενδύσεις, να κάνουν ανοίγματα στο μέλλον, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας. Τα νοικοκυριά ρίχνουν επίσης το χρήμα των δανείων στην κατανάλωση, την αγορά ακινήτων, την πραγματική οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι το χρέος μπορεί να μεταφραστεί σε ώθηση στην ανάπτυξη. Το υπέρμετρο χρέος όμως μετράπεται σε ένα βαρίδι, που τραβάει ιδιωτικό και δημόσιο τομέα προς τον πάτο.
Ενώ όμως τα χρέη είναι υψηλότερα στους μεγάλους του ανεπτυγμένου κόσμου, το βάρος τους αποδεικνύεται πιο δυσβάσταχτο στον αναδυόμενο κόσμο και ειδικά στις οικονομίες εκείνες, που δανείζονται τα μεγαλύτερα ποσά σε αμερικανικό δολάριο. Με τα τοπικά νομίσματα να μετρούν τις πληγές τους, έχοντας υποτιμηθεί ραγδαία έναντι του αμερικανικού φέτος, η εξυπηρέτηση του χρέους γίνεται πολύ δύσκολη υπόθεση. Η Τουρκία και η Αργεντινή βίωσαν εντονότατες πιέσεις μέσα στο καλοκαίρι του 2018 εξαιτίας αυτών των συνθηκών. Δεν είναι οι μόνες, όμως, που επηρεάζονται από τα χρέη σε δολάριο.
Cι αναδυόμενες οικονομίες καλούνται να αποπληρώσουν ή να αναχρηματοδοτήσουν χρέος ύψους 2 τρισ. δολαρίων μέσα στο 2019. Το σενάριο μίας νέας κρίσης θα ενισχύεται όσο η FED αυξάνει τα επιτόκια, τροφοδοτώντας το ράλι του δολαρίου έναντι των άλλων νομισμάτων.
naftemporiki.gr